Εργατικός Αγώνας

Δημοσθένης Λιγδόπουλος: Ο πρώτος μάρτυρας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας

Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος.

Ήταν Πέμπτη 21 Ιανουαρίου του 1921, το πρωί, όταν οι αναγνώστες του Ριζοσπάστη διάβασαν στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας μία τραγική είδηση: «ΜΕΓΑ ΠΕΝΘΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΜΑΣ Η ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΧΘΕΣΙΝΗΣ ΔΙΑΔΟΣΕΩΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑΝ ΤΟΥ ΛΙΓΔΟΠΟΥΛΟΥ».

Το ρεπορτάζ που ακολουθούσε ήταν περισσότερο κατατοπιστικό: «Χθεσινά τηλεγραφήματα εκ Κωνσταντινουπόλεως προς τινάς εφημερίδας ανήγγειλαν την εξαφάνισιν του Έλληνος αντιπροσώπου εις την Τρίτην Διεθνή Δημοσθένη Λιγδόπουλου, αρχισυντάκτου του ‘‘Εργ. Αγώνος’’ και γνωστού αγωνιστού του Σοσιαλιστικού Εργατικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος. Τα εν λόγω τηλεγραφήματα προσέθετον ότι ο γενναίος σύντροφός μας έπεσε θύμα Τουρκολαζών , φονευθείς μετ’ άλλων κομμουνιστών μετά των οποίων συνεταξίδευαν επιστρέφων εκ της Ρωσίας εις την Ελλάδα.

Η τόσον απρόοπτος και τραγική ταύτη είδησις, η οποία προκάλεσε βαθείαν συγκίνησιν χθες μεταξύ των μελών του κόμματος και των εργατών, επεβεβαιώθη ατυχώς το εσπέρας και υπό της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος, η οποία, παρά την σιωπήν της, από αρκετών ημερών είχεν, ιδιαιτέρας πληροφορίας και ήτο ενήμερος των λεπτομερειών του τραγικού γεγονότος.

Η Κεντρική Επιτροπή επεφυλάχθη μέχρι της χθες όπως ανακοινώση το τραγικόν καθ΄ όσον ανέμενεν επίσημον έκθεσιν εκ του εξωτερικού επιβεβαιούσαν τας ιδιαιτέρας πληροφορίας της. Εφ΄ όσον όμως η εφημερίς ‘‘Νέος Άνθρωπος’’, η οποία τυγχάνει όργανον του Εργατικού Κέντρου Κωνσταντινουπόλεως, εδημοσίευσε το γεγονός, έπεται ότι ουδεμία πλέον χωρεί επιφύλαξις δια την ακρίβειαν των πληροφοριών της Κεντρικής Επιτροπής, η οποία αύριον θέλει προβή εις επίσημον ανακοίνωσιν».

Στο ίδιο φύλλο του Ριζοσπάστη υπήρχε επίσης η είδηση ότι σε τηλεγραφήματα που ο Γραμματέας του Κόμματος Ν. Δημητράτος είχε στείλει στις τοπικές κομματικές οργανώσεις αναφερόταν ότι «Η Κεντρική Επιτροπή αποφάσισε την αναβολή της εορτής, η οποία θα εγένετο εις όλας τας πόλεις της Ελλάδος επ’ ευκαιρία της δεύτερης επετείου του Κόμματος, λόγω του θανάτου του συντρόφου Λιγδόπουλου και του βαρύτατου πένθους του κόμματος»[1]. Η γιορτασμός της κομματικής επετείου είχε οριστεί[2] για τις 24 Ιανουαρίου του 1921.

Η ΚΕ του ΣΕΚΕ (Κομμουνιστικό) ανακοινώνει το γεγονός

Την επομένη της δημοσίευσης της παραπάνω δήλωσης, το φύλλο του Ριζοσπάστη ήταν αφιερωμένο στην προσωπικότητα και στον τραγικό θάνατο του κορυφαίου κομμουνιστή ενώ στο κέντρο της πρώτης σελίδας της εφημερίδας δέσποζε η ανακοίνωση της ΚΕ του κόμματος, την οποία αξίζει να παραθέσουμε ολόκληρη δεδομένου ότι δεν έχει συμπεριληφθεί- προφανώς λόγω έλλειψης του εν λόγω φύλλου- στην έκδοση των επίσημων κειμένων του ΚΚΕ[3]:

«Η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος μετά βαθυτάτης θλίψεως αναγγέλλει την τραγικήν απώλειαν του αντιπροσώπου του Κόμματος εις την Τρίτην Διεθνή και πολυτίμου αγωνιστού και συντρόφου Δημ. Λιγδόπουλου (Α. Βρούτου).

Κατά τας υπάρχουσας πληροφορίας ο σύντροφος Λιγδόπουλος, περάτωσης την αποστολήν του εν Ρωσία, ανεχώρησεν εκείθεν κατά τας αρχάς του παρελθόντος 8/βριου συνοδευόμενος από δύο άλλους συντρόφους μετά των οποίων, θ’ απεβιβάζετο εις Βουλγαρίαν δια να επιστρέψη εις την Ελλάδα. Την δευτέραν νύχτα του ταξειδίου οι αποτελούντες το πλήρωμα του μοτέρ (ιστιοφόρου μετά βενζινομηχανής), επί του οποίου επέβαινον τέσσαρες Τουρκολαζοί (πλοίαρχος και ναύται) και εις μηχανικός αγνώστου εθνικότητος, επετέθησαν κατά του συντρόφου Λιγδόπουλου και των δύο συνοδών του δια να τους ληστεύσουν και τους εφόνευσαν. Το αποτρόπαιον έγκλημα των ληστών εγνώσθη αργότερον εξ ομολογίας του μηχανικού του μοτέρ προς Ρώσους ναυτικούς της Μαύρης θαλάσσης. Τοιουτοτρόπως εγνώσθη το γεγονός εις την Ρωσίαν και εις το Κόμμα μας.

Οι συνθήκαι υπό τας οποίας έπεσεν ο νεαρός και γενναίος αγωνιστής του Κόμματος μας δεν μειώνουν την ευθύνην των πεπολιστισμένων ληστών οι οποίοι εμποδίζουν την κανονικήν επικοινωνίαν των προλεταριακών κομμάτων των διαφόρων χωρών με την έδραν της Κομμουνιτικής Διεθνούς και την χώραν της πρώτης Σοβιετικής Δημοκρατίας του κόσμου.

Οι πεπολιτισμένοι λησταί της συνηνωμένης κεφαλαιοκρατικής και ιμπεριαλιστικής αντιδράσεως και οι εν Ελλάδι πράκτορές των, οι οποίοι μετήλθον παν μέσον, κατά το παρελθόν έτος δια να εμποδίσουν τον σύντροφον Λιγδόπουλον να φθάση δια κανονικών διαβατηρίων εις την Σοβιετικήν Ρωσίαν, είναι οι πραγματικοί αυτουργοί του στυγερού εγκλήματος της Μαύρης Θαλάσσης.

Η απώλεια του συντρόφου Λιγδόπουλου. Όστις ως συνεργάτης εις την ίδρυση του Κόμματος, ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής, ως αρχισυντάκτης του ‘‘Εργ. Αγώνος’’ κι ως αντιπρόσωπος του Κόμματος εις την Διεθνή υπήρξεν ο κυριώτερος εργάτης του κομμουνιστικού κινήματος, βυθίζει δικαίως εις βαθύτατον πένθος το Κόμμα ολόκληρον.

Ιδιαιτέρως η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος της οποίας ο θυσιασθείς σύντροφος υπήρξεν, από της συστάσεως του Κόμματος, πιστός και δεξιός συνεργάτης εις το δύσκολον έργον της, αισθάνεται βαθύτατα το κενόν που αφίνει η τόσον πρόωρος και τραγική απώλεια του αφοσιωμένου αγωνιστού.

Η πεποίθησις ότι το έργον το οποίον ο θυσιασθείς σύντροφος επραγματοποίησε δια της επισήμου εισόδου του Κόμματος εις την τρίτην Διεθνήν και το οποίον επεσφράγισε δια του τιμίου του αίματος, θ’ αποτελέση δια το Κόμμα ιεράν παρακαταθήκην εκ της οποίας θα αντλήση τούτο νέας δυνάμεις δια ν’ αγωνισθή και να πραγματοποιήση την μεγάλην αποστολή του, συγκρατεί την οδύνην της Κεντρικής Επιτροπής και ενθαρρύνει αυτήν εις τας προβλέψεις της δια το παρόν και το μέλλον του Κόμματος.

Η μεγάλη θυσία του αλησμόνητου συντρόφου μας ενώ καθιστά ανεξάλειπτον τον δεσμόν του Κόμματος μας μετά της Κομμουνιστικής Διεθνούς, προσδίδει εξ άλλου αθάνατον αίγλην εις τον θυσιασθέντα υπέρ της υποθέσεως της Κομμουνιστικής Διεθνούς πρώτον μάρτυρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος».

Ο Ν. Δημητράτος ανακοινώνει τις λεπτομέρειες

Πέρα από την ανακοίνωση της ΚΕ του Κόμματος, ο Γραμματέας της Ν. Δημητράτος έδωσε στον Τύπο μια ολοκληρωμένη αφήγηση με τις λεπτομέρειες που συνθέτουν του θέμα: «Η Κεντρική Επιτροπή- είπε- από του παρελθόντος Νοεμβρίου ήρχισε ν’ ανησυχή ζωηρώς περί της τύχης του συντρόφου Λιγδόπουλου από τον οποίον δεν είχε καμμίαν είδησιν από της αφίξεώς του εις Ρωσίαν. Υπελογίζαμεν ότι ο σύντροφος Λιγδόπουλος θα έπρεπε περί τα τέλη Οκτωβρίου ή το πολύ τας αρχάς Νοεμβρίου να είχε επιστρέψη εις την Ελλάδα. Επλησίαζεν όμως να λήξη ο Νοέμβριος και ουδεμίαν ένδειξιν είχαμε εάν ούτος ανεχώρησε δια την Ελλάδα. Δια τούτο αναγκάσθημεν ν’ απευθυνθώμεν εις Βουλγαρίαν, Αυστρίαν και Γερμανίαν ζητούντες πληροφορίας περί της αναχωρήσεώς του εκ Ρωσίας και παρακαλούντες να ειδοποιηθή, εάν ευρίσκεται ακόμη εν Ρωσία όπως επιταχύνη την επιστροφήν του. Από παντού όμως επληροφορήθημεν ότι ουδεμία είδησις υπήρχε δια τον σύντροφόν μας. Τότε ανησυχήσαμεν περισσότερον υποπτευθέντες ότι πιθανότατα εάν δεν ευρίσκετο εις την Ρωσίαν, θα είχεν συλληφθή κάπου και δεν θα ηδύνατο να επικοινωνήση με τους συντρόφους.

Τας αρχάς Ιανουαρίου εμάθαμεν εξαίφνης ότι ο σύντροφος Λιγδόπουλος ανεχώρησεν εκ Ρωσίας συνοδεύομενος υπό του γνωστού εν Ρωσία Έλληνος Κομμουνιστού Αλεξάκη και ότι κατά την αντίληψιν της Διεθνούς θα έπρεπε αμφότεροι να ευρίσκονται εις την Ελλάδα. Είχαμε μάλιστά και την λεπτομέριαν ότι αμφότεροι αναχωρήσαντες εκ Ρωσίας τας αρχάς Οκτωβρίου επεβιβάσθησαν ενός Ρωσικού μοτέρ δια ν’ αποβιβασθούν εις την Βουλγαρίαν και προφθάσουν να συμμετάσχουν της συνδιασκέψεως των συνομοσπονδιών της Βαλκανικής η οποία θα εγίνετο εν Σόφια την 1η Νοεμβρίου. Η λεπτομέρια αυτή απετέλεσε την πρώτην βάσιν δια την απογοητευσίν μας διότι εγνωρίζαμεν καλώς ότι ο σύντροφος Λιγδόπουλος δεν είχεν αποβιβασθή μέχρι τέλους Δεκεμβρίου εις Βουλγαρίαν

Εσπέυσαμεν αμέσως να ειδοποιήσωμεν εις το εξωτερικόν περί της εξαφανίσεως του συντρόφου μας και παρακαλέσαμεν να γίνη έρευνα παντού όπου ήτο δυνατόν να υπάρξουν υπόνοιαι ότι ευρίσκεται κρατούμενος ως αιχμάλωτος ή φυλακισμένος εφ’ όσον δεν εξηκριβούτο ότι εχάθη εις την θάλασσαν.

Παρά την αποκαρδίωσίν μας, διετηρήσαμεν ακόμη ελπίδας τινάς περί της σωτηρίας του συντρόφου μας, αναμένοντες πάντοτε ειδήσεις εκ Ρωσίας περί της τύχης του όπου θα ηδύνατο να έχουν πληροφορίας περί της τύχης του μοτέρ το οποίον πιθανώς να είχε συλληφθή υπό των Ρουμανικών ή Βουλγαρικών αρχών ή υπό τινός συμμαχικού πολεμικού πλοίου. Αλλά και αι ελάχιστοι αυταί ελπίδες μας ήρχισαν να χάνωνται σχεδόν εντελώς διότι αργότερον εμανθάνομεν ότι υπήρχε κίνδυνος να είχε συλληφθή το μοτέρ από πειρατάς Τουρκολαζούς και ότι είναι πιθανόν οι σύντροφοί μας να εφονεύθησαν. Η νέα αυτή πληροφορία συνδυαζόμενη εκ μέρους μας με τη διάδοσιν η οποία είχε φθάσει εις Κωνσταντινούπολιν και κατά την οποίαν εις τον Εύξεινον συνελλήφθη εν ρωσικόν μοτέρ από Τουρκολαζούς οι οποίοι ελήστευσαν και εφόνευσαν τους επιβαίνοντας ‘‘δύο Ρώσους και ένα Βούλγαρον’’ μας εγγένησε την υποψίαν ότι πιθανότατα επρόκειτο περί του μοτέρ του οποίου επέβαινεν ο σύντροφος Λιγδόπουλος. Είχομεν μάλιστα μάθη ότι δια το μοτέρ αυτό επενέβη και η Σοβιετική Κυβέρνησις και ότι οι Κεμαλικοί, οι οποίοι κάνουν τους φίλους εις τα Σοβιέτ, εθορυβήθησαν και συνέλαβον εις το Ζουγκουλδάκ το πλήρωμα ενός πλοίου του Αβδουραχμάν καπετάν ως ενδεχόμενον δια τον φόνον των δύο Ρώσων και του Βούλγαρου του ρωσικού μοτέρ. Οι δράσται όμως εδωροδόκησαν τους φύλακας και απελύθησαν.

Οι σύντροφοι όμως που μας εχορήγουν τας πληροφορίας αυτάς επίστευον ότι δεν επρόκειτο περί του μοτέρ του οποίου επέβαινεν ο Λιγδόπουλος διότι εσκέπτοντο ότι εάν οι Τουρκολαζοί εφόνευον ένα Έλληνα θα το διεκήρυττον. Αλλ’ η υπόθεσις αυτή ουδόλως εκλόνισε τας υποψίας μας εφ’ όσον η επέμβασις της Σοβιετικής Κυβερνήσεως εις τους Κεμαλικούς υπεδήλωνεν ότι οι ‘‘δύο Ρώσοι και ο Βούλγαρος’’ του ρωσικού μοτέρ ήσαν επίσημα πρόσωπα απολαμβάνοντα ασυλίας και ότι το ταξείδι των δια του μοτέρ εγένετο μετά την έγκρισιν των σοβιετικών αρχών. Επίσης δεν απεκλείετο ότι εις την αντίληψιν των Τουρκολαζών ο Λιγδόπουλος εθεωρείτο ως ‘‘Ρώσος’’ εφ’ όσον συνωδεύετο από τον Αλεξάκην ζώντα πολλά χρόνια εις την Ρωσίαν και ομιλούντα την ρωσικήν. Εξ άλλου επληροφορήθημεν ότι και εις την Ρωσία ανησύχουν συγκεκριμένως δια το μοτέρ του οποίου επέβαινεν ο Λιγδόπουλος… Η νεωτέρα αυτή πληροφορία έκαμε την Κεντρικήν Επιτροπήν να χάνη πάσαν ελπίδα πλέον. Προφανώς ο σύντρόφός μας είχε χαθή, ευρεθείς πιθανότατα εις το μοτέρ των ‘‘δύο Ρώσων’’ και του Βούγλαρου δια τους οποίους είχε, ως είπαμεν, διαδοθή ότι τους εφόνευσαν Τουρκολαζοί.

Απηλπισμένη πλέον η Κ.Ε. εμάνθανε μετά τινάς ημέρας το τραγικόν γεγονός. Πράγματι επεβεβαιούτο ότι το μοτέρ εις το οποίον ήσαν ‘‘οι δύο Ρώσοι και ο Βούλγαρος’’ ήτο το μοτέρ επί του οποίου ευρίσκετο ο Λιγδόπουλος, αλλά με την διαφοράν ότι το μοτέρ τούτο δεν είχε πέσει εις χείρας Τουρκολαζών, αλλ’ οι αποτελούντες το πλήρωμα του μοτέρ ήσαν Τουρκολαζοί οι οποίοι εφόνευσαν τον σύντροφον Λιγδόπουλον και τους σνοδεύοντας αυτόν συντρόφους, τον Αλεξάκην και τον Βούλγαρον του οποίου δεν εγνώσθη ακόμη το όνομα. Η αποκάλυψις του γεγονότος οφείλεται εις τον μηχανικόν του μοτέρ όστις το ανεκοίνωσεν εις Ρώσους ναυτικούς της Μαύρης θαλάσσης, οι οποίοι έφερον τη είδησιν εις τα Σοβιέτ. Ισχυρίζεται μάλιστα ο μηχανικός ότι αυτός ήτο κατά του εγκλήματος.

Κατά τας ιδίας πληροφορίας οι σύντροφοί μας εφονεύθησαν την δευτέραν νύχταν του ταξειδίου. Οι δράσται, εκτός του μηχανικού, ήσαν τέσσαρες, τρεις ναύται και ο πλοίαρχος, οι αποτελούντες το πλήρωμα του μοτέρ. Είχαν αποφασίσει να τους φονεύσουν εις τον ύπνον και δι’ αυτό φαίνεται παρέτειναν και το ταξείδι δια να τους αναγκάσουν να κοιμηθούν. Ο Βούλγαρος σύντροφος, κατά τας βεβαιώσεις του μηχανικού γνωρίζων από πυξίδα έκαμεν από ενωρίς την παρατήρισιν ότι δεν κατηυθύνοντο εις την Βουλγαρίαν. Αλλ’ οι σύντροφοί μας δεν υπωπτεύθυσαν φαίνεται τίποτε περί των διαθέσεων του πληρώματος και την έπαθαν.

Δεν αποκλείεται επίσης οι ναύται να είχαν συσταθή ως μπολσεβίκοι και οι σύντροφοί μας να μην επεφυλάχθησαν απέναντί των καθόλου. Τέτοιαι περιπτώσεις υπάρχουν πολλαί αφ’ ότου με την επικράτησιν της μπολσεβικικής επαναστάσεως εις το μπολσεβικικόν κόμμα, εισέδυσαν πολλά ύποπτα στοιχεία μεταξύ των οποίων θα υπάρχουν και οι εισελθόντες δια να επωφελούνται των αναγκών της επαναστάσεως.

Πληροφορούμεθα επίσης ότι το μοτέρ των ενόχων όπως και οι ίδιοι οι ένοχοι ευρίσκονται εις την Κωνσταντινούπολιν αποβλέποντες εις την προστασίαν αυτών υπό των συμμαχικών αρχών. Εις Ρωσίαν επίσης συνελήφθη ο ιδιοκτήτης του μοτέρ Νιαζή, όστις ωδηγήθη εις Χάρκοβον όπου θα δικασθή. Οι Κεμαλικοί φοβούμενοι νέαν επέμβασιν των Σοβιέτ δικνείουν επίσης εξαιρετικήν δραστηριότητα δια την σύλληψιν των δραστών, οι οποίοι όμως έχουν καταφύγει εις την Κων/πολιν».

Ο Ν. Δημητράτος κατέληξε: «Οπωσδήποτε δια της συλλήψεως των δραστών, το έγκλημα δεν επανορθούται και τον αγαπητόν σύντροφον, του οποίου ολοέν αισθανόμεθα την ανάγκην, δεν πρόκειται πλέον να επανίδωμεν. Η απώλειά του αποτελεί δια το Κόμμα γενικώς και την Κεντρικήν Επιτροπήν ιδιαιτέρως, πλήγμα φοβερόν. Χάνομεν τον καλύτερον των συντρόφων και τον δυνατότερον των αγωνιστών. Οιοσδήποτε και αν εχάνετο από ημάς, θα ηδύνατο ν’ αντικατασταθή, αλλ’ ο Λιγδόπουλος δεν αντικαθίσταται. Η δημιουργία ενός νέου Λιγδόπουλου δεν είναι εύκολος. Οι ολίγοι σύντροφοι οι οποίοι ιδιαιτέρως συνέζησαν μετ’ αυτού εις τον αγώνα του Κόμματος, είναι οι μόνοι ίσως οι οποίοι εγνώρισαν κατά βάθος τον Λιγδόπουλον, και οι οποίοι δύνανται να εκτιμήσουν τον άνθρωπον και τον αγωνιστήν.

Πονεί όλο το κόμμα δια τον αγαπητόν σύντροφον, αλλ’ η οδύνη εκείνων οι οποίοι διατηρούν ζωηρώς την ανάμνησιν της σχέσεώς του γνωρίζουν τας λεπτομέρειας της φωτισμένης ζωής του δεν δύναται ποτέ να εξαληφθή».

Είναι προφανές ότι τόσο η ΚΕ όσο και ο γραμματέας του, βάσιζαν τις πληροφορίες τους σε ενημέρωση που είχαν από την Κομμουνιστική Διεθνή, τα αδελφά κόμματα και συντρόφους του εξωτερικού. Ας δούμε όμως με πρισσότερες λεπτομέρειες ποιος ήταν ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος.

Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος

Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 1898. Ανήσυχο πνεύμα από πολύ νωρίς στράφηκε προς το εργατικό κίνημα και τις ιδέες που αναδείκνυαν τον ιστορικό ρόλο του προλεταριάτου. Σε ηλικία 18 ετών, στα 1916, γράφτηκε ως φοιτητής των μαθηματικών στο πανεπιστήμιο, αλλά παρά την αγάπη του προς τη συγκεκριμένη επιστήμη, το μυαλό του και την καρδιά του κέρδισαν το εργατικό κίνημα και η επανάσταση. Ο Μιχάλης Οικονόμου που στα πρώτα χρόνια από την ίδρυσή του ΣΕΚΕ διετέλεσε ανώτερο στέλεχος του, θυμάται για τον Δ. Λιγδόπουλο[4]: «Ο Λιγδόπουλος… έμενε στην Πλάκα, κοντά στο μνημείο του Λυσικράτη, μαζί με τη χήρα μητέρα του και τις δύο αδελφές του. Μίλαγε γαλλικά και άρχισε να μαθαίνει γερμανικά… Ήταν ένας νέος όλο ενθουσιασμό και πίστευε στην ιδέα της επανάστασης, ιδιαίτερα μετά την Οκτωβριανή που μας είχε εντυπωσιάσει».

Τη χρονιά που γράφηκε στο πανεπιστήμιο (1916), ο Λιγδόπουλος, μαζί με τους συμφοιτητές και φίλους του, τον Σπ. Κομιώτη, τον Φρ. Τζουλάτη και τους αδελφούς Δούμα ίδρυσε τη «Σοσιαλιστική Νεολαία» Αθήνας. Η οργάνωση αυτή σύμφωνα με το καταστατικό της είχε τους εξής σκοπούς[5]:

«α) Να υποδείξη τας αρχάς του διεθνούς σοσιαλισμού, β) να διοργανώση και εκπαιδεύση τα μέλη της με μαθήματα σοσιαλιστικά, εγκυκλοπαιδικά, φιλολογικά, καλλιτεχνικά, επίσης να βοηθήση την σωματικήν ανάπτυξιν των νέων με γυμναστικάς ασκήσεις, εκδρομάς, παιδιάς κ.λ.π., προς τον σκοπόν να δημιουργηθή νεολαία υγιής το σώμα και το πνεύμα και ικανή ν’ αναλάβη τον σοσιαλιστικόν αγώνα, γ) να διαδώση σοσιαλιστικάς και συνδικαλιστικάς ιδέας μεταξύ των εργατών και δ) να εργασθή δραστηριώτατα κατά του αλκοολισμού που αποκτηνώνει την εργατικήν τάξιν».

Η σοσιαλιστική νεολαία ξεδίπλωσε γρήγορα πρωτοποριακή δράση που αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο υπό το φως της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης. Όπως αναφέρει ο Κορδάτος[6] «μέσα στο Εργατικό Κέντρο της Αθήνας τη μεγαλύτερη επιρροή την ασκούσε η Σοσιαλιστική Νεολαία της Αθήνας, που ενθουσιασμένη με τη ρώσικη επανάσταση έδειχνε αριστερές τάσεις». Μ’ αυτή της τη δράση, η Σοσιαλιστική Νεολαία, πολύ σύντομα θα προκαλέσει την προσοχή των διωκτικών μηχανισμών του κράτους. Έτσι με αφορμή ότι θα εκδώσει τη γνωστή μπροσούρα του Κροπότκιν «Προς τους νέους», οι ηγέτες της Λιγδόπουλος, Δούμας, Κομιώτης, Αργυρίου και Κατσώνης θα συλληφθούν και θα καταδικασθούν από στρατοδικείο σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης. Στη συνέχεια θα οδηγηθούν στις φυλακές του Ρεθύμνου αλλά σύντομα θα αποφυλακισθούν με χάρη που θα τους δώσει η κυβέρνηση Βενιζέλου, ύστερα από τη διεθνή κατακραυγή που θα ξεσηκώσει το θέμα[7]. Ο Μ. Οικονόμου θυμάται σχετικά[8]: «Η έκδοση θεωρήθηκε ανατρεπτική και ύστερα από εντολή του Ρεπούλη απαγγέλθηκε κατηγορία στους μεταφραστές και υπεύθυνους της εκδόσεως. Τότε ξέρετε είχαμε στρατιωτικό νόμο, ο οποίος γενικά περιόριζε τις κινήσεις μας και τις διαθέσεις μας. Έτσι παραπέμφθηκαν σε δίκη στο στρατοδικείο της οδού Ακαδημίας τότε, ο Γ. Δούμας και ο Κουμιώτης (νομίζω αυτοί οι δύο ήταν οι μεταφραστές), ο Λιγδόπουλος, ο Αργυρίου και ο Κατσάνος. Πρόεδρος του στρατοδικείου ήταν ο φοβερός και τρομερός Φατσέας, που καταδίκασε πολλούς κομμουνιστές αργότερα. Στη δίκη δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα και με την δραστηριοποίηση όλων μας, αλλά κυρίως του Ν. Δημητράτου, της Φεντερασιόν, των συνδικάτων και των σοσιαλιστών βουλευτών Σίδερι κα Κουριέλ. Η δίωξη έγινε γνωστή στο εξωτερικό, δημοσιεύτηκαν διαμαρτυρίες και ψηφίσματα και φέραμε την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση. Θυμάμαι ότι η στάση που τήρησαν όλοι ήταν αγέρωχη με πρώτο το Λιγδόπουλο… Έτσι, ενώ εμείς πηγαίναμε να τους ενθαρρύνουμε μας έδωσαν κουράγιο αυτοί». Συγκεκριμένα απολογούμενος στο στρατοδικείο ο Δ. Λιγδόπουλος είχε προειδοποιήσει για την κατάληξη που θα είχε η δίωξη εναντίον του και εναντίον των συντρόφων του, τονίζοντας ανάμεσα στα άλλα[9]: «Δεν ενδιαφέρομαι για την καταδίκη μου, αλλά βεβαιωθείτε κύριε πρόεδρε, ότι η καταδίκη μου θα χρησιμεύση για καθρέπτης, με τον οποίο ο κόσμος θα γνωρίση τον πολιτισμό της Ελλάδος».

Στην πάλη για το Κόμμα και το χαρακτήρα του

Όπως ήταν φυσικό η δράση αυτή της Σοσιαλιστικής Νεολαίας θα της προσδώσει πρωταγωνιστικό ρόλο στις διεργασίες για την πραγματοποίηση του πρώτου πανελλαδικού Σοσιαλιστικού Συνεδρίου, που θα ενώσει τις διάφορες σοσιαλιστικές ομάδες και τάσεις και θα ιδρύσει το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας, το μετέπειτα ΚΚΕ.

Στο συνέδριο που θα πραγματοποιηθεί στις 4- 10 (17- 23 με το νέο ημερολόγιο) Νοέμβρη του 1918, θα εμφανιστούν σε χοντρές γραμμές τρεις ιδεολογικοπολιτικές τάσεις: Η δεξιά με βασικούς εκπροσώπους το Ν. Γιαννιό και τον Αριστ. Σίδερη, η κεντρίστικη- συμβιβαστική με επικεφαλής τον Α. Μπεναρόγια και η αριστερή με επικεφαλής τον Δ. Λιγδόπουλο. Η ομάδα του Λιγδόπουλου (Κομιώτης, Τζουλάτης και ο, μάλλον, προσκείμενος σ’ αυτούς Ν. Δημητράτος), διαπνεόμενη από τα ιδανικά της Οκτωβριανής Επανάστασης και τη μαρξιστική- Λενινιστική ιδεολογία του μπολσεβικισμού, θα παίξει σημαντικό ρόλο στις εργασίες του συνεδρίου και θα καταφέρει να περάσει μια σειρά θέσεις που έδιναν επαναστατικό προσανατολισμό στο νεοσύστατο κόμμα, όπως: Κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, προλεταριακός διεθνισμός κ.λ.π. Ξεχωριστή στο συνέδριο ήταν η παρέμβαση του Δ. Λιγδόπουλου για το χαρακτήρα της Κοινωνίας των Εθνών[10], τα νοήματα της οποίας έχουν ισχύ ακόμη και σήμερα για ανάλογες περιπτώσεις.

Το συνέδριο θα εκλέξει το Δ. Λιγδόπουλο μέλος της ΚΕ του κόμματος και διευθυντή του κομματικού δημοσιογραφικού οργάνου, της εφημερίδας «Εργατικός Αγών».

Για να έχει ο αναγνώστης μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα των απόψεων του Δημοσθένη Λιγδόπουλου θα παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα από ένα από τα τελευταία άρθρα του- με τίτλο «Ο Αγών των Κομμουνιστών»- που στόχευε να διαχωρίσει την επαναστατική από τη ρεφορμιστική λογική μέσα στο εργατικό κίνημα : «Όλοι οι αγώνες- έγραφε[11]– για καλλιτέρευση της θέσεως της εργατικής τάξεως δεν είνε παρά ένας αμυντικός αγών, ένας αγών υπερασπίσεως της υπάρξεως της εργατικής τάξεως, η οποία τότε μόνο θα μπορέση πραγματικά να καλλιτερέψη τη θέση της, όταν γίνη κυρία της τύχης της, όταν γκρεμίσει το αστικό καθεστώς, όταν κάνει την επανάστασή της. Αυτό είνε ανάγκη σήμερα να μάθουν καλά οι εργατικές μάζες και όχι απλώς να το αναγράψουν στα καταστατικά των οργανώσεών των, αλλά να το αισθανθούν και να κανονίσουν σύμφωνα με αυτό τον τρόπο της οργάνωσής τους, τη δράση τους… Πολλές φορές η αστική τάξις, με την κυβέρνηση, με το κράτος, με τα όργανά της δηλαδή, θα προσφέρη ακόμα και μερικά ωφελήματα προσωρινά σε μία ή σε άλλη μερίδα της εργατικής τάξεως και θα προσπαθήση να πείση την εργατική τάξη ότι πρέπει να μην ακολουθήση τον επαναστατικό δρόμο, αλλά να παραπλανηθή σ’ ένα δρόμο ψευτομεταρυθμίσεων. Οι καταδιώξεις ακόμη που διεξάγει και που θα εξακολουθήση η αστική τάξις με το κράτος της, εις βάρος των πειο επαναστατικών στοιχείων της τάξεώς μας και οι φιλοφρονήσεις προς τους προδότες του αγώνος, θα είνε μερικά απ’ αυτά πολλά εξάπαντος δολώματα που η αστική τάξις θα μεταχειριστή για να διαφθείρη τον αγώνα της εργατικής τάξεως. Η αστική τάξις βεβαίως θα ευνοήση ένα μεταρρυθμιστικόν αγώνα και θα δεχθή εξάπαντος με χαρά και στα κοινοβούλιά της ακόμα τους ψευδοαντιπροσώπους των εργατών που θάνε διατεθειμένοι να κάνουν ένα μεταρρυθμιστικόν αγώνα, να σκύβουν τη ράχη τους και να γλύφουν τα κόκκαλα που πετά η μπουρζουαζία. Για μας όμως όλα αυτά δεν σημαίνουν τίποτα. Ίσως θα βρεθούμε λίγοι για μια στιγμή. Ίσως άλλοι πλανώμενοι εργάτες θα παρασυρθούν. Εμείς όμως θα προχωρήσουμε με την πεποίθηση ότι αυτά τα γεγονότα θ’ ανοίξουν τα μάτια και των πειό πλανωμένων εργατών και ότι πολύ γλήγορα θα προεστεθούν και αυτοί στον αγώνα μας, στον επαναστατικό αγώνα… Ο πολιτικός μας αγών είνε αγών επαναστατικός. Αγωνιζόμαστε για τα Σοβιέτ και για την καταστροφή όλων αυτών τω θεσμών και των κοινοβουλίων της αστικής τάξεως, νομίζουμε πως αυτός είνε ο αγών που πρέπει η εργατική μας τάξη να διεξάγη και έχουμε τη πεποίθηση, που βγαίνει απ’ αυτά τα γεγονότα, πως ο αγώνας μας αυτός θα θριαμβεύση και πως γρήγορα η κόκκινη σημαία των Σοβιέτ θα στηθή νικηφόρα σ’ όλον τον κόσμο, απελευθερώνοντας οριστικά την εργατική τάξη. Αυτός είνε ο σκοπός τω κομμουνιστών και έτσι εμείς αντιλαμβανόμαστε τον αγώνα της εργατικής τάξεως».

Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος ήταν από τους πρώτους Κομμουνιστές στο ελληνικό εργατικό κίνημα, με σαφή προσανατολισμό προς τον Μπολσεβικισμό και στην Τρίτη Διεθνή, πολύ πριν άλλοι σύντροφοί του μέσα στο ΣΕΚΕ αποσαφηνίσουν πλήρως τη δική τους κατεύθυνση. Η θέση του αυτή ήταν συνειδητή και συγκροτημένη κι όπως προκύπτει από το προαναφερόμενο άρθρο του δεν αντιλαμβανόταν το ρόλο του κομμουνιστή έξω και πέρα από το εργατικό κίνημα αλλά μέσα σ’ αυτό, ιδεολογική και πολιτική εμπροσθοφυλακή του. Έτσι δεν διαχώριζε τη θέση του μόνο από τη μικροαστική δεξιά πτέρυγα του κινήματος αλλά και από τα μικροαστικά, αριστερά, παιδιαρίσματα κάποιων διανοουμένων που ήταν εμφανή στις τάξεις του ΣΕΚΕ ή δίπλα σε αυτό. Την αλήθεια αυτή- είτε από άγνοια, είτε από προχειρότητα στην έρευνα, είτε από σκοπιμότητα- την παραποιούν ορισμένοι ιστορικοί, όπως ο Μάριος Εμμανουηλίδης[12] ο οποίος εμφανίζει τον Λιγδόπουλο να συμμετέχει στην Ομάδα της οποίας ηγείτο ο Φραγκίσκος Τζουλάτι και η οποία έβγαζε την περίοδο 1921- 22 το περιοδικό «Κομμουνισμός». Η ομάδα αυτή- που αργότερα έβγαλε το «Αρχείον Μαρξισμού»- από τις στήλες του «Κομμουνισμού» είχε ξεκαθαρίσει με απόλυτη σαφήνεια το θέμα. «Το κίνημά μας στην Ελλάδα- γράφει στη νεκρολογία του για το Λιγδόπουλο, το εν λόγω περιοδικό[13]– πενθεί το πρώτο του θύμα. Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος, ένας αληθινός Κομμουνιστής, είχαμε πάντα την πεποίθηση πως για λίγο καιρό θα ήταν χωρισμένος από μας στον αγώνα μας. Οι παλιότεροι σύντροφοι του ‘‘Κομμουνισμού’’ έχουν πολλές αναμνήσεις από τη δράση του, που από το 1914 ήταν κοινή όλων μας μέχρι του 1919 οπότε αποχωριστήκαμε από το Σοσιαλ. Εργατ. Κόμμα. Ο Δ. Λιγδόπουλος έμεινε με την αγνή πεποίθηση ότι θα μπορέση μια μέρα να φέρη ολόκληρο το κόμμα στον αληθινό κομμουνιστικό δρόμο… Η μόνη διαφορά μας είνε ότι ο Λιγδόπουλος ετήρει στάση διαλλακτική. Ήθελε να συνενώση όλα τα στοιχεία οπορτουνιστικά και επαναστατικά εις κοινόν αγώνα». Η κριτική αυτή ασφαλώς δεν ήταν σωστή και η ζωή στη συνέχεια δικαίωσε τον Λιγδόπουλο διότι η ομάδα του «Κομμουνισμού» επανεντάχθηκε στο ΣΕΚΕ (Κομμουνιστικό)[14]. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Ας επανέλθουμε, στο Δημοσθένη Λιγδόπουλο και στη συνεισφορά του για την ένταξη του ΣΕΚΕ στην Κομιντέρν, που σφραγίστηκε με τον τραγικό θάνατό του.

Η ένταξη στην Κομιντέρν και το τραγικό τέλος του Λιγδόπουλου

Όταν ιδρύθηκε το ΣΕΚΕ συνδέθηκε με την Β’ Διεθνή, παρόλο που «οι περισσότεροι αντιπρόσωποι… ήθελαν να παρθεί από τότε απόφαση που να καταδικάζει το δυτικό σοσιαλισμό»[15]. Λίγο αργότερα, βέβαια, θα γίνει κι αυτό, γεγονός στο οποίο βοήθησε αποτελεσματικά η ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς που έγινε το Μάρτη του 1919 στη Μόσχα. Έτσι, στην πρώτη Σύνοδο του Εθνικού Συμβουλίου του ΣΕΚΕ (Μάης 1919) λήφθηκε απόφαση για αποχώρηση του κόμματος από τη Β’ Διεθνή και προπαρασκευή του εδάφους, ούτως ώστε να γίνει δυνατή η προσχώρησή του στην Τρίτη Διεθνή. Η απόφαση ήταν αποτέλεσμα σκληρής σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο ομάδες. Οι Δ. Λιγδόπουλος, Ν. Δημητράτος και Μ. Σιδέρης υποστήριξαν την προαναφερόμενη απόφαση κόντρα στην αντίθετη γνώμη των Α. Μπεναρόγια και Αριστ. Σίδερη. Ένα επιπλέον αποτέλεσμα, όμως, της σύγκρουσης αυτής ήταν και η παραίτηση του Δ. Λιγδόπουλου και των συντρόφων του από την ΚΕ για λόγους ευθιξίας, παρόλο που είχαν πετύχει να περάσουν την άποψή τους. Θα επανέλθουν, όμως, στην κομματική ηγεσία με απόφαση της Δεύτερης Συνόδου του Εθνικού Συμβουλίου το Νοέμβρη του ιδίου έτους[16].

Το Γενάρη του 1920, Ο Δ. Λιγδόπουλος θα εκπροσωπήσει το ΣΕΚΕ στη συνδιάσκεψη των Βαλκανικών Κομμουνιστικών και Σοσιαλιστικών Κομμάτων στη Σόφια, όπου θα ιδρυθεί η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία. Στη συνέχεια στάλθηκε ως εκπρόσωπος του κόμματος στη Μόσχα για να συμμετάσχει στο Β’ συνέδριο της Κομιντέρν.

Για το αν πρόφτασε να παραστεί στις εργασίες του Συνεδρίου υπάρχει διχογνωμία. Η εφημερίδα του ΣΕΚΕ «Εργατικός Αγών» στο φύλλο της 11/24 Οκτώβρη του 1920 έγραφε ότι ο Λιγδόπουλος «δεν επρόφτασεν να παραστή εις τας εργασίας του Συνεδρίου»[17]. Αντίθετα, τόσο η ΚΕ του Κόμματος με την ανακοίνωση της που παραθέσαμε πιο πάνω όσο και ο σοβιετικός μελετητής Λεβ Γκούρβιτς με όσα στοιχεία παραθέτει σε μελέτη του- προερχόμενα από τα αρχεία της Κομιντέρν- επιβεβαιώνουν κατηγορηματικά ότι ο Λιγδόπουλος πήρε μέρος στις εργασίες του Συνεδρίου από την αρχή[18].

Στη Μόσχα ο Λιγδόπουλος παρακολούθησε το συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς και φρόντισε να εντάξει το ΣΕΚΕ στις γραμμές της, όπως άλλωστε όριζε η αποστολή που του είχε αναθέσει το κόμμα. Ύστερα απ’ αυτή την εξέλιξη η ΚΔ όρισε αντιπρόσωπό της για τα Βαλκάνια- και φυσικά για την Ελλάδα- τον ελληνορώσο Ωρίωνα Αλεξάκη. Έτσι μετά τη λήξη των εργασιών του Συνεδρίου ο Λιγδόπουλος πήρε το δρόμο της επιστροφής προς την πατρίδα και μαζί- όπως αποδεικνύουν τα ιστορικά στοιχεία- συνταξίδεψε και ο αντιπρόσωπος της Διεθνούς. Εκείνο, όμως, το ταξίδι έμελλε να ‘χει τραγικό τέλος. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει μέσα από τα στοιχεία που παραθέσαμε στην αρχή αυτού του κειμένου, οι δύο κομμουνιστές ηγέτες- Λιγδόπουλος και Αλεξάκης- και μαζί τους ο Βούλγαρος Οϊκίν δολοφονήθηκαν στη Μαύρη Θάλασσα από Τουρκολαζούς λαθρεμπόρους και τα πτώματά τους πετάχτηκαν κοντά στις βουλγαρικές ακτές. Ακριβής ημερομηνία θανάτου τους δεν υπάρχει παρόλο που κατά καιρούς έχουν γραφεί διάφορες (21 ή 25 ή 27 Οκτωβρίου 1920). Το βέβαιο είναι πως δολοφονήθηκαν μέσα στο τρίτο δεκαήμερο Οκτωβρίου του 1920. Γράφτηκε επίσης ότι κίνητρο για τη δολοφονία τους ήταν η ληστεία ή ότι επρόκειτο για δολοφονία που σχεδίασαν και εκτέλεσαν πράκτορες της ΑΝΤΑΝΤ, δεδομένου ότι, εκείνη την εποχή, η Σοβιετική Ρωσία ήταν αποκλεισμένη από τις δυνάμεις της ΑΝΤΑΝΤ που ήλεγχαν την Μαύρη Θάλασσα. Κανείς δεν ξέρει. Το βέβαιο είναι πως ο Λιγδόπουλος και οι σύντροφοί του χάθηκαν ενώ βρίσκονταν σε αποστολή της ΚΔ, ενώ εκτελούσαν το επαναστατικό τους καθήκον.

Η απώλεια του Λιγδόπουλου ήταν μεγάλη για το ελληνικό επαναστατικό κίνημα. Έφυγε σε μια στιγμή που είχε να προσφέρει πολλά, πολύ περισσότερα από τα τόσα πολλά που είχε προλάβει να δώσει. «Η ιστορία του Λιγδόπουλου- έγραφε πολύ εύστοχα η ΚΟΜΕΠ λίγους μήνες μετά τον άδικο χαμό του[19]– είναι η ιστορία της πρώτης περιόδου του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, είναι η ιστορία όλης της γνωστής και αγνώστου δράσεως της ομάδας των ολίγων συντρόφων, που συνεργάσθησαν για να δημιουργηθή η επαναστατική ζύμωσις και για να διαμορθωθή προς το σκοπό ενός κομμουνιστικού κόμματος. Ο Λιγδόπουλος υπήρξεν ο κατ΄ εξοχήν σκεπτόμενος σύντροφος από την ομάδα αυτή και ο κατ’ εξοχήν αποφασισμένος που δεν έβλεπε τίποτε άλλο από το κόμμα. Η διαρκής ανησυχία του ήτο πως το κόμμα να διαμορφωθή και να λάβη το χαρακτήρα που έπρεπε».

Φωτεινός φάρος της νεολαίας

 Ο Λιγδόπουλος δεν ήταν μόνο μια ηγετική φυσιογνωμία του νεαρού επαναστατικού κόμματος στην Ελλάδα αλλά και μια φωτεινή ηγετική φυσιογνωμία της νεολαίας της εποχής. Κι αυτό όχι μόνο για το λόγο ότι χάθηκε στα 22 του χρόνια αλλά και γιατί πρωταγωνίστησε στην οργάνωση του νεολαιίστικου, το οποίο είχε την δική του ξεχωριστή συμβολή στην γέννηση του ΣΕΚΕ. Για την ξεχωριστή του αυτή σχέση με το κίνημα της νεολαίας θα αφήσουμε να μιλήσει η ανακοίνωση που εξέδωσε για το θάνατό του η Κεντρική Επιτροπή της Ομοσπονδίας Σοσιαλιστικών Εργατικών Νεολαιών Ελλάδας[20]:

«Η Κεντρική Επιτροπή της Ομοσπονδίας των Σοσιαλιστικών Εργατικών Νεολαιών της Ελλάδος, εκφράζει τη βαθιά θλίψη που αισθάνονται οι νέοι σοσιαλιστές όλης της Ελλάδος στο άκουσμα του τραγικού θανάτου του συντρόφου Λιγδόπουλου, αντιπροσώπου του Κόμματός μας στην Κομμουνιστική Διεθνή. Η Ομοσπονδία των Νεολαιών χάνει στο πρόσωπό του έναν από τους καλύτερους αγωνιστές της. Η Κεντρική Επιτροπή δεν μπορεί να ξεχάση αλήθεια, ότι χρόνια ολόκληρα ο σύντροφος Λιγδόπουλος αγωνίστηκε μέσα στη Νεολαία Αθηνών, παίρνοντας για ανταμοιβή της δράσεώς του προς απελευθέρωση του προλεταριάτου το κλείσιμο του στις φυλακές της Κρήτης από τους εκμεταλλευτάς του σημερινού ανήθικου κοινωνικού καθεστώτος. Η Κεντρική Επιτροπή δεν ξεχνάει επίσης ότι ο σύντροφος Λιγδόπουλος είνε εκείνος που εγνώρισε στο εξωτερικό το κίνημα των Σοσιαλιστικών Νεολαιών της Ελλάδος και ότι χάρις σ’ αυτόν η Ομοσπονδία των Νεολαιών μπόρεσε να έλθη σε μόνιμες σχέσεις με την Διεθνή των Κομμουνιστικών Νεολαιών.

Ο σύντροφος Λιγδόπουλος αν και δεν ανήκε πια στη Νεολαία, είχε μείνει πάντοτε νέος και εχάθηκε μέσα σε περιστάσεις που θαφήσουν τόνομά του χαραγμένο για πάντα στη μνήμη του προλεταριάτου της χώρας μας. Η μεγάλη του διάνοια, η ακλόνητη πίστη του για το σκοπό της Εργατικής τάξεως, το αδάμαστο θάρρος που έδειχνε στην εκτέλεση των πειο επικίνδυνων αποστολών που του ανετίθεντο, τον εξέθεταν περισσότερο από κάθε άλλον στα χτυπήματα των εχθρών μας. Με χαρά, ήτα έτοιμος να δώση τη ζωή του για τον αγώνα, στον οποίο είχε αφοσιωθή από τα μικρά του χρόνια. Και είχε ήδη κάμει τη θυσία της ζώης του, δεχόμενος να ταξιδέψη στην Πρώτη Εργατική Δημοκρατία, παρά τον άτιμον αποκλεισμό που οι λησταί ιμπεριαλισταί εφαρμόζουν αμείλικτα εναντίον των Ρώσων αδελφών μας.

Μπροστά σαυτό το πρώτο θύμα του αγώνος για την απελευθέρωση του ελληνικού προλεταριάτου, η Κεντρική Επιτροπή της Ομοσπονδίας των Σοσιαλιστικών Εργατικών Νεολαιών της Ελλάδος, σκύβει με σεβασμό και υπόσχεται να εντείνη τις προσπάθειές της για τη γλήγορη επιτυχία του αγώνος στον οποίο ο Λιγδόπουλος έδωσε τη ζωή του. Ας είνε για πάντα ανεξάλειπτη η μνήμη του ηρωικού αυτού μάρτυρος και ας μας σπρώχνη να ακολουθήσουμε το παράδειγμά του για τη πραγματοποίηση της Προλεταριακής Επαναστάσεως».

Αντί επιλόγου

Πολλά θα μπορούσε να γράψει κανείς για το Δημοσθένη Λιγδόπουλο, αλλά ίσως είναι καλύτερο να κλείσουμε αυτό το κείμενο με λίγα, από τα λόγια με τα οποία τον αποχαιρέτισε ο Κώστας Παρορίτης από τις στήλες του Νουμά[21]:

«Δεν θα σε κλάψουμε… Με τα δόντια σφιγμένα καταπίνουμε το φαρμάκι που ανεβαίνει στα χείλια μας. Δε σε κλαίμε. Στο αγώνα για την Αλήθεια και τη Δικαιοσύνη, το ξαίρουμε πω χρειάζουνται θύματα, πολλά θύματα. Το γιοφύρι που ονειρευόμαστε να στήσουμε δε θα στεριώσει αν δε θαφτούνε κορμιά στα θέμελά του. Ο δράκος θα φάει ακόμα πολλούς ζωντανούς για να χορτάσει. Μα τη στιγμή που θα κοιμάται, και οι χοντρές μπουκιές που τις κατέβασε αμάσσητες θανεβαίνουνε απάνω και το κρασί θα βράζη στο λαρύγγι του, θα ζυγώσουμε και θα του μπήξουμε το πυρωμένο ξύλο στο μάτι του, σβήνοντας τη φωτιά του μίσους μας μέσα στο αίμα του. Δεν σε κλαίμε. Αν είναι να κλάψουμε, καλύτερα να κλάψουμε τον εαυτό μας. Γιατί τώρα νιώθουμε όσο όλοι εμείς στεκόμαστε μικροί μπροστά σε σένα. Γιατί εσύ, αφήνοντας τα λόγια τα στείρα, τη σοφία την πονηρή, που σκοπό έχουνε να κρύψουνε τη γύμνια της ψυχής, τη δειλία, την έγνοια για το πετσί, βάδισες ίσια, τίμια, παλληκαρίσια το δρόμο που βαδίζουνε οι άντρες, οι τίμιοι και οι αγνοί, το δρόμο των έργων, το στενό το μονοπάτι της θυσίας. Ω, πόσο αλλιώτικη θα είτανε η ζωή, αν όλοι εμείς, αφήνοντας κατά μέρος τις σοφίες, τις πονηριές, αποφασίζαμε να βαδίσουμε το δρόμο που χάραξες εσύ με τα αίμα σου».

 


[1] Ριζοσπάστης 21/1/1921

[2] Ριζοσπάστης 171/1921

[3] Ριζοσπάστης 22/1/1921

[4] Εφημερίδα « ΒΗΜΑ», 7/11/1978

[5] Γ. Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις Μπουκουμάνη, σελ. 272

[6] Γ. Κορδάτου: Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας» εκδόσεις 20ος Αιώνας, τόμος 13ος, σελ. 510

[7] Γ. Λεονταρίτη: «Το ελληνικό Σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο», εκδόσεις Εξάντας, σελ. 246

[8] Εφημερίδα «ΒΗΜΑ», στο ίδιο

[9] ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2, Φλεβάρης 1921

[10] Το πρώτο Συνέδριο του ΣΕΚΕ- πρακτικά, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 75- 77

[11] «Εργατικός Αγών», 31/1/1921

[12] Μάριος Εμμανουηλίδης: «Αιρετικές διαδρομές- Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις Φιλίστωρ, σελ. 14

[13] «Κομμουνισμός», τεύχος 9, σελ. 7, 1/2/1921

[14] Βλέπε: «Κομμουνισμός», τεύχος 20, 1/8/1921

[15] Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», στο ίδιο, σελ. 513

[16] «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε.. σελ. 101- 102 και 104- 105 και Χρ. Τζιτζιλώνη: «Δ. Λιγδόπουλος», ΚΟΜΕΠ τεύχος 9/1988

[17] «Το ΚΚΕ από το 1918 έως το 1931», τόμος Α’, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1947, σελ. 138- 139

[18] Λεβ Γκούρβιτς: «Ωρίων Αλεξάκης», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 92 και εξής

[19] ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2, Φλεβάρης 1921

[20] «Εργατικός Αγών», 6/2/1921

[21] Κώστα Παρορίτη: «Το στοιχειωμένο Καράβι», Ο ΝΟΥΜΑΣ, αριθ. 721, 30/1/1921.

 

 

 

Αρχική δημοσίευση: rizospastis.gr

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας