Εργατικός Αγώνας

Τι έγινε στην κατοχή και τι λέει το νέο δοκίμιο ιστορίας του ΚΚΕ

Του Γιώργου Πετρόπουλου.

Ο αναθεωρημένος πρώτος τόμος του δοκιμίου της ιστορίας του ΚΚΕ, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί θα κυκλοφορήσει στις 25 Νοεμβρίου από τη Σύγχρονη Εποχή. Θα έχουμε επομένως την ευκαιρία και το χρόνο, αφού μελετήσουμε το υλικό της έκδοσης, να μιλήσουμε αναλυτικά, τουλάχιστον, για τα κυριότερα από τα ζητήματα που πραγματεύεται. Με αφορμή, όμως την επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας ο Ριζοσπάστης του Σαββατοκύριακου (6-7/10/2018) προχώρησε σε προδημοσίευση υλικού. Το ίδιο, γράφει, πως θα κάνει και το επόμενο Σάββατο.

Από αυτά που δημοσιεύτηκαν ο αναγνώστης σχηματίζει μια ιδέα γιατί τί ακριβώς επιδιώκεται με την αναθεώρηση της κομματικής ιστορίας, της περιόδου έως το 1949. Όποιος, βεβαίως, παρακολουθεί συστηματικά την ιστοριογραφία του σημερινού ΚΚΕ ξέρει πολύ περισσότερα και για την μεθοδολογία και για τις στοχεύσεις. Δεν θα επεκταθούμε. Θα περιοριστούμε αυστηρά στο δημοσίευμα αυτού του Σαββάτου.

ΚΚΕ: «Με την απελευθέρωση είχαμε επαναστατική κατάσταση»

Από αυτά που διαβάσαμε είναι φανερό πως η ηγεσία του ΚΚΕ ή δεν αντιλαμβάνεται ή διαστρεβλώνει την θεωρία του μαρξισμού για την επανάσταση. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται πως στο διάστημα της απελευθέρωσης της Αθήνας και γενικότερα της χώρας, η Ελλάδα βρισκόταν σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης. Η ίδια αντίληψη έχει διατυπωθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Ας δούμε, όμως, στην τωρινή επανάληψή της. Διαβάζουμε στον Ριζοσπάστη:

«Βασικά χαρακτηριστικά της πολιτικής κατάστασης εκείνη την περίοδο ήταν η αποδιάρθρωση των πιο σημαντικών λειτουργιών του αστικού κράτους, ενώ ο κατ’ εξοχήν παράγοντας που προσέδιδε στο ελληνικό αστικό κράτος ισχύ, ο γερμανικός στρατός, είχε φύγει ή βρισκόταν σε αποχώρηση. Ταυτόχρονα, ήταν ελάχιστες οι βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις που βρίσκονταν τότε στην Ελλάδα, επομένως υπήρχε αδυναμία τους να προσδώσουν ισχύ στην αποδυναμωμένη αστική εξουσία.

Ουσιαστικά στην Ελλάδα – όπως και σε άλλα κράτη – είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση, που η κορύφωσή της συντελέστηκε τις μέρες της απελευθέρωσης.

Επιπλέον, σημαντικό στοιχείο της κρίσης του αστικού κράτους ήταν το πέρασμα με το μέρος του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ χιλιάδων στρατιωτικών στη Μ. Ανατολή, χαρακτηριστικό και αυτό των στοιχείων που συνθέτουν την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης.

Ταυτόχρονα, δεν υπήρχε ουσιαστικά στον ελλαδικό χώρο κυβέρνηση, ενώ η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου βρισκόταν στο Κάιρο και δεν μπορούσε να αποβιβαστεί στον Πειραιά, δίχως την έγκριση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Το ίδιο και οι στρατιωτικές δυνάμεις του αστικού στρατού (Ορεινή Ταξιαρχία κ.λπ.) που είχαν απομείνει στη Μέση Ανατολή, ενώ ο ΕΔΕΣ βρισκόταν στην Ηπειρο, εγκλωβισμένος από τον ΕΛΑΣ.

Από την άλλη, το κύρος των αστικών πολιτικών δυνάμεων στο λαό βρισκόταν στο κατώτερο σημείο, παράλληλα με την οργανωτική τους υπόσταση, που περιγράφεται μόνο με τη λέξη διάλυση. Επιπλέον, συνυπήρχαν οι οξύτατες αντιθέσεις ανάμεσα στα αστικά τμήματα των αντιβασιλικών και των βασιλοφρόνων, καθώς και των συνεργαζόμενων με τα στρατεύματα κατοχής και των άλλων της φιλοβρετανικής γραμμής».

Τι είναι επαναστατική κατάσταση

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως κάθε πρόταση από το παραπάνω απόσπασμα συνιστά και ένα λάθος. Για να κατανοήσουμε όμως καλύτερα το ζήτημα θα θυμίσουμε πως ο μαρξισμός ορίζει την έννοια της επαναστατικής κατάστασης.

Ο πιο σαφής και ο πιο σύντομος ορισμός της έννοιας της επαναστατικής κατάστασης έχει διατυπωθεί από τον Λένιν και δεν είναι τίποτε άλλο από την συμπύκνωση της μαρξιστικής θεωρίας σε συνδυασμό με την ιστορική πείρα. Γράφει ο Λένιν:

«Για έναν μαρξιστή δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επανάσταση είναι αδύνατο να γίνει χωρίς επαναστατική κατάσταση, μα κάθε επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί σε επανάσταση. Ποια είναι, μιλώντας γενικά, τα γνωρίσματα μιας επαναστατικής κατάστασης; Ασφαλώς δεν θα πέσουμε έξω, αν υποδείξουμε τρία βασικά γνωρίσματα, τα παρακάτω: 1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους- η μια είτε η άλλη κρίση των ‘‘κορυφών’’, η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τάξης που δημιουργεί ρωγμή, απ’ όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζόμενων τάξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό ‘‘τα κάτω στρώματα να μη θέλουν’’, μα χρειάζεται ακόμη και «οι κορυφές να μην μπορούν» να ζήσουν όπως παλιά. 2) Επιδείνωση, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων. 3) Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε «ειρηνική» εποχή αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο απ’ όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες της «κορυφές», σε αυτοτελή ιστορική δράση» ( Άπαντα, Τόμ. 26ος, σελ. 220).

Τι χρειαζόμαστε επομένως για να έχουμε επαναστατική κατάσταση; Χρειαζόμαστε μια κρίση στις κορυφές του κοινωνικού συστήματος όπου η κυριάρχη τάξη να μην είναι σε θέση να διατηρεί την εξουσία της με τον ίδιο τρόπο που το έκανε στο παρελθόν. Χρειαζόμαστε μια επιδείνωση, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της εξαθλίωσης των καταπιεζόμενων τάξεων. Χρειαζόμαστε, τέλος, οι μάζες να μην θέλουν την κρατούσα κατάσταση και γι’ αυτό το λόγο να ενεργοποιούνται όχι με τον συνηθισμένο τρόπο των αντιδράσεων που συνήθιζαν στο παρελθόν αλλά να περνούν σε αυτοτελή ιστορική δράση. Να κινούνται δηλαδή στην κατεύθυνση δημιουργίας μιας καινούργιας ιστορικής κατάστασης. Ο Λένιν συμπλήρωνε πως κάθε επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί σε επανάσταση.

Είχαμε επαναστατική κατάσταση κατά την απελευθέρωση;

Ο μαρξιστής οφείλει να μην είναι δογματικός όταν προσεγγίζει μια κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα με τα εργαλεία της μαρξιστικής επιστήμης. Δηλαδή να μην παίρνει ένα τσιτάτο κι έναν ορισμό και να προσπαθεί μέσα σ’ αυτά να εντάξει ζωντανές πραγματικότητές. Στο έργο του για ιμπεριαλισμό ο Λένιν σημείωνε πως «οι πολύ σύντομοι ορισμοί, αν και είναι βολικοί, γιατί συνοψίζουν το κυριότερο, είναι ωστόσο ανεπαρκείς, όταν πρόκειται να συναγάγουμε ιδιαίτερα απ’ αυτούς τα πιο ουσιαστικά γνωρίσματα τού φαινομένου που έχουμε να καθορίσουμε». Δηλαδή από την πραγματικότητα πάμε στον επιστημονικό ορισμό κι όχι αντίθετα για να μπορέσουμε να δούμε την εφαρμογή και τις ανεπάρκειές του.

Ο ορισμός του Λένιν για την επαναστατική κατάσταση παίρνει εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο, απ’ ότι σε ειρηνικές περιόδους, στις συνθήκες πολέμου και ειδικότερα όταν μια χώρα βρίσκεται υπό ξένη στρατιωτική κατοχή. Ο ίδιος ο πόλεμος είναι μια κρίση που αγκαλιάζει το σύνολο μιας κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα και μάλιστα η πιο ακραία μορφή εκδήλωσής της. Η δε ξένη στρατιωτική κατοχή εμπεριέχει όλα τα στοιχεία της επαναστατικής κρίσης.

Όταν μια χώρα βρεθεί υπό ξενική στρατιωτική κατοχή- όπως βρέθηκε η Ελλάδα την περίοδο 1941-1944- μπορεί το κοινωνικό καθεστώς της να μην αλλάζει σε επίπεδο παραγωγικών σχέσεων, αλλά τροποποιείται σημαντικά η εξουσία της άρχουσας τάξης. Ο κατακτητής καταργεί την οργάνωση της άρχουσας τάξης σε κράτος και οι κρατικές δομές περνούν κάτω από την δική του κυριαρχία. Το ίδιο συνέβηκε και στην Ελλάδα την περίοδο της κατοχής. Η οργάνωση της αστικής τάξης σε κράτος- η ανώτερη δηλαδή οργάνωση ταξικής κυριαρχίας- διαλύθηκε. Η χώρα τριχοτομήθηκε και κρατική μηχανή πέρασε στα χέρια των κατακτητών- κυρίως των Γερμανών κατακτητών. Το συνακόλουθο αυτής της εξέλιξης ήταν να εκλείψει ο βασικός, ο κεντρικός, κρίκος που κρατάει την ενότητα του έθνους γύρω από την κυρίαρχη τάξη. Άλλωστε, όσοι έχουν σχέση με την αντίληψη του μαρξισμού για το έθνος, γνωρίζουν πολύ καλά πως ποτέ μια εθνική ενότητα δεν είναι ολοκληρωμένη αν δεν καταλήγει σε κρατική ενότητα, αν η τάξη που ηγείται του έθνους δεν καταφέρει να οργανωθεί σε κράτος.

Στο πλαίσιο των παραπάνω, το ταξικό ζήτημα επί κατοχής, τόσο για την αστική τάξη όσο και για το προλεταριάτο έμπαινε με τον εξής τρόπο: Η αστική τάξη όφειλε να επιδιώξει την οργάνωσή της σε κράτος συγκεντρώνοντας και πάλι το έθνος γύρω της. Αυτό μπορούσε να το πετύχει με δύο τρόπους: Είτε συνεργαζόμενη με τον κατακτητή κι ευελπιστώντας ότι αυτός θα κέρδιζε τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οπότε στη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων θα ξαναέβρισκε την κρατική της οντότητα είτε πολεμώντας τον κατακτητή για την απελευθέρωση της χώρας, με την ελπίδα ότι αυτός θα έχανε τον πόλεμο κι εκείνη θα μπορούσε να παλινορθωθεί στο κράτος της και θα αναδεικνυόταν και πάλι σε ηγέτιδα τάξη του έθνους. Αντίθετα από την αστική τάξη, το προλεταριάτο και η πολιτική του πρωτοπορία δεν είχαν καμία άλλη επιλογή από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα μέσα από τον οποίο μαζί με την απελευθέρωση της χώρας θα επιδίωκαν μια νέα εθνική ενότητα υπό την ηγεμονία τους. Μόνο έτσι θα άνοιγε ο δρόμος για την εκπλήρωση της ιστορικής τους αποστολής.

Ο Μαρξ σημείωνε στο κομμουνιστικό μανιφέστο πως πρώτη προϋπόθεση κάθε επανάστασης είναι η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την επαναστατική τάξη και η ανάδειξή της σε ηγέτιδα τάξη του έθνους. Συνεπώς, στις συνθήκες της ξένης κατοχής, ο πιο άμεσος, ο πιο ευθύς, ο μοναδικός, σε τελευταία ανάλυση, δρόμος για να το πετύχει το προλεταριάτο να πάρει την πολιτική εξουσία και να αναδειχτεί σε ηγέτιδα τάξη του έθνους, δεν είναι άλλος από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Το τρίτο στοιχείο που αναδεικνύεται στα χρόνια της κατοχής είναι ότι η ζωή των μαζών επιδεινώθηκε πέρα από τα συνηθισμένα επίπεδα της ανέχειας. Έφτασε σε κατάσταση πρωτόγνωρης εξαθλίωσης. Επειδή, όμως υπήρχε σωστή πολιτική γραμμή από το κόμμα της εργατικής τάξης, οι μάζες δεν έμειναν άπραγες. Οδηγήθηκαν σε ενεργό αυτοτελή ιστορική δράση. Ή μήπως δεν ήταν τέτοια η δράση τους στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα;

Η επαναστατική κατάσταση, επομένως για την οποία μιλάει το σημερινό ΚΚΕ στον αναθεωρημένο πρώτο τόμο του δοκιμίου της ιστορίας του δεν εμφανίστηκε την περίοδο της απελευθέρωσης της χώρας αλλά σχεδόν ταυτόχρονα με το ξεκίνημα της κατοχής. Τις μέρες της απελευθέρωσης, η χώρα βρέθηκε σε μια πολύ διαφορετική κατάσταση και πιο προωθημένη από την επαναστατική. Βρέθηκε σε συνθήκες δυαδικής εξουσίας.

Η νέα εξουσία και πώς δημιουργήθηκε

Όπως αποδεικνύεται από το σύνολο των ιστορικών στοιχειών, τα οποία κανείς μέχρι σήμερα δεν επιχείρησε να αμφισβητήσει, από τον Δεκέμβρη του 1942 ως το Μάρτη 1944, οι απελευθερωμένες περιοχές στην Ελλάδα διευρύνονταν συνεχώς. Έτσι φτάσαμε στο σημείο η Ελεύθερη Ελλάδα, να ξεκινά από τα ελληνοαλβανικά σύνορα και να φτάνει ως έξω από την Αθήνα. Περιλάμβανε ολόκληρη την περιοχή της Πίνδου καθώς και τις ορεινές περιοχές Τυμφρηστού, Βαρδουσίων, Γκιώνας, Παρνασσού, Καλλίδρομου, Ελικώνα, Πάρνηθας. Ελεύθερες περιοχές είχαν επίσης δημιουργηθεί στον Όλυμπο, Κίσσαβο, Πήλιο, Χάσια στη Θεσσαλία. Στη Νεμέρτσικα, στον Κασιδιάρη, στη Μουργκάνα, στο Σούλι στην Ήπειρο. Στα Πιέρια και στο Βέρμιο στην Κεντρική Μακεδονία. Στο Παναχαϊκό, τον Πάρνωνα, τον Ταΰγετο, στη Ζήρεια, το Μαίναλο στην Πελοπόννησο. Σε ορισμένα μέρη της Ανατολικής Μακεδονίας. Στα νησιά Κρήτη, Εύβοια, Σάμο.

Χιλιάδες χωριά, κωμοπόλεις ακόμα και πόλεις, όπως η Καρδίτσα, η Καλαμπάκα, η Αγιά, το Καρπενήσι, η Αταλάντη, το Λιδωρίκι, το Μέτσοβο, η Κόνιτσα, το Δελβινάκι, τα Γρεβενά, η Δεσκάτη, ή Σιάτιστα κ.α. απαλλαχτήκαν από το βραχνά των καταχτητών και οι κάτοικοι τους άρχισαν να οργανώνουν τη ζωή τους σύμφωνα με τις αρχές τον εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.

Το 1943 κατά τους μετριότερους υπολογισμούς, είχε απελευθερωθεί πάνω από το μισό έδαφος της χώρας κι ό ΕΛΑΣ είχε κάτω από τον έλεγχό του αρκετές ακόμα περιοχές, χωρίς να τις κρατάει σταθερά. Ο εχθρός περιορίστηκε κυρίως, στις μεγάλες πόλεις και προσπαθούσε να διατηρεί κάτω από τον έλεγχό τον τις βασικές σιδηροδρομικές και οδικές αρτηρίες.

Στην Ελεύθερη Ελλάδα, οι επιτροπές της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, της Λαϊκής Δικαιοσύνης και της Λαϊκής Ασφάλειας καθιερώθηκαν το 1943 σαν λαϊκός Δημοκρατικός θεσμός. Η λαϊκή Δημοκρατική εξουσία απλώθηκε ταχύτατα όχι μόνο στις ελεύθερες αλλά και στις ημικατεχόμενες και σ’ αρκετές περιπτώσεις και στις κατεχόμενες από τον εχθρό περιοχές της χώρας.

Στις 12 Μάρτη του ’44, η λαϊκή εξουσία απέκτησε και κεντρική κυβέρνηση, την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Στις 25 Απρίλιου 1944 πραγματοποιηθήκαν οι εκλογές για την ανάδειξη των λαϊκών αντιπροσώπων σε ολόκληρη σχεδόν τη χώρα και στο διάστημα από τις 14 ως τις 27 Μάη του ’44 συνήλθε στις Κορυσχάδες Ευρυτανίας το Εθνικό Συμβούλιο, δηλαδή η πρώτη λαϊκή βουλή της νέας εξουσίας. Η λαϊκή εξουσία απλώθηκε παντού. Ακόμη και στις κατεχόμενες περιοχές που δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν τα λαϊκά όργανα εξουσίας- η Λαϊκή Αυτοδιοίκηση και η Λαϊκή Δικαιοσύνη, δηλαδή τα ελληνικού τύπου Σοβιέτ- η λαϊκή εξουσία ήταν παρούσα με την τεράστια συμμετοχή του λαού στο ΕΑΜ, την ΕΠΟΝ, την Εθνική Αλληλεγγύη, με ισχυρότατο το ΚΚΕ ως καθοδηγητική δύναμη και φυσικά με την παρουσία του λαϊκού στρατού, δηλαδή τον ΕΛΑΣ. Με άλλα λόγια, όταν μιλάμε, τουλάχιστον, για το 1944 δεν μπορεί να γίνεται λόγος για επαναστατική κατάσταση αλλά για πραγματική λαϊκή εξουσία σε ολοκληρωμένη μορφή και περιεχόμενο.

Όμως τι είδους εξουσία ήταν αυτή; Ποιος ήταν ο χαρακτήρας της; Ήταν ένα εκδημοκρατισμένο αστικό καθεστώς, όπως υπονοεί σε διάφορα κείμενά του το σημερινό ΚΚΕ ή ένας νέος τύπος κράτους ανώτερος από την αστική δημοκρατία, δηλαδή ένα κράτος τύπου κομμούνας και τύπου Σοβιέτ; Αν ήταν ένα εκδημοκρατισμένο αστικό καθεστώς θα πρέπει να μας εξηγηθεί που έχει παρουσιαστεί, στην παγκόσμια ιστορία, κάτι παρόμοιο; Και πως είναι δυνατόν να έχουμε ένα εκδημοκρατισμένο αστικό καθεστώς με το ΚΚΕ καθοδηγητική δύναμη και μ’ όλο το αστικό πολιτικό σύστημα και τον διεθνή ιμπεριαλισμό (βλέπε: Μεγάλη Βρετανία) στο απέναντι χαράκωμα; Που ήταν η αστική τάξη σ’ αυτή την κρατική οργάνωση;

Κράτος τύπου Κομμούνας, τύπου Σοβιέτ ήταν η Λαϊκή Εξουσία στην Ελλάδα του ’44 και μάλιστα πιο ολοκληρωμένο, από άποψη θεσμών και οργάνωσης, και από την Κομμούνα και από τα ρωσικά Σοβιέτ της περιόδου Φλεβάρης- Οκτώβρης 1917.

Πώς φτάσαμε στις δύο εξουσίες μαζί

Είναι γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ της περιόδου της κατοχής δεν αντιλήφθηκε το βάθος των αλλαγών και τον χαρακτήρα της εξουσίας που είχε δημιουργήσει το απελευθερωτικό κίνημα και δεν διαμόρφωσε γραμμή για την υπεράσπιση και εδραίωσή τους. Δεν υπάρχει κάτι το παράξενο ή το πρωτότυπο σ’ αυτή τη διαπίστωση. Ο Λένιν έχει γράψει ότι πολλά επαναστατικά κόμματα στην ιστορία βρέθηκαν με την εξουσία στα χέρια χωρίς να ξέρουν τί να την κάνουν. Το ίδιο ακριβώς που συνέβηκε στο δικό μας κόμμα συνέβηκε και στους μπολσεβίκους μετά την επανάσταση του Φλεβάρη του ’17. Μέχρι να επιστρέψει ο Λένιν στην Ρωσία και να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, κανένας μπολσεβίκος ηγέτης- και η ηγεσία ως σύνολο- δεν είχε καταλάβει ότι τα σοβιέτ αποτελούσαν τα κρατικά όργανα μιας νέας εξουσίας. Τα αντιλαμβάνονταν ως όργανα εκπροσώπησης του εργαζόμενου λαού. Γι’ αυτό και βολόδερναν σε θέσεις μεταξύ αντιπολίτευσης και κριτικής υποστήριξης της Προσωρινής κυβέρνησης

Ας επανέλθουμε όμως στα δικά μας. Μη αντιλαμβανόμενη η ηγεσία του ΚΚΕ το βάθος των αλλαγών και το χαρακτήρα της εξουσίας στην Ελεύθερη Ελλάδα σύρθηκε σε μια σειρά διαπραγματεύσεις με την αστική τάξη και τους Εγγλέζους και προχώρησε σε μια σειρά συμφωνίες που στις μέρες της απελευθέρωσης είχαν δημιουργήσει στην χώρα δυαδική εξουσία ενώ το κύριο καθήκον ήταν η κυριαρχία της επαναστατικής εξουσίας σε όλη την επικράτεια. Με την συμφωνία του Λιβάνου και στη συνέχεια με την προσχώρηση του ΕΑΜ, τον Σεπτέμβρη του ’44, στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γ. Παπανδρέου στις Ελλάδα υπήρχαν δύο παράλληλες εξουσίες. Η μία, η πραγματική, ήταν η εξουσία του Εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Η άλλη, που την εξουσία της την αντλούσε εξολοκλήρου από την στήριξη ή την ανοχή του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, ήταν η αστική κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Οι δύο αυτές εξουσίες δεν θα μπορούσαν να συνυπάρχουν για πολύ καιρό. Ήταν ζήτημα χρόνου η μία να πνίξει την άλλη και γι’ αυτό ακριβώς προετοιμάστηκαν η αστική τάξη και οι Εγγλέζοι. Στο πλαίσιο αυτό προέκυψε ο Δεκέμβρης του 1944 και η Λευκή τρομοκρατία μετά τη Βάρκιζα. Σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο διαμορφώθηκαν οι συνθήκες που οδήγησαν στον εμφύλιο πόλεμο. Έξω από αυτό το πλαίσιο, ούτε ο Δεκέμβρης ούτε ο εμφύλιος ερμηνεύονται αντικειμενικά παρά μόνο ως βολονταρισμός και βουλιμία των ηγετών ή του κόμματος για την εξουσία. Αυτό δηλαδή για το οποίο μας κατηγορεί η αστική τάξη εδώ και πάνω από 70 χρόνια.

Αντί επιλόγου

Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια. Το σημερινό ΚΚΕ μιλώντας για επαναστατική κατάσταση τις μέρες της απελευθέρωσης δεν θέλει να παραδεχτεί την ύπαρξη της λαϊκής εξουσίας στα χρόνια της κατοχής στην Ελεύθερη Ελλάδα. Αρνείται και διαγράφει το μεγαλύτερο, το σημαντικότερο και το ιστορικότερο επίτευγμα του εργαζόμενου λαού και της εργατικής τάξης, του ίδιου του κόμματος. Κι όλα αυτά για να στηρίξει τη σαθρή θεωρία που λανσάρει τα τελευταία χρόνια ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και στην σοσιαλιστική επανάσταση δεν υπήρξε και δεν υπάρχει καμία μεταβατική κατάσταση που να υπερβαίνει τον καπιταλισμό και να βρίσκεται σε αντίθεση με αυτόν. Έτσι διαγράφει όλη τη μαρξιστική θεωρία της επανάστασης κι όλη την ιστορική εμπειρία του επαναστατικού κινήματος με πρώτη την εμπειρία της ρωσικής Επανάστασης από τον Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη του 1917.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας