Εργατικός Αγώνας

Η αναγκαιότητα της ανασύνταξης του συνδικαλιστικού κινήματος

Ζούμε τη μεγαλύτερη κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος των τελευταίων δεκαετιών. Η απαξίωση του στα μάτια των εργαζομένων και η αδυναμία του να οργανώσει στοιχειωδώς την αντίσταση τους απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου είναι τεράστια. Κινητοποιεί μόνο ένα τμήμα της άμεσης επιρροής των πολιτικών δυνάμεων και παράλληλα αφήνει εντελώς αδιάφορη την εργατική τάξη και γενικότερα τους εργαζόμενους.

Μέτρο των ισχυρισμών μας είναι η δράση, η προσπάθεια και η αναποτελεσματικότητα του μπροστά στην πρωτοφανή επίθεση κεφαλαίου, ΕΕ και ελληνικών κυβερνήσεων στα χρόνια των μνημονίων και της επιτήρησης. Αφαιρούνται κατακτήσεις πολλών δεκαετιών, η πλειοψηφία των εργαζομένων βυθίστηκε στη φτώχεια και στην απόγνωση και μάλιστα τα μέτρα αυτά πάρθηκαν χωρίς να ζοριστούν ιδιαίτερα οι κυβερνήσεις, χωρίς να ιδρώσει το αυτί τους.

Απέναντι σ’ αυτή τη λαίλαπα το συνδικαλιστικό κίνημα όχι μόνο δεν αντιστάθηκε σθεναρά, αλλά έχει δεχθεί μεγάλα πλήγματα και με τα χέρια κάτω, εννοείται φυσικά ότι με τα παραπάνω δεν υποτιμούμε καθόλου τις τεράστιες προσπάθειες πρωτοπόρων εργαζομένων και συνδικαλιστών. Μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την εικόνα που εμφάνισαν οι κινητοποιήσεις εναντίον του νόμου για τον περιορισμό του δικαιώματος στη απεργία από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Δεν κατέστη δυνατόν να υπάρξει συνεννόηση ούτε για ένα στοιχειώδη συντονισμό και για κάλεσμα στην εργατική τάξη να κινητοποιηθεί με στόχο την ματαίωση αυτών των μέτρων. Η ΓΣΕΕ δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να κάνει την παραμικρή κινητοποίηση. Η ΑΔΕΔΥ κάλεσε σε στάση εργασίας τη Δευτέρα 15/1. Το ΠΑΜΕ κάλεσε σε απεργία ορισμένων ομοσπονδιών της επιρροής του Παρασκευή 12/1 και την ίδια μέρα ορισμένα σωματεία των συγκοινωνιών της Αθήνας, αλλά οι απεργοί ήταν ελάχιστοι και οι ξεχωριστές συγκεντρώσεις ήταν αναιμικές. Σχετικά καλύτερη εικόνα εμφανίζουν πολλές κινητοποιήσεις πρωτοβάθμιων κυρίως οργανώσεων που ξεπηδούν μέσα από τους ίδιους τους εργαζόμενους και τα προβλήματα τους.

Με δύο λόγια η εικόνα του συνδικαλιστικού κινήματος σήμερα

Παρατηρείται τεράστια απομαζικοποίηση και οργανωτικός πολυκατακερματισμός του σε 3500 σωματεία,   200 δευτεροβάθμιες οργανώσεις, η αλληλοεπικάλυψη μεταξύ τους είναι μεγάλη, όπως και ότι μεγάλος αριθμός συνδικαλιστικών οργανώσεων που είναι σφραγίδες. Σωματεία και ομοσπονδίες που έσφυζαν από ζωή, δυναμισμό και επιρροή στην εργατική τάξη σε προηγούμενες δεκαετίες σήμερα παρουσιάζουν εικόνα αποκαρδιωτική. Με βάση παλαιότερα στοιχεία του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ ο αριθμός των συνδικαλισμένων κάθε είδους, μορφής και βαθμού συμμετοχής έφθαναν τις 750.000 εκ των οποίων ένα μεγάλο κομμάτι είναι πλασματικό. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει το 26% των μισθωτών. Μέσα σε είκοσι χρόνια η συνδικαλιστική πυκνότητα μειώθηκε κατά 16 μονάδες, από 42% σε 26%, τη στιγμή που το σύνολο των μισθωτών ως ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού αυξήθηκε περισσότερο από 10%. Στα σωματεία συσπειρώνονται ελάχιστοι εργαζόμενοι που απασχολούνται σε νέους σχετικά κλάδους, εργαζόμενοι νέοι ηλικιακά, γυναίκες, μετανάστες κ.λπ. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η έντονη ανισότητα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Στο δημόσιο η συνδικαλιστική πυκνότητα ήταν 65%, ενώ στον ιδιωτικό τομέα μόνο 15%, με τα ίδια παλαιά στοιχεία. Σήμερα φυσικά είναι πολύ πιο κάτω. Όσο για το βαθμό συμμετοχής στις διαδικασίες των σωματείων η κατάσταση είναι τραγική και στις κινητοποιήσεις πολύ χειρότερη. Θεωρούμε ότι τα στοιχεία που παραθέσαμε είναι χαρακτηριστικά και δεν μπορούν να αμφισβητηθούν.

Οι αιτίες αυτής της κατάστασης.

Θεωρούμε αναγκαίο να τονίσουμε ότι η αναζήτηση των αιτιών πρέπει να γίνει με τον πιο αντικειμενικό τρόπο και καθόλου προσχηματικά, αλλιώς δεν γίνεται να χαραχθεί ορθή πολιτική αντιμετώπισης της σημερινής κατάστασης. Πρέπει να εξεταστούν όλοι οι παράγοντες αντικειμενικοί και υποκειμενικοί που επιδρούν και κυρίως εκείνοι που αφορούν στο ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα και μπορεί να διορθωθούν με τις προσπάθειες των ίδιων των εργαζομένων, αφού σε ότι αφορά τις αντικειμενικές συνθήκες λίγα μπορούν να γίνουν.

Εκείνο φυσικά που πρέπει να αποφευχθεί οπωσδήποτε είναι η κατανομή ευθυνών στους άλλους μόνο ή ακόμη χειρότερα να θεωρηθούν υπεύθυνοι οι εργαζόμενοι που δεν κινητοποιούνται, για το λόγο ότι αυτό αφενός δεν έχει καμία βάση και αφετέρου η λογική αυτή οδηγεί σε απόλυτο αδιέξοδο.

Κατά διαστήματα το συνδικαλιστικό κίνημα έδειξε μεγάλη κινητικότητα, ανέπτυξε μαζικούς ενωτικούς αγώνες και πολλές φορές είχε μικρότερα ή μεγαλύτερα αποτελέσματα. Ας θυμηθούμε: Τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις των εργαζομένων εναντίον της απόπειρας ανατροπής του ασφαλιστικού συστήματος επί κυβέρνησης Σημίτη, οι οποίες οδήγησαν στη ματαίωση της νομοθέτησης των μέτρων για πολλά χρόνια, τις κινητοποιήσεις για την νατοϊκή επίθεση στη Γιουγκοσλαβία.

Με την έναρξη των μνημονίων η εργατική και λαϊκή ετοιμότητα και κινητοποίηση υπήρξε πρωτοφανής για τουλάχιστον δύο χρόνια. Έγιναν πλήθος πανελλαδικές πανεργατικές απεργίες με πολύ υψηλά ποσοστά επιτυχίας και συλλαλητήρια εκατοντάδων χιλιάδων εργατοϋπαλλήλων στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Αναπτύχθηκαν κάθε είδους αγώνες με ένα πλήθος μορφών και με μεγάλη ευρηματικότητα. Τα κυβερνητικά κόμματα κατέρρευσαν, οι δεσμοί λαού και πολιτικών κομμάτων είχαν σε μεγάλο βαθμό διαρραγεί και μαζί οι σχέσεις αντιπροσώπευσης. Εκατομμύρια, είχαν «απελευθερωθεί» από τους πολιτικούς φορείς που ανήκαν παρουσίασαν αγωνιστικά χαρακτηριστικά, έντονες αναζητήσεις και ψηλό ηθικό μαζί με ασάφειες και θολούρα. Είναι θέμα προς συζήτηση, αν και πόσο μπορούσε το κίνημα αυτό να απειλήσει ουσιαστικά και να ανατρέψει την πολιτική του κεφαλαίου, κατά τη γνώμη μας, πολύ δύσκολα, αλλά δεν ήταν ακατόρθωτο, σε κάθε περίπτωση όμως μπορούσε να αλλάξει ουσιαστικά τους συσχετισμούς και τα δεδομένα, το λιγότερο δεκάδες χιλιάδες νέοι εργατοϋπάλληλοι να εισρεύσουν στις γραμμές των συνδικάτων, να φέρουν ζωντάνια και φρεσκάδα, να τονωθούν οι διαδικασίες και η εργατική και λαϊκή αναφορά τους. Αντί αυτού σε εκείνο το διάστημα τα συνδικάτα συνέχισαν να συρρικνώνονται και επ’ αυτού καμιά παράταξη δεν έδωσε την παραμικρή εξήγηση.

Τίθεται το ερώτημα γιατί το συνδικαλιστικό κίνημα έφτασε εδώ που έφθασε, μπορούσε να έχει άλλη πορεία;

Προφανώς υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επέδρασαν. Αυτοί που βρίσκονται έξω από τα ίδια τα συνδικάτα, οι αντικειμενικοί όπως λέμε παράγοντες και σχετίζονται κυρίως με την κυβερνητική πολιτική, με τις γενικότερες πολιτικές Ε.Ε. και κεφαλαίου, με τη δράση των πολιτικών κομμάτων, την ισχύ του αντιπάλου, την έλλειψη αποτελεσμάτων κ.λπ. Υπάρχουν και οι παράγοντες που σχετίζονται αμιγώς με τα συνδικάτα, με τα αιτήματα που προώθησαν, την τακτική και τις μορφές πάλης που χρησιμοποίησαν, με τη διαμόρφωση ή όχι ενός ολοκληρωμένου σχεδίου που θα δίνει απάντηση στις συνολικές αναζητήσεις των εργαζομένων μέσα από τους αγώνες αυτούς, δηλαδή πώς μπορεί να δοθεί λύση που να πείθει ότι ο αγώνας μπορεί να έχει αποτέλεσμα και δεν καταθέτει μόνο αιτήματα, αλλά δείχνει τους ενόχους, τις ευθύνες που υπάρχουν, τους δρόμους και τα μέσα για τις κατακτήσεις. Σε τελική ανάλυση κάθε αγώνας εντάσσεται στο στόχο αποτροπής των μέτρων ή η κινητοποίηση στόχο έχει απλώς να τεθούν οι θέσεις και οι απόψεις μας στο λαό μια και έχουμε πειστεί ότι δεν μπορούν να υπάρξουν αποτελέσματα.

Χωρίς μια τέτοια ισορροπημένη εξέταση των αιτιών και μάλιστα με απόλυτα αντικειμενικό τρόπο δεν μπορεί κάτι να διορθωθεί. Το συνδικαλιστικό κίνημα σήμερα είναι εντελώς ανυπόληπτο. Και μόνο το γεγονός ότι προκηρύσσει απεργίες, απεργούν ελάχιστοι και κανείς δεν κάνει τον παραμικρό απολογισμό και την παραμικρή προσπάθεια να διορθώσει τα πράγματα είναι ενδεικτικό. Είναι εύλογο κάθε παράταξη να θέλει οι θέσεις της να αποκτήσουν επιρροή, ενδεχομένως και να κυριαρχήσουν, δεν μπορεί όμως η επιδίωξη να είναι μόνο αυτή. Πρέπει οι αγώνες που διοργανώνονται να έχουν κάθε φορά ως στόχο την αποτροπή αντιλαϊκών μέτρων και τη διεύρυνση των κατακτήσεων και φυσικά την ανάπτυξη και το δυνάμωμα του συνδικαλιστικού κινήματος .

Ορισμένα πιο συγκεκριμένα ζητήματα για τις αιτίες.

  • Τα κύματα των συνεχών αναδιαρθρώσεων στην οικονομία και την κοινωνία, ιδιαίτερα τα χρόνια των μνημονίων είχαν πολύ μεγάλες επιπτώσεις στο συνδικαλιστικό κίνημα, δημιούργησαν τεράστια προβλήματα επιβίωσης των εργαζομένων, φόβο για το αύριο και ανασφάλεια κ.λπ., ίσως όμως περισσότερο οι αναδιαρθρώσεις επέδρασαν στην υπονόμευση της ενότητας, της συλλογικής δράσης και αλληλεγγύης της εργατικής τάξης.

Και μόνον η διάλυση των εργασιακών σχέσεων, η επιβολή μιας τεράστιας γκάμας σχέσεων εργασίας εντός μάλιστα του ίδιου χώρου, διαμόρφωσαν εντός της εργατικής τάξης πολύ διαφοροποιημένα μεταξύ τους συμφέροντα που οξύνουν σε μεγάλο βαθμό τις αντιθέσεις στις γραμμές της. Η αντίθεση των εργαζομένων προς την εργοδοσία και την κρατική πολιτική είναι η κύρια αντίθεση στην κοινωνία και βέβαια πολύ πιο ισχυρή από τους παράγοντες που δημιουργούν τις αντιθέσεις μεταξύ τους και εμποδίζουν την ενότητα τους. Στις σημερινές όμως συνθήκες με την έκρηξη των προβλημάτων επιβίωσης και με δεδομένο τον αρνητικό συσχετισμό, την απουσία αποτελεσμάτων και την απόλυτη ιδεολογική κυριαρχία του κεφαλαίου οι δευτερεύουσες αυτές αντιθέσεις μεταξύ των εργατών δίνουν σε μεγάλο βαθμό τον τόνο.

  • Τα οξύτατα προβλήματα των εργαζομένων, η ανεργία, η φτώχεια, η ανασφάλεια, ο φόβος για την απόλυση ασκούν μεγάλη πίεση και αδιέξοδα και στην ουσία ωθούν στην αναζήτηση ατομικών λύσεων, αντί στράτευση, συλλογική δράση και ένταξη στους αγώνες.
  • Οι πολύμορφες κρατικές επεμβάσεις στα συνδικάτα, επεμβάσεις που χρονολογούνται από τα πρώτα βήματα του συνδικαλιστικού κινήματος σε θέματα συγκρότησης και λειτουργίας των σωματείων, άσκησης του απεργιακού δικαιώματος, χρηματοδότησης του συνδικαλιστικού κινήματος κ.λπ.
  • Πολύ σημαντικός παράγοντας είναι η πολύχρονη κυριαρχία στο συνδικαλιστικό κίνημα των δυνάμεων εκείνων που επί της ουσίας πήραν διαζύγιο από τα εργατικά συμφέροντα και τον αγώνα για την εξυπηρέτησή τους και στη γενική κατεύθυνσή τους ακολουθούν την πολιτική της αστικής τάξης. Στις μέρες μας η αστική τάξη αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα, νοιώθει την ανάγκη να υπερασπιστεί την πολιτική των αναδιαρθρώσεων που εφαρμόζει και τη θεωρεί αναγκαία για την υπεράσπιση της κυριαρχίας και των συμφερόντων της έναντι των εργαζομένων και των ανταγωνιστών της. Η μεγάλη οικονομική κρίση δεν αφήνει περιθώρια στα επιχειρηματικά συμφέροντα να ανεχθούν από την πλευρά των γραφειοκρατικών συνδικαλιστικών ηγεσιών ούτε καν μια αμυντική αγωνιστική στάση για την υπεράσπιση έστω και ελάχιστων κατακτήσεων, για τον περιορισμό των απωλειών. Το κεφάλαιο απαιτεί από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες πλήρη ευθυγράμμιση. Από τη συμμετοχή στις ΟΚΕ και τη λογική των «κοινωνικών εταίρων» οι συνδικαλιστικές ηγεσίες πέρασαν στην ανοιχτή υπεράσπιση της πολιτικής κεφαλαίου και Ε.Ε. Ενδεικτική είναι η ανοιχτή υποστήριξη του 3ου μνημονίου, το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, η υποστήριξη από την ΓΣΕΕ της εθνικής γραμμής διαπραγματεύσης για τα εργασιακά από κοινού με την κυβέρνηση και τους θεσμούς, η συνολική τακτική της που υπονομεύει τους αγώνες και κάθε προοπτική ανάπτυξης του κινήματος.
  • Μια ιδιαίτερη πλευρά της στάσης των συνδικαλιστικών ηγεσιών που ασκεί πολύ αρνητική επίδραση είναι τα θέματα διαφθοράς κάθε είδους που παρουσιάστηκαν, νόθευση των εκλογών στα συνδικάτα και την αντιπροσώπευση, χρηματισμού και πλουτισμού κορυφαίων στελεχών του ( πρόεδρος της ΓΣΕΕ παραδέχθηκε ότι τα εισοδήματα του από το αξίωμα και της επιτροπές που συμμετέχει ξεπερνούν τις 150.000 €, δηλαδή όσο η δουλειά 20 ολόκληρων χρόνων ενός εργαζομένου με μέσο μισθό), θέσεις αδρά αμειβόμενες σε κάθε είδους κρατικούς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, η εμπλοκή στην αξιοποίηση πόρων του ΕΣΠΑ, η διοργάνωση σεμιναρίων κατάρτισης, η μετατροπή σε τελική ανάλυση κορυφαίων οργάνων του συνδικαλιστικού κινήματος από μαχητική δύναμη υπέρ των εργατικών συμφερόντων σε ΑΕ.

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί η κάθε είδους καλπονοθεία, ο πολλαπλασιασμός των σωματείων φαντασμάτων με πλήθος πλαστών αντιπροσώπων, ο πολλαπλασιασμός των σωματείων που ψηφίζουν χιλιάδες, συμμετέχουν στις διαδικασίες 20 εργαζόμενοι και κινητοποιούνται 10 κ.λπ. Θα μπορούσε κάποιος να προσθέσει και άλλους μικρότερης ή μεγαλύτερης σημασίας παράγοντες, τα παραπάνω όμως θεωρούμε ότι είναι γνωστά και πολύ ενδεικτικά. Σε όλα αυτά οι ταξικές αγωνιστικές δυνάμεις δεν αντέταξαν έμπρακτα ένα συνδικαλιστικό κίνημα που λειτουργεί με βάση τα συμφέροντα των εργαζομένων, τα υπερασπίζεται με όσα μέσα διαθέτει, προωθεί καθημερινά την ενότητά τους στη βάση του γενικού ταξικού συμφέροντος, ένα κίνημα που μπορεί να σταθεί απέναντι στη λαίλαπα που πλήττει τους εργαζόμενους και χαρακτηρίζεται από όλα εκείνα τα στοιχεία και τις αρχές που είναι τα χαρακτηριστικά της εργατικής τάξης.

Μήπως στις ημέρες μας η επιμονή στην αναζωογόνηση και τον ταξικό προσανατολισμό του συνδικαλιστικού κινήματος είναι μάταιος κόπος, ή δεν είναι αυτό που η εργατική τάξη έχει ανάγκη;

Τέτοιες απόψεις αναπτύσσονται και τις συναντούμε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην καθημερινή δράση. θεωρούν ότι τα συνδικάτα είναι προέκταση της κρατικής μηχανής, ένας από τους πολλούς βραχίονες της και δεν καθορίζει το χαρακτήρα τους ο συσχετισμός που υπάρχει στις διοικήσεις τους, ή ακόμη ότι οι συνδικαλιστικοί φορείς είναι ξεπερασμένοι. Οι απόψεις αυτές ηθελημένα ή αθέλητα οδηγούν ή θα οδηγήσουν στο μέλλον στην απομάκρυνση από τα υπάρχοντα συνδικάτα και τη δημιουργία άλλων ταξικών.

Ας θεωρήσουμε πολιτικό μηχανισμό της αστικής τάξης τα συνδικάτα, που δεν είναι σωστό, ακόμη και τα εργοδοτικά και αυτό για χίλιους λόγους. Αν αλλάξει η σύνθεση των διοικήσεων, αν πλειοψηφήσουν οι πιο πρωτοπόρες και αγωνιστικές δυνάμεις και φυσικά αν αλλάξει βαθιά ο προσανατολισμός τους θα συνεχίσουν να είναι μηχανισμοί των εργοδοτών; Δεν θα στραφούν εναντίον του επιχειρηματία στον οποίον δουλεύουν και εναντίον των πολιτικών που καταδυναστεύουν τους εργάτες; Με λίγα λόγια, όλες οι παρατάξεις και γενικά όλοι οι συνδικαλιστές και εργαζόμενοι είναι ίδιοι και υπηρετούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα είτε το αντιλαμβάνονται είτε όχι; Τότε γιατί να αγωνιστούμε να αλλάξουμε κάτι και να επιδράσουμε στους συσχετισμούς; Η πλειοψηφία των εργατών και στις καλύτερες στιγμές του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος ήταν εκτός συνδικάτων και αυτό σε σχεδόν όλες τις χώρες. Αυτός όμως δεν ήταν λόγος αποχώρησης από τα σωματεία και δημιουργίας νέων που δεν θα είναι εργοδοτικά, θα είναι όμως βαθύτατα πολιτικοποιημένα θα έχουν βάλει στόχο τους τη πλήρη νίκη της εργατικής τάξης σε βάρος του κεφαλαίου. Ο καθένας αντιλαμβάνεται ποιοί και πόσοι εργαζόμενοι θα συσπειρώνονται σε τέτοια σωματεία.

Καθένας αντιλαμβάνεται ότι οι θέσεις αυτές είναι αδιέξοδες, οδηγούν στην απομόνωση. Αργά ή γρήγορα τα συνδικάτα θα απομαζικοποιηθούν, η επιρροή της εργοδοσίας σε αυτά θα γίνει πιο ασφυκτική, ενώ τα νεότερα δεν πρόκειται να πάνε πολύ πιο μακριά από το να είναι σωματεία σφραγίδες, συσπειρώνοντας ένα τμήμα των πιο πολιτικοποιημένων εργατοϋπαλλήλων και όχι την τάξη και με αυτόν τον τρόπο οι δυνατότητες υπεράσπισης των εργατικών συμφερόντων θα είναι ελάχιστες. Στην ουσία η πλήρης οργανωτική διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος θα είναι αναπόφευκτη.

Κατά συνέπεια ο αγώνας για τη συσπείρωση των εργαζομένων στα σωματεία τους, η ουσιαστική αλλαγή του συσχετισμού δύναμης υπέρ των αγωνιστικών δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα, η ένταση της προσπάθειας για απομόνωση των εργοδοτικών ηγεσιών και για τον ταξικό προσανατολισμό τους με πλατιά ενωτική προσπάθεια πάνω σε ταξική βάση και πάντα με αιχμή τα ζωτικά προβλήματα των εργαζομένων είναι πράγματι μονόδρομος.

Τι είδους συνδικάτα πρέπει να διεκδικήσουμε;

Επιγραμματικά σημειώνουμε:

  • Συνδικάτα με ταξικό προσανατολισμό μακριά από τη λογική της συναίνεσης, που θα αγωνίζονται για την αποφασιστική υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων, δεν θα συναλλάσσονται με εργοδότες και κόμματα στη λογική των «αναγκαίων θυσιών» για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της επιχείρησης ή της χώρας, στάση που ισοπεδώνει τους εργαζόμενους και πλουτίζει τους πλούσιους.
  • Συνδικάτα που ενώνουν τους εργαζόμενους κατά επιχείρηση και κλάδο στη βάση των συλλογικών συμφερόντων τους, ανεξαρτήτως της σχέσης εργασίας τους. Ένα σωματείο σε κάθε χώρο, μια ομοσπονδία και ένα εργατικό κέντρο στον κλάδο και το νομό, μια ΓΣΕΕ που συνενώνουν τους εργαζόμενους ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Αυτό προϋποθέτει αντιμετώπιση του φαινομένου του πολυκατακερματισμού της συνδικαλιστικής οργάνωσης στη βάση της πραγματικής έννοιας του κλάδου και όχι στη βάση ευκαιριακών επιλογών ή παραταξιακών σκοπιμοτήτων. Αυτό δεν σημαίνει εξάλειψη των πολιτικών και συνδικαλιστικών διαφορών, ομογενοποίηση των αντιλήψεων. Αντίθετα είναι δυνατή και επιβεβλημένη η επί της ουσίας αντιπαράθεση και συνάμα η περιφρούρηση της εργατικής ενότητας.
  • Συνδικάτα που διαπνέονται από την έννοια της ταξικής αλληλεγγύης για όλο το φάσμα των μισθωτών και όλων των εργαζομένων στρωμάτων, στη βάση της αντίθεσης τους στην εργοδοτική εκμετάλλευση, ανεξάρτητα από επιμέρους κατηγοριοποιήσεις. Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, η γενική υποβάθμιση των εργασιακών συνθηκών και σχέσεων όλων των εργαζομένων, παρ’ όλα τα προβλήματα που δημιουργούν, δεν ακυρώνουν αυτή τη δυνατότητα.
  • Συνδικάτα που αγωνίζονται εναντίον του φασισμού, του ιμπεριαλισμού και των επεμβάσεων του, εναντίον των πολέμων, ευαίσθητα και αλληλέγγυα απέναντι στην προσφυγιά και τους ξεριζωμένους.
  • Συνδικάτα που λειτουργούν με τον πλέον δημοκρατικό τρόπο. Η από τα πάνω λειτουργία από το συνδικαλιστικό κέντρο ή τις πολιτικές ηγεσίες που διαμορφώνουν τις αποφάσεις και τις «κατεβάζουν» για έγκριση λειτουργεί διαλυτικά. Κεντρικό στοιχείο και αποφασιστικός παράγοντας πρέπει να αναδειχθούν οι εργαζόμενοι και οι γενικές συνελεύσεις τους και, κατά το δυνατόν, να μην περιορίζονται οι διαδικασίες στα διοικητικά συμβούλια. Η προσέλκυση των εργαζομένων στη ζωή, τις αποφάσεις και τη δράση τους είναι προϋπόθεση μεγάλης σημασίας για την ανάπτυξή του συνδικαλιστικού κινήματος.
  • Συνδικάτα ταξικά και μαζικά και αυτό προϋποθέτει την κατοχύρωση της ουσιαστικής ενότητας και την κατάκτηση της αξιοπιστίας τους. Σημαίνει επίσης στροφή στη δράση για την ένταξη στις γραμμές τους νεότερων ηλικιακά εργαζόμενων, γυναικών, ευέλικτα εργαζόμενων, μεταναστών κ.λπ. Διεκδίκηση της δυνατότητας εκπροσώπησης της εργασίας στους χώρους δουλειάς μέσω επιχειρησιακών συνδικαλιστικών επιτροπών των κλαδικών συνδικάτων ή εκπροσώπου των εργαζομένων σε μικρές επιχειρήσεις.
  • Συνδικάτα ολοκληρωτικά αυτόνομα απέναντι στο κράτος και τις κυβερνήσεις κατάργηση όλων των νόμων και διατάξεων μέσω των οποίων το κράτος παρεμβαίνει στην εσωτερική ζωή και τους όρους λειτουργίας και δράσης τους. Το σύνολο των ζητημάτων που τα αφορούν πρέπει να τα ρυθμίζουν τα συλλογικά όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος, πώς και πού συγκροτούνται συνδικάτα, με ποιες διαδικασίες λειτουργούν, με ποιες διαδικασίες αποφασίζουν την κήρυξη των απεργιών τους κ.λπ.
  • Τα συνδικάτα είναι οργανωτικά και λειτουργικά αυτόνομα απέναντι στα κόμματα, τα οποία οφείλουν να απέχουν από την άμεση ή έμμεση εμπλοκή τους στην εσωτερική λειτουργία τους. Αυτό δεν σημαίνει αποϊδεολογικοποίηση των συνδικάτων, αυτά είναι ανοιχτά στη διακίνηση των ιδεών και στην πολιτική των κομμάτων. Τα συνδικαλιστικά στελέχη που κατάβαση είναι οργανωμένα σε κόμματα έχουν κάθε δυνατότητα να μεταφέρουν τις ιδέες και τις πολιτικές θέσεις που πρεσβεύουν και να προσπαθούν να πείσουν για αυτές, τα πολιτικά κόμματα να δραστηριοποιούνται στους χώρους των συνδικάτων και να δημιουργούν οργανώσεις. Οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται ουσιαστικά και όχι τυπικά στα συνδικαλιστικά όργανα.
  • Καταλυτική αρνητική επίδραση στην αξιοπιστία των συνδικάτων έπαιξε η μεταπήδηση ανωτάτων συνδικαλιστικών στελεχών σε κυβερνητικές θέσεις. Πολλές φορές από υπεύθυνες κυβερνητικές θέσεις πρωτοστάτησαν στα πιο βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα. Η λύση θα ήταν το συνδικαλιστικό κίνημα και ει δυνατόν ομόφωνα να απαγορεύσει στα συνδικαλιστικά στελέχη, με ποινή δημόσιου στιγματισμού τους, να παίρνουν θέσεις κυβερνητικές.
  • Η εικόνα πλουτισμού ανωτέρων συνδικαλιστικών στελεχών ιδιαίτερα σε περιόδους που η κοινωνία συνθλίβεται οικονομικά και κοινωνικά λειτουργεί προκλητικά απέναντι τους εργαζόμενους και ισοπεδωτικά για την αξιοπιστία του συνδικαλιστικού κινήματος. Απαιτούνται άμεσα και ριζικά μέτρα. Πρέπει να απαγορευτεί η οποιαδήποτε ατομική αμοιβή στελεχών. Η συμμετοχή σε θέσεις ευθύνης και η προσφορά στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι εθελοντική. Στις περιπτώσεις εκείνες και δεν μπορεί να είναι πολλές, που κρίνεται αναγκαία η απασχόλησή τους στο συνδικάτο σε βάρος της επαγγελματικής τους, το στέλεχος αμείβεται με ανάλογο μισθό μ’ αυτόν που του απέδιδε η εργασία του. Η συμμετοχή συνδικαλιστών σε επιτροπές και θεσμούς της χώρας και της Ε.Ε. δεν συνεπάγεται σε καμιά περίπτωση ατομικά οφέλη. Τα όποια οφέλη πηγαίνουν στη συνδικαλιστική οργάνωση. Η καθιέρωση της εναλλαγής των θητειών στο συνδικαλιστικό κίνημα φαίνεται αναγκαία. Τα συνδικάτα δεν πρέπει να έχουν καμία εμπλοκή στη διαχείριση κρατικών πόρων ή πόρων της Ε.Ε. για τη διεξαγωγή σεμιναρίων κατάρτισης κ.λπ.
  • Αυστηρά τα οικονομικά των συνδικάτων προέρχονται από τις συνδρομές των μελών τους και τις εισφορές των φίλων τους. Δεν έχουν καμία οικονομική δοσοληψία κάθε είδους με την εργοδοσία και το κράτος. Δεν αποδέχονται κανενός είδους οικονομικά μέσα από κρατικούς πόρους, ούτε παρακράτηση από συντάξεις και μισθούς μέσω του κράτους και την απόδοσή τους στα συνδικάτα. Οι ισχύουσες διατάξεις που αφορούν στο ζήτημα αυτό πρέπει να καταργηθούν.

Τι κάνουμε;

Από το σύνολο των παραγόντων που επηρεάζουν τις συνθήκες διαμόρφωσης και δράσης του συνδικαλιστικού κινήματος δεν πρέπει να περιμένει κανείς πρόθυμη ανταπόκρισή τους στις προηγούμενες ή ανάλογες προτάσεις που θα καταθέσουν και θα διεκδικήσουν τα συνδικάτα. Το κράτος ιστορικά γνωρίζουμε ότι επιδιώκει με κάθε θυσία να καθορίζει κρίσιμα ζητήματα του συνδικαλιστικού κινήματος για ευνόητους λόγους. Άλλοτε με ωμή βία και άλλοτε με μεθόδους ιδεολογικής και πολιτικής χειραγώγησης θέλει να παρεμβαίνει και δεν πρόκειται να παραιτηθεί από αυτό. Κοντά σ’ αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε την αντίδραση των εργοδοτών και κάθε είδους μηχανισμών. Τα κόμματα επίσης δεν πρόκειται πρόθυμα να δεχτούν και να επανεξετάσουν την πρακτική και τη σχετική με το συνδικαλιστικό κίνημα πολιτική τους. Ανάλογα θα αντιμετωπίσουν μια τέτοια προσπάθεια και οι τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές ηγεσίες και γενικότερα ο εργοδοτικός αστικοποιημένος συνδικαλισμός.

Αυτό παραπέμπει στις μεγάλες δυσκολίες που θα συναντήσει μια προσπάθεια αναμόρφωσης του συνδικαλιστικού κινήματος και το αποτέλεσμα θα κριθεί μόνο από τη δυναμική που θα αναπτύξει ένα αντίστοιχο κίνημα. Η υπόθεση της αναμόρφωσης και της αναζωογόνησης του συνδικαλιστικού κινήματος δεν μπορεί παρά να είναι υπόθεση των «κάτω», των απλών εργαζομένων, των συνδικαλιστών, όσων συμφωνούν να συνεισφέρουν σε’ αυτή την υπόθεση Θα απαιτηθεί χρόνος, δράση και θυσίες από συνδικαλιστικές δυνάμεις και πρωτοπόρους εργαζόμενους για να επιβληθεί μια τέτοια πορεία, αξίζει όμως. Μέσα από τη δράση, από την προβολή αυτής της ανάγκης που γίνεται εύκολα κατανοητή από μεγάλη μερίδα των εργαζομένων η προσπάθεια μπορεί να αποκτήσει μεγάλη δυναμική. Μπορεί να διαμορφωθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις.

Ένα πρώτο βήμα είναι η ιδέα της αναγκαιότητας εξυγίανσης, αναζωογόνησης και ανάπτυξης του συνδικαλιστικού κινήματος να αγκαλιάσει την καθημερινή δράση των συνδικάτων και του κινήματος. Να προβληθεί αποφασιστικά και με κάθε τρόπο στην πρώτη γραμμή το αίτημα για ισχυρό, ταξικό, ακηδεμόνευτο συνδικαλιστικό κίνημα, οι όροι επίτευξης και τα χαρακτηριστικά του.

Αξιοποιώντας τις καθημερινές εξελίξεις σε όλους τους τομείς της ζωής και της δράσης των συνδικάτων, όλες τις παρενέργειες και τις απαράδεκτες συμπεριφορές κατά την εκλογή των οργάνων του που θα παρουσιαστούν, τα προβλήματα διαφθοράς που εμφανίζονται, τις ολιγωρίες και τους συμβιβασμούς στη δράση να τίθεται σταθερά και πειστικά το ζήτημα της ανασυγκρότησης του κινήματος.

Παρά τις δύσκολες συνθήκες και μέσα σ’ αυτές θα αναπτυχθεί η προσπάθεια για την αναζωογόνηση του κινήματος και την υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων των εργαζομένων. Αυτή η εργατική τάξη και το υπαρκτό συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να μπουν σε κίνηση. Προϋπόθεση για την επιτυχία κάθε αγώνα είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συσπείρωση δυνάμεων και η κινητοποίησή τους σε πλατιά ενωτική βάση.

Με βάση τη στάση των τριτοβάθμιων ηγεσιών, την σημερινή κατάσταση των συνδικάτων και του συνδικαλισμού γενικότερα, την τακτική των ξεχωριστών δράσεων και συγκεντρώσεων σε όλα τα επίπεδα από τις συνδικαλιστικές δυνάμεις προτείνεται ως πρόσφορη μορφή ο συντονισμός σωματείων, δευτεροβάθμιων οργανώσεων, συνδικαλιστών σε τοπικό και πανελλαδικό επίπεδο. Δυνατότητα να πάρουν μέρος θα έχουν όλοι όσοι συμφωνούν με το αναγκαίο πλαίσιο αιτημάτων και πρακτικών που θα συμφωνηθεί χωρίς αποκλεισμούς, πλην των ηγεσιών των τριτοβάθμιων οργανώσεων και ίσως κάποιων δευτεροβάθμιων πολλαπλώς εκτεθειμένων απέναντι στους εργαζόμενους με την φιλοεργοδοτική συμπεριφορά τους, οι οποίες εξάλλου καμία διάθεση δεν θα δείξουν να συμμετάσχουν.

Θεωρούμε ότι μόνο σε μια τέτοια βάση με πλατιά, ισότιμη ταξική ενωτική προσπάθεια μπορεί να δοθεί διέξοδος. Προτείνουμε ενδεικτικά ορισμένους στόχους που μπορούν να περιληφθούν σε ένα πλαίσιο συντονισμού. Μπορεί να είναι περισσότεροι ή λιγότεροι, πιο γενικοί ή πιο αναλυτικοί:

  • Διεκδίκηση όλων των άμεσων ζωτικών αιτημάτων των εργαζομένων. Αυξήσεις μισθών, αύξηση συντάξεων και επιδομάτων, επιδόματα σε όλους ανεξαιρέτως τους ανέργους, μέτρα για την υγεία του λαού και την ουσιαστική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος….
  • 35 ώρες δουλειά με παράλληλη κατάργηση όλων των ελαστικών σχέσεων εργασίας και πλήρη απασχόληση.
  • Κατάργηση των μνημονίων και όλων των μέτρων που έφεραν.
  • Στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους.
  • Πάλη εναντίον της πολιτικής και των αποφάσεων της Ε.Ε. Εντός της Ε.Ε. προοπτική αντιμετώπισης των εργατικών και λαϊκών προβλημάτων δεν υπάρχει.
  • Υπεράσπιση των λαϊκών οικογενειών από τις κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων τους.
  • Εθνικοποίηση των μεγάλων τραπεζών.
  • Ταξική ανασυγκρότηση, εξυγίανση και ουσιαστική ισχυροποίηση του συνδικαλιστικού κινήματος.

Εξυπακούεται ότι το πλαίσιο δεν είναι πλήρες, αλλά ενδεικτικό, όλοι οι στόχοι του θα προέλθουν από τη συλλογική επεξεργασία και απόφαση των οργανώσεων που θα πάρουν μέρος στο συντονισμό.

 

                                                                                           Ο συνδικαλιστής

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας