Εργατικός Αγώνας

Η πολιτική Τραμπ και οι στόχοι της

Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής.

Οι συζητήσεις σχετικά με την πολιτική που ο Τραμπ θα ακολουθήσει ήταν και είναι στην ημερήσια διάταξη στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο. Πλήθος είναι οι ερμηνείες που δίνονται και μαζί οι φόβοι και οι αντιδράσεις από κράτη που στοχοποιούνται από τον αμερικανό πρόεδρο, όπως επίσης και η πλατιά υποστήριξη που βρίσκει στις ίδιες της ΗΠΑ και διεθνώς.

Πριν την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του αμερικανού προέδρου διαδεδομένη ήταν η άποψη ότι τα μέτρα που είχε ανακοινώσει δεν επρόκειτο να τα εφαρμόσει. Απλά ήταν το όχημα για να κερδίσει τις εκλογές και δεν θα τα εφάρμοζε, τουλάχιστον τα περισσότερα και πιο ακραία. Η ζωή έδειξε ότι δεν είναι έτσι. Ο αμερικανός Πρόεδρος υλοποιεί όλες τις εξαγγελίες του, μερικές εκ των οποίων είναι ακραία ρατσιστικές και εθνικιστικές, ή φαίνεται από πρώτη άποψη να είναι αντίθετες στους οικονομικούς νόμους του καπιταλισμού.

Η εφαρμογή των εξαγγελιών του αμερικανού προέδρου δεν αποτελεί έκπληξη. Η πολιτική δεν είναι εγκεφαλικό κατασκεύασμα ενός ανθρώπου, έτσι το συνέβαλε, έτσι το επεξεργάστηκε και το εφαρμόζει. Η πολιτική, ιδιαίτερα όταν συσπειρώνει και κινητοποιεί εκατομμύρια ανθρώπους, απηχεί συμφέροντα τάξεων ή τμημάτων τάξεων και μεγάλων κοινωνικών ομάδων. Μόνο σ’ αυτή τη βάση ξεφεύγει από το χαρακτήρα της ατομικής σύλληψης και αγκαλιάζει ευρύτερο κόσμο, και στην περίπτωση του αμερικανού προέδρου έχει πλατύτερη υποστήριξη. Το μέτρο για την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ υπηκόων 7 μουσουλμανικών χωρών, μπορεί να είναι ανατριχιαστικά ρατσιστικό, όμως οι δημοσκοπήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες φέρνουν την πλειοψηφία του Αμερικάνικου λαού να το υποστηρίζει.

Αν είναι έτσι τα πράγματα τίθεται το ερώτημα ποια συμφέρονται εκφράζει η πολιτική αυτή μέσα στην αμερικάνικη κοινωνία. Κατ’ αρχήν να τονίσουμε ότι πρόκειται για κυβέρνηση που συγκροτείται από δισεκατομμυριούχους που ηγούνταν τεράστιων πολυεθνικών και κατέλαβαν τα πιο κρίσιμα υπουργεία. Άρα εκφράζει τα συμφέροντα των πολυεθνικών ή ενός πολύ σημαντικού τμήματός τους. Είναι άλλο θέμα αν η πολιτική αυτή βρίσκει υποστήριξη σε ευρύτερα τμήματα της αμερικάνικης κοινωνίας που θεωρούν ότι στα πλαίσια αυτής της πολιτικής βρίσκεται η ικανοποίηση των δικών τους προσδοκιών.

Από την θέση που προεκλογικά πήραν τα διάφορα τμήματα του κεφαλαίου στις ΗΠΑ συνάγεται το συμπέρασμα ότι η Γουόλ Στριτ και το χρηματιστικό κεφάλαιο, οι πολυεθνικές που έχουν έντονα διεθνοποιημένη δράση και κυρίως αυτές που έχουν την παραγωγή τους σε χώρες του εξωτερικού υποστήριξαν την Χίλαρυ Κλίντον. Αντίθετα τον Τράμπ υποστήριξαν ισχυρά τμήματα του μονοπωλιακού κεφαλαίου που παράγουν και δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ ή έχουν μικρότερη διεθνή παρουσία.

Θα ήταν λάθος να νομίσει κανείς ότι ο Τραμπ είναι εναντίον της διεθνοποίησης (παγκοσμιοποίησης) του κεφαλαίου. Δεν συμβαίνει αυτό. Ο Τραμπ δεν θέλει να καταστρέψει την διεθνοποίηση του κεφαλαίου και να περιορίσει το αμερικάνικο κεφάλαιο στα όρια των ΗΠΑ. Ξέρει πολύ καλά ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει και δεν συμφέρει επουδενί τις αμερικάνικες πολυεθνικές.

Να δώσουμε ένα παράδειγμα. Πλήθος αμερικανικές πολυεθνικές δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό. Έχουν την έδρα τους συνήθως στις ΗΠΑ, εκεί μελετούν, σχεδιάζουν και ελέγχουν το σύνολο των προϊόντων τους, ιδιαίτερα τα τεχνολογικά αναπτυγμένα, αλλά η παραγωγή γίνεται σε χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής και χαμηλή φορολογία. Τέτοιες είναι οι αυτοκινητοβιομηχανίες, οι μεγάλες πολυεθνικές της πληροφορικής κ.λπ. Παράλληλα λειτουργούν θυγατρικές εταιρείες σε φορολογικούς παράδεισους και μέσω αυτών πληρώνουν ελάχιστους φόρους. Το αποτέλεσμα είναι το κόστος παραγωγής τους να είναι ιδιαίτερα χαμηλό και η φορολογία ελάχιστη και κατά συνέπεια το ποσοστό κέρδους να αυξάνει κατακόρυφα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το iphone της Αpple που το ποσοστό κέρδους της από το iphone φτάνει στο 40% όταν οι ανταγωνίστριες εταιρείες έχουν ποσοστό κέρδους 10-15%. Το παράδειγμα είναι ενδεικτικό του τρόπου που λειτουργεί η διεθνοποιημένη οικονομία σήμερα και συμπυκνώνει το σύνολο των παραγωγικών, οικονομικών και γενικότερα των κοινωνικών σχέσεων στον καπιταλισμό της εποχής μας.

Μπορεί κανείς να ισχυριστεί σοβαρά ότι ο Τραμπ μπορεί να αναγκάσει την Apple, ή τις αμερικάνικες αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν τα εργοστάσιά τους στο εξωτερικό ή χιλιάδες άλλες επιχειρήσεις που λειτουργούν κατά παρόμοιο τρόπο να μεταφέρουν στις ΗΠΑ την παραγωγή τους και να πάψουν να έχουν θυγατρικές σε φορολογικούς παράδεισους; Αυτό θα σήμαινε εκτίναξη του κόστους παραγωγής και της φορολογίας τους και ελαχιστοποίηση των κερδών τους και σε τελική ανάλυση απώλεια μεγάλου μέρους της αγοράς υπέρ των ανταγωνιστών τους.

Αν σε προηγούμενες περιόδους υπήρχε κάποια δυνατότητα περιορισμού της διεθνοποίησης της οικονομίας και του εμπορίου, σήμερα αυτό είναι εξαιρετικά δυσκολότερο, σχεδόν αδύνατο, για το λόγο ότι η διεθνοποίηση της οικονομίας δεν είναι αποτέλεσμα πολιτικών αποφάσεων κάποιων ηγεσιών, αλλά οικονομική αναγκαιότητα της καπιταλιστική οικονομίας, είναι οικονομικός νόμος.

Ο Τραμπ δεν επιδιώκει να σταματήσει την διεθνοποίηση αλλά να τροποποιήσει τους όρους που αυτή αναπτύσσεται, αυξάνοντας το μερίδιο και τα οφέλη για τις αμερικάνικες πολυεθνικές. Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε υποχώρηση όσον αφορά την ηγεμονική παρουσία τους στον κόσμο. Αμφισβητείται αυτή από αρκετές χώρες παλιές μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις ή ανερχόμενες. Την Κίνα και την Γερμανία έβαλε κυρίως ο αμερικάνος πρόεδρος στο στόχαστρο επιδιώκοντας να επαναδιαπραγματευθεί την συμφωνία με τις χώρες του Ειρηνικού (TTP), να βελτιώσει υπέρ των ΗΠΑ τους όρους της συζητούμενης συμφωνίας με την Ευρώπη (TTΙP) και την ΝΑFΤΑ με Καναδά και Μεξικό.

Στα πλαίσια αυτά επιδιώκει να προωθήσει ως άμεση ανάγκη μια ορισμένη ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής στις ΗΠΑ και των υποδομών που χρονολογούνται οι περισσότερες από την εποχή του Ρούσβελτ και τις οποίες έχει απόλυτη ανάγκη ο αμερικάνικος καπιταλισμός, ενώ τα μέτρα αυτά συγκινούν και συσπειρώνουν ευρύτερα τμήματα της εργατικής τάξης που πλήττονται από την ανεργία και τη ανέχεια.

Ένας δεύτερος σημαντικός στόχος, ενδεχομένως ο σημαντικότερος, είναι η υποτίμηση της εργατικής δύναμης των αμερικανών, χαμηλότεροι μισθοί, πιο υποβαθμισμένη ασφάλιση, παροχές και δικαιώματα, υποβάθμιση ακόμη περισσότερο του υγειονομικού συστήματος καταργώντας και αυτό το εντελώς ανεπαρκές υγειονομικό σύστημα που δημιούργησε ο Ομπάμα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι επιδιώκει να μεξικανοποιήσει την αγορά εργασίας των ΗΠΑ προς όφελος του κεφαλαίου.

Οι σοβαρές αρρυθμίες και τα προβλήματα δεν χαρακτηρίζουν μόνο τον αμερικάνικο καπιταλισμό. Στον ένα ή τον άλλο βαθμό τα κύρια καπιταλιστικά κέντρα αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα και αναζητούν τρόπους να τα αντιμετωπίσουν. Τα μέτρα που προωθεί ο αμερικανός Πρόεδρος θα οξύνουν στο έπακρο τις αντιθέσεις, θα οδηγήσουν σε συγκρούσεις και σε μεγαλύτερες ή μικρότερες αναφλέξεις. Όσα συμβαίνουν στην Μέση Ανατολή, η ένταση στην ανατολική Μεσόγειο, οι αντιπαραθέσεις για τους φυσικούς πόρους στην Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή ακριβώς αυτήν την όξυνση των αντιθέσεων εκφράζουν.

Τα μέχρι τώρα δείγματα της πολιτικής Τραμπ, πέραν των άλλων συνιστούν μια μεγάλη στροφή στην αντίδραση, στον ρατσισμό, τον εθνικισμό και την υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής, στροφή σε αντιδραστικές μεθόδους. Αυτή είναι φυσικά τάση που αναπτύσσεται σε ολόκληρο την καπιταλιστικό κόσμο στην φάση του ιμπεριαλισμού, έχουμε αυξανόμενη στροφή στην αντίδραση ως αποτέλεσμα της μεγάλης όξυνσης των αντιθέσεων του, της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης όχι μόνο της εργατικής τάξης αλλά και των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων. Μ’ αυτήν την έννοια η πολιτική Τραμπ είναι ιστορικά μεγάλη στροφή προς τα πίσω δεν είναι όμως μη αναμενόμενη.

Στις μεγάλες αντιθέσεις που διαπερνούν σήμερα τις καπιταλιστικές κοινωνίες το κεφάλαιο δεν μπορεί να δώσει λύση. Λύση θα δώσει η εργατική εξουσία, η ριζική αλλαγή των σχέσεων παραγωγής και του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων, η σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας