Εργατικός Αγώνας

Για την τάξη που «είναι δουλεύτρα και δεν έχει κανέναν ανάγκη…»

Γράφει η Δώρα Μόσχου.

Η Εργατική Πρωτομαγιά, η ημέρα που αφιερώθηκε στους αγώνες, στις θυσίες και στα οράματα της εργατικής τάξης, μετά την εξέγερση των εργατών του Σικάγου στα 1886, συμπυκνώνει την οφειλόμενη απόδοση τιμής στον άμεσο παραγωγό ανά τους αιώνες: από το «ομιλούν εργαλείον» της δουλοκτητικής αρχαιότητας, το δούλο που δεν είχε καμμιά προσωπική ελευθερία και καμμιά υπόσταση ως ανθρώπινη και νομική οντότητα∙ από τον πραγματικό μεγάλο εσταυρωμένο, το Σπάρτακο, και τους 3.000 συντρόφους του που οι σταυροί τους «κόσμησαν» ένθεν και ένθεν την Αππία Οδό∙ στο δουλοπάροικο του Μεσαίωνα, τις «χιλιάδες ψυχές που ζήσαν σκοτεινά, ποτίζοντας με τον ίδρο τους μια γη που δεν ήταν δική τους»∙ μέχρι το μισθωτό σκλάβο της εποχής του καπιταλισμού, αυτόν που η ιστορική αποστολή της τάξης του είναι να καταλύσει όλες τις ταξικές αντιθέσεις και να οδηγήσει τον άνθρωπο από την προϊστορία στην πραγματική ιστορία.

                Η εργατική τάξη γεννιέται σαν «τάξη καθεαυτή» ήδη από το 13ο με 14ο αιώνα, όταν η αποσύνθεση των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής στην ύπαιθρο και η διάλυση του συντεχνιακού συστήματος στις πόλεις (κυρίως της Βόρειας Ιταλίας) διαμορφώνει ένα νέο τύπο άμεσου παραγωγού, χωρίς εξωοικονομικούς καταναγκασμούς, αλλά και χωρίς άλλη περιουσία εκτός από τα χέρια και το μυαλό του. Στην πραγματικότητα, αυτό που διαμορφώνεται στην πρώιμη Αναγέννηση, είναι το πρόπλασμα της τάξης: μαζί του, γεννιούνται και τα πρώτα αγωνιστικά σκιρτήματα, τα πρώτα σπέρματα διεκδίκησης μιας καλύτερης ζωής. Η πόλη του Δάντη, η Φλωρεντία, «Παράδεισος» για τους αστούς, «Καθαρτήριο» και «Κόλαση» για τους εργάτες και τους τεχνίτες, θα γίνει το θέατρο του πρώτου εργατικού συλλαλητήριου της Ιστορίας, το 1343: το οργάνωσαν οι ciompi, οι ξάντες του μαλλιού. Στην ίδια πόλη, ένας ξάντης, ο CiutoBrandini, θα ιδρύσει, δυο χρόνια μετά, το πρώτο εργατικό συνδικάτο, ενώ το 1378, πάλι οι ξάντες του μαλλιού θα οργανώσουν την πρώτη μεγάλη εργατική εξέγερση της Ιστορίας, μια εξέγερση που συντρίφτηκε από τις συνασπισμένες στρατιωτικές δυνάμεις αστών και φεουδαρχών.

                Το 17ο αιώνα, οι «νόμοι των περιφράξεων», όπλο στα χέρια της αγγλικής αστικής τάξης, ξεριζώνουν από τα χωράφια τους τους ελεύθερους αγρότες και τους ρίχνουν στις πόλεις, στα εργοστάσια των αστών, για να δουλέψουν και να ζήσουν κάτω από άθλιες συνθήκες. Οι συνθήκες αυτές γίνονται ακόμα πιο δυσβάσταχτες, καθώς συμπληρώνονται από ένα σκληρότατο νομοθετικό πλαίσιο που απαγορεύει στον εργάτη να εγκαταλείψει και το εργοστάσιο και την πόλη.

                Η εργατική τάξη, το προλεταριάτο, ακόμα ολιγάριθμη και χωρίς δική της συνείδηση, θα κερδίσει αγωνιστική εμπειρία, συμμετέχοντας, κάτω από ξένη σημαία, στους αγώνες που δίνουν ενάντια στη φεουδαρχία οι αστοί: στη μεγάλη Γαλλική Επανάσταση, οι εργάτες είναι εκεί, στοιχισμένοι πίσω από τα πιο ριζοσπαστικά στρώματα, τους μικροτεχνίτες και τους μικρέμπορους του Παρισιού, αυτούς που εκφράστηκαν πολιτικά μέσα από τη Λέσχη των Γιακωβίνων και το μεγάλο Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο. Το κόκκινο χρώμα της τρίχρωμης σημαίας, της tricolore της Επανάστασης, είναι το δικό τους χρώμα: δεν είναι όμως ακόμα η δικιά τους ώρα.

                Λίγα χρόνια αργότερα, η παρουσία της εργατικής τάξης, και πάλι όμως κάτω από ξένη σημαία, θα είναι μαζική και διακριτή στις μεγάλες επαναστάσεις του 1830 με 1832, όταν η αστική τάξη θα σαρώσει τα τελευταία φεουδαρχικά κατάλοιπα στην Ευρώπη. Έχοντας πια κατακτήσει την πείρα και την τεχνική του οδοφράγματος, το προλεταριάτο μαζικοποιείται με τη Βιομηχανική Επανάσταση∙ το σημαντικότερο: ο Μαρξ και ο Ένγκελς της «χαρίζουν» συγκροτημένη, επιστημονική ιδεολογία και πολιτικό υποκείμενο, Κόμμα. Έτσι, η εργατική τάξη γίνεται πια «τάξη για τον εαυτό της» και αρχίζει να διεκδικεί όχι μόνο καλύτερες συνθήκες ζωής και δουλειάς, αλλά και ολόκληρο τον κόσμο.

                Μεγάλη στιγμή σ` αυτήν την πορεία του προλετάριου προς την απελευθέρωση, τη δική του και όλων των καταπιεσμένων, είναι η «έφοδος στον ουρανό», η πρώτη εργατική κυβέρνηση της Ιστορίας, η Κομμούνα του Παρισιού, το Μάη (πάλι!) του 1871. Και ανάμεσα στις πιο ακριβές μνήμες και παρακαταθήκες της, βρίσκεται η θυσία των εργατών του Σικάγου, το 1886 – όπως και εκείνη των εργατριών της Νέας Υόρκης, στις 8 Μάρτη του 1857.

                Στον 20ο αιώνα, η εργατική τάξη γνώρισε συγκλονιστικές στιγμές: η Μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση δημιούργησε το πρώτο εργατικό κράτος στον πλανήτη∙ η παρουσία της Σοβιετικής Ένωσης υπήρξε, για περισσότερο από 70 χρόνια, καταλυτική τόσο για τη διεθνή ισορροπία δυνάμεων και την παγκόσμια ειρήνη, όσο και για την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και τις εργατικές κατακτήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος έδωσε, με τη σειρά του, ένα μεγάλο μάθημα στην ανθρωπότητα: απέδειξε τί μπορεί να καταφέρει η εργατική τάξη (με επικεφαλής το Κόμμα της) όταν υψωθεί σε ηγέτιδα δύναμη του έθνους. Οι κομμουνιστές πολιτικοί εκπρόσωποι του προλεταριάτου, τέθηκαν επικεφαλής του εθνικοαπελευθερωτικού – αντιφασιστικού αγώνα στις χώρες τους και λύτρωσαν την ανθρωπότητα από το φασισμό και το ναζισμό.

                Δεν είναι εύκολα σήμερα τα πράγματα για την εργατική τάξη. Έχουμε πια πίσω μας τις δραματικές ανατροπές της δεκαετίας του `90∙ την οικονομική κρίση, ,την κατάργηση των εργατικών κατακτήσεων, την εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων∙ την όξυνση της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού∙ την τεράστια κρίση του κομμουνιστικού κινήματος – το προλεταριάτο, σε όλο τον κόσμο και σε κάθε χώρα χωριστά, παραμένει χωρίς το φυσικό του καθοδηγητή. Στην πατρίδα μας, όλα αυτά τα φαινόμενα παρουσιάζονται με την οξύτητα που συνεπάγεται το βάθος και οι πολιτικές διαχείρισης της κρίσης από την πλευρά της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού, αλλά και το βάθεμα της εξάρτησης από τον αμερικάνικο και τον ευρωενωσιακό – κυρίως γερμανικό – ιμπεριαλισμό. Κατακτήσεις κερδισμένες μέσα στο χρόνο με το αίμα των προλετάριων και των κομμουνιστών χάνονται εν μια νυκτί … Το πραγματικά και ιστορικά τιμημένο κόμμα της ελληνικής εργατικής τάξης μεταλλάσσεται σε ένα μη αναγνωρίσμο μόρφωμα, μακριά από τις αρχές του μαρξισμού – λενινισμού …

                Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι τραγικά επίκαιρα τα λόγια ενός αστού – που όμως δεν ήταν αδιάφορος απέναντι στα βάσανα και τις περιπέτειες του λαού μας – του Γιώργου Σεφέρη: «Στα σκοτεινά πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε». Όμως, πίσω και πέρα από το σκοτάδι, υπάρχει η ανθρώπινη ανάγκη που γεννά την Ιστορία αλλά και η ίδια η Ιστορία με τις νομοτέλειές της, Η ανθρώπινη εξέλιξη δεν υπήρξε ποτέ ευθύγραμμη. Και άλλες φορές, σε παλιότερες ιστορικές περιόδους έχουν παρατηρηθεί πισωγυρίσματα, με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα το μεγάλο πισωγύρισμα που συνέβη το 1815, μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλώ και την κατίσχυση – προσωρινή, όπως αποδείχτηκε – των οπισθοδρομικών, φεουδαρχικών κοινωνικών δυνάμεων και δομών. Σήμερα, οι νομοτέλειες της Ιστορίας ορίζουν πάντα ως επαναστατικό υποκείμενο των καιρών μας, την εργατική τάξη, με τη μεγάλη της περιπέτεια μέσα στο χρόνο, με τις νίκες, τις ήττες, την καταχτημένη εμπειρία της, τις υλικές της ανάγκες. Την τάξη που «δεν έχει να χάσει παρά τις αλυσίδες της και έχει να κερδίσει έναν ολόκληρο κόσμο» … Και θα τον κερδίσει, ακριβώς, γιατί αυτή με το νου και τα χέρια της παράγει τον πλούτο του κόσμουγιατί «είναι δουλεύτρα και δεν έχει κανέναν ανάγκη»!

 

Σαν υστερόγραφο 1. Μέρες που είναι και στον τόπο που ζούμε, δεν μπορούμε να μην αποτίσουμε φόρο τιμής σε μια από τις πιο συγκλονιστικές και τραγικές μάχες που έδωσε το προλεταριάτο της πατρίδας μας: στις μεγάλες – και πολύνεκρες – κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις των αρχών του Μάη του `36, με κέντρο τη Θεσσαλονίκη. Πέρα από το πολιτικό και ιστορικό πρόσημο των γεγονότων, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στο ότι η συγκλονιστική φωτογραφία της «Πιετά» της τάξης μας, της μάνας που θρηνεί το νεκρό διαδηλωτή γιό της, υπήρξε η αφορμή για να δημιουργηθεί ένα από τα κορυφαία έργα της λογοτεχνίας μας, ο «Επιτάφιος» του Γιάννη Ρίτσου (κι αυτός γεννημένος την Πρωτομαγιά!). Μερικά χρόνια αργότερα, εκτεταμένα αποσπάσματα του ποιήματος θα μελοποιηθούν εξ ίσου αριστουργηματικά από το Μίκη Θεοδωράκη, για να αποδειχτεί, για μιαν ακόμη φορά, ότι η μεγάλη τέχνη είναι αυτή που συντάσσεται με τις πρωτοπόρες δυνάμεις της Ιστορίας.

 

Σαν υστερόγραφο 2. Τί σημαίνει στην πράξη, να αναδεικνύεται το προλεταριάτο σε ηγέτιδα δύναμη του Έθνους; Την Πρωτομαγιά του `44, 200 κομμουνιστές, παλιοί Ακροναυπλιώτες, παραδομένοι από την προδοτική άρχουσα τάξη της χώρας στους ναζί κατακτητές και έγκλειστοι στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου, βαδίζουν, με επικεφαλής τον ήρωα Ναπολέοντα Σουκατζίδη, προς το Σκοπευτήριο της Καισαριανής και προς το θάνατο με τον Ύμνο στα χείλη. Εδώ εμείς, σιωπούμε και μιλά ο Ποιητής:

 

ΣΚΟΠΕΥΤΗΡΙΟ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ (του Γιάννη Ρίτσου)

Εδώ πέσαμε, Παιδιά του λαού. Γνωρίζετε γιατί.

Γυμνοί∙ κατάσαρκα φορώντας τις σημαίες –

Η Ελλάδα τις έραψε με ουρανό κι άσπρο κάμποτο.

Ακούσατε τις ομοβροντίες στα μυστικόφωτα αττικά χαράματα.

Είδατε τα πουλιά που πέταξαν αντίθετα στις σφαίρες

Αγγίζοντας με τα φτερά τους τον ανατέλλοντα πυρφόρον. Είδατε

Τα παράθυρα της γειτονιάς ν` ανοίγουν στο μέλλον. Εμείς

Μερτικό δε ζητήσαμε. Τίποτα. Μόνον

Θυμηθείτε το: αν η ελευθερία

Δε βαδίσει στα χνάρια του αίματός μας,

Εδώ θα μας σκοτώνουν κάθε μέρα. Γειά σας.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας