Εργατικός Αγώνας

Το BBC, οι Σλαβομακεδόνες και η στάση της Αριστεράς

Του Ηλία Κωνσταντινίδη.

Με αφορμή το ρεπορτάζ μιας Ελληνίδας δημοσιογράφου του BBC με τίτλο «Η ‘αόρατη’ μειονότητα στην Ελλάδα, oι Σλαβομακεδόνες», άνοιξε ξανά στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της συμφωνίας των Πρεσπών και στη συγκεκριμένη περίπτωση, το ζήτημα των Σλαβομακεδόνων Ελλήνων πολιτών. Σημειώνουμε, ότι ο 92χρονος Σλαβομακεδόνας «κ. Φωκάς», που έδωσε τη συνέντευξη, πουθενά δεν αναφέρεται σε «μειονότητα». Ο όρος είναι του BBC και της συντάκτριας.

Σύσσωμη η πολιτική σκηνή έτρεξε να πάρει θέση. Η  Νέα Δημοκρατία με ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου κάλεσε την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό να βγει άμεσα και να δηλώσει προς πάσα κατεύθυνση τη μη ύπαρξη «μειονότητας». Η κυβέρνηση άμεσα απάντησε ότι μειονότητα δεν υπάρχει, και ότι επιπλέον, με βάση τη δικιά της «διεθνιστική» Συμφωνία αυτό το δέχτηκε και η Βόρεια Μακεδονία. Η κυβέρνηση στην ουσία υπενθύμισε μια πλευρά της Συμφωνίας η οποία θα έπρεπε να είχε παρθεί σοβαρότερα υπόψη από όσους αριστερούς την στήριξαν γιατί έβλεπαν σε αυτή κάποιο διεθνιστικό χαρακτήρα.

Δεν θα περίμενε και κανείς μια διαφορετική στάση από τον Σύριζα και τη Νέα Δημοκρατία . Το θέμα είναι η στάση της Αριστεράς.

Το ΚΚΕ μέσω του Γραφείου Τύπου, αφού αρχικά αναφέρεται ορθά στην συμμαχία της κυβέρνησης όσο και της ΝΔ με τους ιμπεριαλιστές , και ότι μέσω αυτής  σίγουρα δεν προωθείται η ειρήνη στην περιοχή, συνεχίζοντας τη λάθος στάση του πάνω στο μακεδονικό, δέχεται και αυτό την «εθνική θέση»  ότι δεν υπάρχουν  Σλαβομακεδόνες στην Ελλάδα , υπονοώντας ότι πίσω από αυτά τα σενάρια «βρίσκεται ο ιμπεριαλισμός».

Την ίδια προβληματική τοποθέτηση φαίνεται να κρατά και το Αριστερό Ρεύμα της ΛΑΕ που μέσω της ιστοσελίδας του (iskra) μιλάει για «ανύπαρκτη μακεδονική μειονότητα» και «ανύπαρκτους μακεδόνες», καταγγέλλοντας τόσο την κυβέρνηση όσο και τη ΝΔ ότι είναι εθνικά επιζήμιες οι μεταξύ τους κοκορομαχίες.

Προφανώς θα ήταν αφελές να πιστεύαμε ότι το ρεπορτάζ του BBC όσο και αντίστοιχο του ρωσικού δικτύου Σπούτνικ, έγιναν με ειλικρινές ενδιαφέρον και άγχος για τα δικαιώματα των Σλαβομακεδόνων της Ελλάδος. Σίγουρα είναι κομμάτι της πραγματικότητας ότι στο παρελθόν, αλλά και σήμερα, υπαρκτά και ανύπαρκτα μειονοτικά ζητήματα αξιοποιήθηκαν από τον ιμπεριαλισμό, για να εκτελέσει τα σχέδια του.

Αλλά το πρόβλημα θα ήταν μικρότερο αν η τοποθέτηση τόσο του ΚΚΕ όσο και του Αριστερού Ρεύματος αποτελούσε απλά μια κριτική στον τρόπο με τον οποίο οι ιμπεριαλιστές επιχειρούν να αξιοποιήσουν υπαρκτά ή ανύπαρκτα μειονοτικά ζητήματα. Το πρόβλημα είναι ότι και οι δυο κλείνουν τα μάτια σε έναν υπαρκτό αριθμό συμπολιτών μας που μιλάει και μια άλλη γλώσσα, που έχει τα δικά του έθιμα και εντός αυτής ένα κομμάτι του προσδιορίζεται και εθνικά με διαφορετικό τρόπο.

Αν αποδεχτούμε την πραγματικότητα ότι εντός των ελληνικών συνόρων κατοικεί ένας αριθμός συμπολιτών μας με διαφορετικά χαρακτηριστικά, μπορούμε πλέον να περάσουμε  σε αυτό που έπρεπε να είναι η ουσιαστική συζήτηση για την Αριστερά στην Ελλάδα, δηλαδή, τη στάση της απέναντι σε μια υπαρκτή διαφορετική ομάδα.

Δεν χρειάζεται κάποια βαθιά ιστορική γνώση για να δει κάποιος αυτούς τους πληθυσμούς: μια βόλτα σε αρκετά χωριά της Φλώρινας ή της Πέλλας αρκεί για να ακούσει την για χρόνια «απαγορευμένη γλώσσα».

Εδώ, μπορεί κάποιος να πει καλοπροαίρετα ότι ο πληθυσμός όσων προσδιορίζονται ως (Σλαβο)μακεδόνες είναι πολύ μικρός, οπότε με βάση αυτό δεν θα πρέπει να υφίσταται κάποια ιδιαίτερη μεταχείριση αυτού του πληθυσμού. Η πραγματικότητα βέβαια είναι λίγο διαφορετική. Δεν μπορούμε με ακρίβεια να προσδιορίσουμε αυτόν τον αριθμό, καθότι το ελληνικό κράτος δεν διενεργεί ανοιχτές απογραφές. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το «κόμμα» των Ελλήνων Σλαβομακεδόνων, το «Ουράνιο Τόξο» προσεγγίζει τις 4.000 χιλιάδες ψήφους στις εκάστοτε ευρωεκλογές που κατεβαίνει. Σίγουρα οι γλωσσοπολιτισμικά Σλαβομακεδόνες είναι αρκετά περισσότεροι.

Αλλά το πρόβλημα δεν είναι οι αριθμοί. Για παράδειγμα, η εβραϊκή μειονότητα στην Ελλάδα δεν αριθμεί πάνω από 5.500, αλλά καλά κάνει το ελληνικό κράτος και της δίνει το δικαίωμα να έχει δικά της σχολεία και να διδάσκεται τη γλώσσα της.  Η ελληνορθόδοξη μειονότητα της Κωνσταντινούπολης αριθμεί πλέον λιγότερους από 3.000, παρόλα αυτά το τουρκικό κράτος των 80 εκατομμυρίων, της δίνει τη δυνατότητα να διατηρεί τα δικά της σχολεία. Και σωστά διεκδικούνται και περισσότερα δικαιώματα. Αρκεί οι μειονότητες να σέβονται τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το γεγονός ότι π.χ., οι Εβραίοι στη χώρα μας είναι Έλληνες πολίτες και οι ελληνορθόδοξοι στην Τουρκία είναι Τούρκοι πολίτες, σέβονται τα σύνορα και δεν διεκδικούν αλυτρωτισμούς, όπως η ακροδεξιά ΜΑΒΗ στη νότια Αλβανία. Το ίδιο θα έπρεπε να ισχύει και για τους Σλαβομακεδόνες στην Ελλάδα.

Εδώ αναπτύσσεται μια επιχειρηματολογία η οποία δεν παρουσιάζει εντός της μια λογική συνέχεια. Σε γενικές γραμμές,  τα αστικά κόμματα, οι επιστήμονές τους, αλλά και τμήματα της Αριστεράς υποστηρίζουν ότι ανεξάρτητα αν υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, η αναγνώριση των δικαιωμάτων τους ενισχύει ντε φάκτο αντιδραστικά σχέδια για την περιοχή και βοηθάει μελλοντικές κινήσεις του τουρκικού ή του «βορειομακεδονικού» εθνικισμού ή του ιμπεριαλισμού. Όπως έχει αναφερθεί και προηγουμένως, αυτή η άποψη, ενώ βλέπει σχετικά ορθά τον ρόλο και την παρέμβαση του ιμπεριαλισμού στα διάφορα εθνικά ζητήματα, υποτιμά την αναγκαία αλληλεγγύη σε αυτούς τους πληθυσμούς, βοηθώντας έτσι  την ανάπτυξη του εθνικισμού σε αυτές τις ομάδες. Γιατί όσο οι Σλαβομακεδόνες θα είναι «ανύπαρκτοι» και δεν θα έχουν κανένα αναγνωρισμένο νόμιμο δικαίωμα στο  να μιλούν και να μαθαίνουν τη γλώσσα, τους, στο να ασκούν ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς τα έθιμα και τον πολιτισμό τους, θα βρίσκονται συνεχώς υπό μια εθνική, γλωσσική και πολιτισμική καταπίεση. Και όσο υπάρχει αυτή η καταπίεση, όσο δεν αναγνωρίζονται οι ίδιοι και τα δικαιώματά τους, τόσο περισσότερο ευάλωτοι θα είναι στην εθνικιστική προπαγάνδα της αστικής τάξης της Βόρειας  Μακεδονίας, τόσο ευκολότερα θα μπορούν να γίνουν υποχείριο στα σχέδια του ιμπεριαλισμού, των ΗΠΑ ή των Ευρωπαίων, αλλά και της Τουρκίας ή άλλων.

Συνοψίζοντας, όπου η Αριστερά απέναντι στις διάφορες εθνικές ομάδες που καταπιέζονταν κρατούσε μια στάση αλληλεγγύης, κατάφερε να τις πάρει μαζί της, με κλασικό το παράδειγμα του ΚΚΕ και των Σλαβομακεδόνων, τόσο στην περίοδο της κατοχής όσο και στον εμφύλιο. Αντίστροφα μια στάση φοβικότητας στο όνομα της στρατηγικής του ιμπεριαλισμού να αξιοποιεί τις υπαρκτές εθνικές διαφορές, πάρα την πρόθεση να εμποδίσει τα σχέδια του ιμπεριαλισμού, στην ουσία καταλήγει να τα ενισχύει, καθώς όσο διατηρείται η καταπίεση αυτών των πληθυσμών θα είναι πιο εύκολα χειραγωγήσιμοι.

 

Πηγή: kommon.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας