Εργατικός Αγώνας

Το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ομπάμα στην Βενεζουέλα

του Thierry Meyssan (*)

O Πρόεδρος Ομπάμα είχε προειδοποιήσει. Στο νέο αμυντικό του δόγμα (Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας), έγραψε: «Συμπαραστεκόμαστε στους πολίτες των οποίων η πλήρης άσκηση της δημοκρατίας βρίσκεται σε κίνδυνο, όπως (συμβαίνει) στους Βενεζουελάνους». Ωστόσο, η Βενεζουέλα, μετά την έγκριση του συντάγματος του 1999, είναι μία από τις πιο δημοκρατικές χώρες στον κόσμο. Αυτή η φράση προανήγγειλε το χειρότερο για να την αποτρέψει να συνεχίσει την πορεία της προς την ανεξαρτησία και την αναδιανομή του πλούτου.
Ήταν 6 Φεβρουαρίου, 2015. Η Ουάσιγκτον είχε ολοκληρώσει την ανάπτυξη του σχεδίου για την ανατροπή των δημοκρατικών θεσμών της Βενεζουέλας. Το πραξικόπημα είχε προγραμματιστεί για τις 12 του Φεβρουαρίου.

Η «Επιχείρηση Ιεριχώ» οργανώθηκε από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (NSC), υπό την εποπτεία του Ρικάρντο Σουνίγκα. Αυτός ο «διπλωμάτης» είναι ο εγγονός του ομώνυμου προέδρου του Εθνικού Κόμματος της Ονδούρας ο οποίος οργάνωσε τα πραξικοπήματα του 1963 και του 1972 για λογαριασμό του στρατηγού Λόπες Αρεγιάνο. Διηύθυνε το σταθμό της CIA στην Αβάνα (2009-2011), όπου στρατολόγησε και χρηματοδότησε πράκτορες για να σχηματίσουν αντιπολίτευση στον Φιντέλ Κάστρο, ενώ γινόταν διαπραγματεύσεις για την επανάληψη των διπλωματικών σχέσεων με την Κούβα (η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε το 2014).
Όπως συμβαίνει πάντα σε αυτό το είδος των επιχειρήσεων, η Ουάσιγκτον προσέχει να μην φαίνεται ότι συμμετέχει στα γεγονότα που η ίδια καθοδηγεί. Η CIA λειτούργησε μέσα από δήθεν μη κυβερνητικές οργανώσεις οργανώνοντας τους ηγέτες του πραξικοπήματος: το Εθνικό Κληροδότημα για τη Δημοκρατία και δύο παρακλάδια του από τα δεξιά (το Διεθνές Ρεπουμπλικανικό Ινστιτούτο) κι από τα αριστερά (το Εθνικό Δημοκρατικό Ινστιτούτο), τον Οίκο της Ελευθερίας και το Διεθνές Κέντρο Για Το Μη Κερδοσκοπικό Δίκαιο. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες πάντα αναζητούν συμμάχους και τους αναθέτουν ρόλο στα πραξικοπήματα. Στην περίπτωση αυτή, (ανέθεσαν) τουλάχιστον στη Γερμανία (την ευθύνη για την προστασία των υπηκόων του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος), τον Καναδά (την ευθύνη για τον έλεγχο του διεθνούς πολιτικού αερολιμένα του Καράκας), στο Ισραήλ (την ευθύνη για την δολοφονία στελεχών του Τσάβες) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (επικεφαλής της προπαγάνδας υπέρ του πραξικοπήματος). Τέλος, κινητοποιήσαν το δίκτυο των πολιτικών φίλων τους να είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν το πραξικόπημα: στην Ουάσιγκτον τον γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο, τον πρώην πρόεδρο της Χιλής, Σεμπαστιάν Πινιέρα, στην Κολομβία τους πρώην προέδρους Άλβαρο Ουρίμπε και Αντρές Παστράνα, στο Μεξικό τους πρώην προέδρους Φελίπε Καλντερόν και Βισέντε Φοξ, στην Ισπανία ο πρώην πρόεδρος της κυβέρνησης Χοσέ Μαρία Αθνάρ.
Για να δικαιολογήσει το πραξικόπημα, ο Λευκός Οίκος είχε ενθαρρύνει μεγάλες εταιρείες της Βενεζουέλας να αποθηκεύουν τα βασικά αγαθά αντί να τα διανέμουν. Η ιδέα ήταν να προκληθούν ουρές στα καταστήματα, και να διεισδύσουν μέσα στα πλήθη για να προκαλέσουν ταραχές. Στην πραγματικότητα, αν και υπήρξαν προβλήματα εφοδιασμού, τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο και ουρές μπροστά από καταστήματα, ποτέ οι Βενεζουελάνοι δεν έκαναν επιθέσεις σε καταστήματα.
Για να ενισχύσει την οικονομική δράση του, στις 18 Δεκεμβρίου του 2014, ο Πρόεδρος Ομπάμα υπέγραψε νόμο για την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Βενεζουέλας και αρκετών από τους ηγέτες της. Επισήμως, αυτό έγινε για να τιμωρηθούν τα άτομα που είχαν καταστείλει φοιτητικές διαδηλώσεις. Στην πραγματικότητα, από την αρχή του έτους, η Ουάσιγκτον πληρώνει τετραπλάσιο μισθό από το μέσο εισόδημα σε συμμορίες για να επιτίθενται στην αστυνομία. Οι ψευτοφοιτητές είχαν έτσι σκοτώσει 43 άτομα μέσα σε λίγους μήνες και έσπειραν τον τρόμο στους δρόμους της πρωτεύουσας.
Η στρατιωτική δράση εποπτευόταν από τον στρατηγό Τόμας Γκίρι, από τη SOUTHCOM[1] στο Μαϊάμι, και τη Ρεμπέκα Τσάβες από το Πεντάγωνο, και ανατέθηκε σε ιδιωτικό στρατό, την Academi (πρώην Blackwater)[2]: μια εταιρεία που σήμερα διοικείται από το ναύαρχο Μπόμπι Ίνμαν (πρώην επικεφαλής της NSA) και τον Τζον Άσκροφτ (πρώην υπουργό Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Μπους). Ένα Super Tucano[3], καταχωρημένο με τα στοιχεία N314TG, που αγοράστηκε από την εταιρεία Virginia το 2008 για να δολοφονήσει τον Ραούλ Ρέγιες, τον άνθρωπο νούμερο 2 των FARC[4] της Κολομβίας, μεταμφιέστηκε σε αεροπλάνο του στρατού της Βενεζουέλας. Επρόκειτο να βομβαρδίσει το προεδρικό μέγαρο Miraflores και άλλους στόχους από μια προκαθορισμένη δωδεκάδα, συμπεριλαμβανομένου του υπουργείου Άμυνας, την υπηρεσία πληροφοριών της ALBA[5], το τηλεοπτικό κανάλι Telesur. Το αεροπλάνο, που στάθμευε στην Κολομβία, το επιχειρησιακό στρατηγείο της «Ιεριχούς» είχε εγκατασταθεί στην αμερικανική πρεσβεία στη Μπογκοτά, με τη συμμετοχή του πρέσβη Κέβιν Γουίτακερ και του αναπληρωτή του Μπένζαμιν Ζιφφ.

 


Ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί, εν ενεργεία ή απόστρατοι, είχαν γράψει από πριν ένα μήνυμα προς το έθνος με το οποίο ανακοίνωναν την κατάληψη της εξουσίας, προκειμένου να αποκατασταθεί η τάξη. Είχαν προγραμματίσει να εγγραφούν στο μεταβατικό σχέδιο που δημοσιεύθηκε στις 12 Φεβρουαρίου το πρωί από την El Nacional[6]και συντάχθηκε από το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Θα σχηματιζόταν νέα κυβέρνηση με επικεφαλής την πρώην βουλευτή, Μαρία Κορίνα Ματσάδο.

Η Μαρία Κορίνα Ματσάδο ήταν η πρόεδρος του Súmate, της ένωσης που οργάνωσε και έχασε το δημοψήφισμα εναντίον του Ούγκο Τσάβες Φρίας, το 2004, με χρήματα από το Εθνικό Κληροδότημα για τη Δημοκρατία (NED) και τις γαλλικές διαφημιστικές εταιρίες του Ζακ Σεγκελά. Παρά την ήττα της, έγινε δεκτή με τιμές από τον Πρόεδρο Τζωρτζ Μπους στο Οβάλ Γραφείο, στις 31 Μαΐου του 2005. Εξελέγη αντιπρόσωπος της πολιτείας Μιράντα το 2011, εμφανίστηκε ξαφνικά στις 21 Μαρτίου 2014 ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Παναμά στον Οργανισμό του Αμερικανικών Κρατών (ΟΑΚ). Απαλλάχθηκε αμέσως από τα καθήκοντά της ως μέλους για παράβαση των άρθρων 149 και 191 του Συντάγματος.
Για τη διευκόλυνση του συντονισμού του πραξικοπήματος, η Μαρία Κορίνα Ματσάδο διοργάνωσε συμπόσιο στο Καράκας στις 26 Ιανουαρίου, «Η Δύναμη του Πολίτη και της Δημοκρατίας σήμερα», στο οποίο συμμετείχαν πολλές προσωπικότητες από τη Βενεζουέλα και το εξωτερικό.

Ατυχώς, η Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών της Βενεζουέλας παρακολούθησε αυτές τις προσωπικότητες έχοντας την υποψία ότι συμμετείχαν σε παλαιότερη συνωμοσία για τη δολοφονία του προέδρου Μαδούρο. Τον περασμένο Μάιο, ο εισαγγελέας του Καράκας είχε κατηγορήσει τη Μαρία Κορίνα Ματσάδο, τον Ενρίκε Σάλας Ρόμερ, κυβερνήτη, τον πρώην διπλωμάτη Ντιέγκο Αρία, τον δικηγόρο Γκουστάβο Τάρρε Μπιρτσένιο, τον τραπεζίτη Ελίχιο Σεδένιο και τον επιχειρηματία Πέδρο Μπουρέλι, αλλά αυτοί αμφισβήτησαν τα μηνύματα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υποστηρίζοντας ότι είχαν παραποιηθεί από τη Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών. Φυσικά, ήταν όλοι συνεργάτες.

Με την παρακολούθηση αυτών των συνωμοτών, η Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών ανακάλυψε την «Επιχείρηση Ιεριχώ». Την νύχτα της 11ης Φεβρουαρίου, συνελήφθησαν οι βασικοί ηγέτες της συνομωσίας και ένας πράκτορας της Μοσάντ και ενισχύθηκε η ασφάλεια των αερομεταφορών. Άλλοι συνελήφθησαν στις 12 Φεβρουαρίου. Στις 20 Φεβρουαρίου, ομολογίες τους επέτρεψαν τη σύλληψη ενός συνεργού, του δημάρχου του Καράκας, Αντόνιο Λεντέσμα.

Ο πρόεδρος Νίκολας Μαδούρο εμφανίστηκε αμέσως στην τηλεόραση για να καταγγείλει τους συνωμότες. Εν τω μεταξύ, στην Ουάσιγκτον, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αστειευόταν με τους δημοσιογράφους που θυμήθηκαν το πραξικόπημα στην Ονδούρα που διοργανώθηκε από τον Ομπάμα το 2009 -για τη Λατινική Αμερική- ή, πιο πρόσφατα, την απόπειρα πραξικοπήματος στη Μακεδονία (ΠΓΔΜ), τον Ιανουάριο του 2015 -για το υπόλοιπο του κόσμο-, δηλώνοντας: «Αυτές οι κατηγορίες, όπως και όλες οι προηγούμενες, είναι γελοίες. Είναι ένα θέμα μακρόχρονης πολιτικής: οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν υποστηρίζουν πολιτικές αλλαγές με αντισυνταγματικά μέσα. Οι πολιτικές αλλαγές πρέπει να είναι δημοκρατικές, συνταγματικές, ειρηνικές και νόμιμες. Έχουμε επανειλημμένα παρατηρήσει ότι η κυβέρνηση της Βενεζουέλας προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή από τις δικές της ενέργειες, κατηγορώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες ή άλλα μέλη της διεθνούς κοινότητας επιρρίπτοντας την ευθύνη για τα γεγονότα στη Βενεζουέλα. Οι προσπάθειες αυτές αντικατοπτρίζουν την έλλειψη σοβαρότητας από την πλευρά της κυβέρνησης της Βενεζουέλας για να ανταπεξέλθει στη σοβαρή κατάσταση που αντιμετωπίζει».
Για τους Βενεζουελάνους το αποτυχημένο πραξικόπημα θέτει μια σοβαρή ερώτηση: πώς κρατάμε ζωντανή τη δημοκρατία, αν οι κύριοι ηγέτες της αντιπολίτευσης είναι στη φυλακή για τα εγκλήματα που ήταν έτοιμοι να διαπράξουν εναντίον της δημοκρατίας;
Για εκείνους που πιστεύουν, λανθασμένα, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αλλάξει, ότι δεν είναι πλέον μια ιμπεριαλιστική δύναμη και ότι τώρα υπερασπίζονται τη δημοκρατία στον κόσμο, η «Επιχείρηση Ιεριχώ» προσφέρει ατελείωτη τροφή για σκέψη.

 

Πηγή: voltairenet.org

Μετάφραση – επιμέλεια: Παναγιώτης Ζαβουδάκης

 

(*) Ο Thierry Meyssan είναι Γάλλος δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής.
Είναι συγγραφέας ερευνών σχετικά με την ακροδεξιά (ιδιαίτερα για την Πολιτοφυλακή του Εθνικού Μετώπου) οι οποίες αποτελούν αντικείμενο κοινοβουλευτικής έρευνας και προκάλεσαν το διαχωρισμό από την άκρα δεξιά, καθώς και με την Καθολική εκκλησία (για παράδειγμα το Opus Dei).

Είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Voltaire Network. Το βιβλίο του «9/11: Το μεγάλο ψέμα (L’Effroyable impostureαμφισβητεί την επίσημη εκδοχή περί τρομοκρατικών επιθέσεων στα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.

 


[1] SOUTHCOM (US Southern Command): Διοίκηση Νοτίων Περιοχών: Περιλαμβάνει 31 χώρες και 15 περιοχές «ειδικής κυριαρχίας» σε όλη τη Λατινική Αμερική.

[2] Η Academi είναι μια ιδιωτική αμερικανική εταιρία παροχής υπηρεσιών Ασφαλείας, που ιδρύθηκε το 1997 από τον Έρικ Πρινς. Παλαιότερα ήταν γνωστή ως Blackwater. Αργότερα η εταιρεία μετονομάστηκε σε Xe Services το 2009, και τελικά Academi το 2011.Σύμφωνα με δημοσίευμα του Spiegel η εταιρεία είναι εξουσιοδοτημένη από τη CIA για τη δολοφονία πολιτικών και στρατιωτικών αντιπάλων των ΗΠΑ και ενδεχομένως τη μεταφορά τους στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο μέσω θυγατρικών εταιρειών.

Η εταιρεία ήρθε στο προσκήνιο το 2007, όταν μια ομάδα υπαλλήλων της σκότωσε 17 Ιρακινούς πολίτες και τραυμάτισε άλλους 20 στην πλατεία Νισούρ, στη Βαγδάτη το Σεπτέμβριο του 2007.

Η Academi συνεχίζει να παρέχει υπηρεσίες ασφαλείας στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, βάσει συμβολαίου. Η κυβέρνηση Ομπάμα έχει υπογράψει σύμβαση με την Academi για την παροχή υπηρεσιών προς τη CIA για 250.000.000 δολάρια. Το 2013, η θυγατρική της Academi η International Development Solutions υπέγραψε σύμβαση 92 εκατομμυρίων δολαρίων για την φύλαξη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Το 2014, η εταιρεία έγινε τμήμα της Constellis Holdings μαζί με την Triple Canopy, καθώς και άλλες εταιρείες ασφαλείας που ήταν μέρος του ομίλου Constellis, ως αποτέλεσμα εξαγοράς της.

[3] Super Tucano: τύπος πολεμικού αεροσκάφους

[4] FARC (Fuerzas Armadas Revolucionarias de Colombia): Ένοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας

[5] Η ALBA (Alianza Bolivariana para los Pueblos de Nuestra América) δηλαδή η «Μπολιβαριανή Συμμαχία για τους Λαούς της Αμερικής μας» είναι ένας διακυβερνητικός οργανισμός που βασίζεται στην ιδέα της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ολοκλήρωσης των χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής . Το όνομα «Μπολιβαριανή» παραπέμπει στον Σιμόν Μπολιβάρ   που οραματιζόταν τους λαούς της Ισπανικής Αμερικής να ενώνονται σε ένα ενιαίο «μεγάλο έθνος». Η ALBA Ιδρύθηκε αρχικά από την Κούβα και τη Βενεζουέλα το 2004. Οι έντεκα χώρες μέλη της (Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, Βολιβία, Κούβα, Άγιος Δομίνικος, Εκουαδόρ, Γρενάδα, Νικαράγουα, Άγιος Χριστόφορος και Νέβις, Αγία Λουκία, Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες και η Βενεζουέλα) μπορούν να διεξάγουν εμπόριο με τη χρήση ενός εικονικού περιφερειακού νομίσματος γνωστού ως SUCRE .

[6] Η El National: είναι εφημερίδα της αντιπολίτευσης. Ο εκδότης και ιδιοκτήτης της Miguel Henrique Otero είναι ο ιδρυτής του Movimiento 2D που υποστήριξε τον εκλογικό συνασπισμό της αντιπολίτευσης «Mesa de la Unidad Democrática» στις βουλευτικές εκλογές του 2010

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας