Εργατικός Αγώνας

Οι Σοβιετικοί για τον χαρακτήρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου

Σήμερα συμπληρώνονται 70 χρόνια από τη μέρα που η σημαία του Κόκκινου Στρατού καρφώθηκε στο Ράιχσταγκ, την καρδιά του φασιστικού κτήνους, σηματοδοτώντας τη μεγάλη νίκη των λαών ενάντια στο φασισμό.

Ο Εργατικός Αγώνας, τιμώντας τη μεγάλη αυτή επέτειο, δημοσιεύει ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την Παγκόσμια Ιστορία[1] όπως τη συνέγραψε η Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ σχετικό με το χαρακτήρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Για να θυμούνται οι παλιότεροι και να διδάσκονται σωστά οι νεότεροι κομμουνιστές.

 

ΙΔΙΟΜΟΡΦΙΕΣ ΤΟY ΔΕYΤΕΡΟY ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Σε σύγκριση με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος είχε μια σειρά διακριτικά γνωρίσματα. Πρώτα πρώτα διαφορετικές ήταν οι ιστορικές συνθήκες της έκρηξής τους. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος άρχισε τότε που στον κόσμο υπήρχε ένα και μόνο σύστημα, το καπιταλιστικό, πού κυριαρχούσε απόλυτα και αγκάλιαζε όλες τις χώρες. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος προπαρασκευάστηκε και εξαπολύθηκε τότε που ο καπιταλισμός έπαψε να είναι πια το μοναδικό σύστημα πάνω στη γη.

Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος γνώρισμά του έχει την έναρξη της γενικής κρίσης του καπιταλισμού. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος γεννήθηκε στις συνθήκες της χαρακτηριστικής όξυνσής της και εγκαινίασε το δεύτερο στάδιο της γενικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος.

Όπως τον πόλεμο του 1914 – 1918 έτσι και τον πόλεμο τού 1939 – 1945 τον προκάλεσε η όξυνση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Αλλά η πορεία της τέλειας ωρίμανσής τους συντελείτο με φόντο τις αντιθέσεις ανάμεσα στους δύο κόσμους, στον καπιταλιστικό και στο σοσιαλιστικό. Στην περίοδο του πρώτου παγκόσμιου πολέμου δεν υπήρχε τύπος κρατών όπως τα φασιστικά κράτη — η έσχατη έκφραση της ιμπεριαλιστικής αντίδρασης, του μανιασμένου ρατσισμού και της μισανθρωπίας. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος εξαπολύθηκε από το συνασπισμό των κρατών αυτών.

Τα φασιστικά κράτη, πριν ακόμη αρχίσει ο πόλεμος, καταργήσανε τις αστικοδημοκρατικές ελευθερίες στις δικές τους χώρες και στις χώρες που είχαν κατακτήσει, τσάκισαν και διαλύσαν τις ταξικές οργανώσεις των εργαζομένων και εγκαθιδρύσανε αιμοβόρα τρομοκρατική δικτατορία.

Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο οι σκοποί των εμπόλεμων κρατών ήταν κυρίως το ξαναμοίρασμα των αποικιών, των σφαιρών επιρροής, των αγορών, των πηγών πρώτων υλών. Στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο τα κράτη του φασιστικού συνασπισμού — Γερμανία, ’Ιταλία και ’Ιαπωνία — επιδίωκαν όχι μόνο να συντρίψουν τους αντιπάλους τους, αλλά και να τους αφαιρέσουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, να καταργήσουν την εθνική τους ανεξαρτησία, να επιβάλουν σέ όλες τις νικημένες χώρες τη φασιστική τάξη πραγμάτων, να μετατρέψουν τους λαούς των χωρών αυτών σε δούλους χωρίς δικαιώματα, που να εξυπηρετούν τη φυλή των νικητών, να εγκαθιδρύσουν την παγκόσμια κυριαρχία τους. Ένας από τους κυριότερους σκοπούς που είχαν οι φασίστες επιδρομείς στον πόλεμο ήταν να εκμηδενίσουν το πρώτο στον κόσμο σοσιαλιστικό κράτος — τη Σοβιετική Ένωση.

Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο οι εμπόλεμοι δεν είχαν σκοπό να πέτυχουν τη φυσική εξόντωση των νικημένων. Στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι φασίστες επιδρομείς επιδίωκαν την εξόντωση ολόκληρων λαών και εθνικών ομάδων (γενοκτονία). Ή πολιτική αυτή της εξόντωσης των λαών είχε αρχίσει να εφαρμόζεται, πριν ακόμη από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με το διώξιμο των εβραϊκής εθνικότητας Γερμανών πολιτών από όλους τους τομείς της ζωής, με τη στέρησή τους από τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα και με το κλείσιμό τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας και τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχτηκαν από το χιτλερικό κράτος και τα όργανά του — το Ναζιστικό κόμμα, τα δικαστήρια, τα Ες Ες και την Γκεστάπο, την ανώτατη διοίκηση του χιτλερικού στρατού — είχαν καταστρωθεί από νωρίτερα σαν αναπόσπαστο μέρος του πολέμου για την αρπαγή της κυριαρχίας πάνω στον κόσμο από την «ανώτερη φυλή» και για τη δημιουργία της «Μεγάλης Γερμανικής αυτοκρατορίας». Για τα εγκλήματα αυτά υπεύθυνοι ήταν όχι μόνον εκείνοι που τα καταστρώνανε αλλά και εκείνοι που τα εκτελούσαν.

Εκτός από τα μεγάλα στρατόπεδα συγκέντρωσης Νταχάου, Μπούχενβαλντ, Μαουτχάουζεν και άλλα που υπήρχαν ήδη όταν άρχισε ό πόλεμος, οργανώθηκαν στα 1940 – 1942 εννέα ακόμη στρατόπεδα, ανάμεσα σ’ αυτά και του Όσβέντσιμ. Στα 1942 – 1943 οργανώθηκαν και άλλα στρατόπεδα μαζικής εξόντωσης, όπως τού Μάιντανεκ και της Τρεμπλίνκα. Πολλά «στρατόπεδα θανάτου» οργάνωσαν οι χιτλερικοί στο κατεχόμενο από αυτούς έδαφος της ΕΣΣΔ. Οι υποτελείς στη φασιστική Γερμανία οργάνωσαν και αυτοί στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στις γερμανικές κυβερνητικές υπηρεσίες καταστρωνόταν με την αυστηρότερη μυστικότητα το τερατώδες σχέδιο εξόντωσης 30 έκατομ. και πλέον Σλάβων, το λεγόμενο «Σχέδιο ’Όστ». Τους πρώτους κιόλας μήνες του πολέμου οι φασίστες καταπιάστηκαν με τη φυσική εξόντωση των σλαβικών λαών. Οι χιτλερικοί άρχισαν να πραγματοποιούν τα σχέδιά τους με τις μαζικές εκτελέσεις των αιχμαλώτων πολέμου — στην αρχή των Πολωνών και αργότερα των Σοβιετικών. Οι χιτλερικοί καταπατώντας τα διεθνή έθιμα και τους νόμους διεξαγωγής του πολέμου άφηναν ζωντανούς μόνο εκείνους που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες της γερμανικής πολεμικής οικονομίας, στα εργοστάσια πού ανήκαν στα γερμανικά μονοπώλια όπως ήταν η «Φαρμπενίντουστρι», «Χέρμαν Γκαίριγκ», Ζάουερ, Κρούπ, Χένσελ, Μέσερσμιθ, Χάινκελ, «Ράινμεταλλ – Μπόρζιγκ», «Ουγκο – Σνάιντερ» και άλλα. Τα εργοστάσια αυτά επονομάστηκαν «εργοστάσια θανάτου». Μόνο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του κοντσέρν«Φαρμπενίντουστρι» Μπούνα θανατώθηκαν, πέθαναν από τήν πείνα, τις άρρώστιες και την αβάσταχτα βαρειά δουλειά πάνω από 150 χιλ. άτομα.

Σύμφωνα με χονδρικούς υπολογισμούς, στη διάρκεια της φασιστικής κατοχής της Ευρώπης εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα θανάτου πάνω από 12 έκατομ. άτομα — τα 6 έκατομ. απ’ αυτά ήταν ‘Εβραίοι. ’Εκτός από τους θαλάμους αερίων και τους τουφεκισμούς, στα σχέδια πού είχαν καταστρώσει οι χιτλερικοί η πείνα ήταν ένας από τους κύριους τρόπους εξόντωσης εκατομμυρίων σοβιετικών πολιτών. Με την πείνα οι φασίστες προσπαθούσαν να εξολοθρεύσουν και τους Πολωνούς, τους Γιουγκοσλάβους, τους Έλληνες και άλλα έθνη. Στο θάνατο από πείνα είχε καταδικάσει και η ’Ιαπωνία τους λαούς των εδαφών που είχε κατακτήσει. Οι Ιάπωνες κατακτητές διαπράττανε θηριωδίες εναντίον του πληθυσμού της Κίνας, της Κορέας και άλλων χωρών. Οι άνθρωποι που έπεσαν θύματα των Ιαπώνων κατακτητών αριθμούνται σε πολλά εκατομμύρια.

Οι λαοί που δέχτηκαν την επίθεση των φασιστών κατακτητών αντιμετώπιζαν ζήτημα ζωής ή θανάτου. Τον πόλεμο εναντίον του φασισμού ήταν αναγκασμένοι να τον κάνουν όχι μόνο για να προστατεύσουν την εθνική τους ανεξαρτησία και την ελευθερία, άλλα και τη φυσική τους υπόσταση.

Από τα κύρια θέατρα τού δευτέρου παγκόσμιου πολέμου την πιο σπουδαία σημασία είχε το Ευρωπαϊκό θέατρο, και πρώτα πρώτα το σοβιετογερμανικό μέτωπο. Εδώ κρινόταν η τύχη τού πολέμου. Η έκβαση των συγκρούσεων στην Ευρώπη επηρέαζε καθοριστικά την εξέλιξη των γεγονότων στα άλλα μέρη τού κόσμου. Στον πόλεμο που γινόταν στην Ευρώπη έπαιρναν μέρος τακτικοί στρατοί αποτελούμενοι από πολλά εκατομμύρια άνδρες, παρτιζάνικοι σχηματισμοί και δυνάμεις Αντίστασης.

Στην Ασία σκληρό πόλεμο εναντίον των Ιαπώνων κατακτητών διεξάγανε ο κινεζικός λαός και οι λαοί του Βιετνάμ, των Φιλιππίνων και άλλων κρατών. Στο θέατρο του Ειρηνικού ωκεανού μεγάλο ρόλο έπαιζε ο πόλεμος στη θάλασσα.

Με γενναιότητα πολέμησαν εναντίον των στρατευμάτων του φασιστικού «άξονα» οι λαοί της Βόρειας Αφρικής και της Αιθιοπίας…

Ο ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ

Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ήταν ένα γεγονός εξαιρετικά περίπλοκο και πολύμορφο, όπου είχαν μπερδευτεί διάφορα ταξικά συμφέροντα και διάφοροι σκοποί, ποικίλες πολιτικές τάσεις. Ο πόλεμος άρχισε με την επίθεση των φασιστών επιδρομέων εναντίον της Πολωνίας πού είχε προσχωρήσει στον Άγγλογαλλικό συνασπισμό. Έτσι ο πόλεμος ξεπήδησε ανάμεσά στα δύο ιμπεριαλιστικά συγκροτήματα. Παρ’ όλα αυτά, στον πόλεμο αυτό δημιουργήθηκαν από την πρώτη στιγμή απελευθερωτικές, αντιφασιστικές τάσεις, γιατί ο φασισμός που απέβλεπε στην παγκόσμια κυριαρχία είχε βάλει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία των κρατών και τη ζωή των λαών που είχαν πέσει θύματα της επίθεσης. Με τον καιρό οι απελευθερωτικές τάσεις του πολέμου δυνάμωναν. Οι λαοί που είχαν υποστεί τη χιτλερική επιδρομή ξεσηκώνονταν για να αγωνιστούν εναντίον των καταχτητών, και αυτό βοηθούσε στο δυνάμωμα του αντιφασιστικού χαρακτήρα του πολέμου, στην εξέλιξή του σέ απελευθερωτικό αγώνα εναντίον της φασιστικής υποδούλωσης. Στο πολύπλοκο και δύσκολο αυτό προτσές ο αποφασιστικός ρόλος άνηκε στη Σοβιετική Ένωση. Ύστέρα από την επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης ο πόλεμος καθορίστηκε ανέκκλητα σαν αντιφασιστικός και απελευθερωτικός. Για τις δημοκρατικές δυνάμεις όλου του κόσμου το ζήτημα ήταν τώρα όχι μόνο ό αγώνας για την ανεξαρτησία των ίδιων τους των χωρών, αλλά και για την υπεράσπιση της χώρας του σοσιαλισμού.

Η ιδιομορφία και το γνώρισμα του δευτέρου παγκόσμιου πόλεμου εκδηλώθηκαν στη δημιουργία του αντιφασιστικού συνασπισμού κρατών με διαφορετικά κοινωνικά συστήματα: της Σοβιετικής Ένωσης, των Ενωμένων Πολιτειών και της Αγγλίας. Στο συνασπισμό αυτό προσχώρησαν στην πορεία του πολέμου 50 περίπου άλλα κράτη. Στο μεταξύ υστέρα από τη συγκρότηση του αντιφασιστικού συνασπισμού κανένα κράτος δεν προσχώρησε στο συνασπισμό που είχαν συγκροτήσει οι φασίστες επιδρομείς: η Γερμανία, η Ιαπωνία και η ’Ιταλία.

Η δημιουργία του αντιφασιστικού συνασπισμού καθορίστηκε από τις αντικειμενικές συνθήκες. Η Γερμανία, που το Σεπτέμβριο του 1939 εξαπέλυσε τον πόλεμο για τη παγκόσμια κυριαρχία, κατάργησε την ανεξαρτησία των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών. Κάτω από το ζυγό των γερμανοφασιστών κατακτητών πέρασαν πολλοί ευρωπαϊκοί λαοί. Από τα κράτη πού βρίσκονταν σε πόλεμο με τους φασίστες επιδρομείς γλύτωσε στα μέσα τού 1941 μόνο η Αγγλία, αλλά και αυτή βρέθηκε σε πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες. Ο κίνδυνος της γερμανικής εισβολής στα Βρετανικά νησιά, παρά τις προετοιμασίες της Γερμανίας για την επίθεση εναντίον της ΕΣΣΔ, δεν είχε οριστικά αποτραπεί. Από το θανάσιμο αυτόν κίνδυνο μπορούσε να γλυτώσει τον αγγλικό λαό μόνο η βοήθεια των δύο μεγάλων κρατών τού κόσμου: της Σοβιετικής Ένωσης και των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Πριν ακόμη αρχίσει ο πόλεμος η ΕΣΣΔ ήταν υπέρ της δημιουργίας μετώπου των φιλειρηνικών κρατών για να αντιμετωπιστούν οι φασίστες επιδρομείς. Στους κρίσιμους μήνες των παραμονών του πολέμου η Σοβιετική Ένωση έκανε τεράστιες προσπάθειες για να σχηματιστεί αντιχιτλερικός συνασπισμός Αγγλίας, Γαλλίας και ΕΣΣΔ. Αλλά οι τότε κυβερνήσεις των δυτικών κρατών, που εφαρμόζανε ανοιχτά την αντισοβιετική πολιτική του Μονάχου, ματαίωσαν το σχηματισμό του αντιφασιστικού συνασπισμού. Οι δοκιμασίες του πολέμου έδειξαν πόσο λαθεμένοι ήταν οι υπολογισμοί των πρωτεργατών του Μονάχου. Όταν η Γερμανία υποδούλωσε πολλά κράτη της Ευρώπης και οι αγγλικές στρατιές υπέστησαν βαριές ήττες, ήρθαν δύσκολες μέρες για την Αγγλία. Οι ρεαλιστικά σκεπτόμενοι αστικοί κύκλοι που ήρθαν στην εξουσία εκτιμήσανε όλο τον κίνδυνο της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί για την Αγγλία και προχώρησαν σε προσέγγιση με την ΕΣΣΔ. ‘Έτσι στον αντιφασιστικό συνασπισμό ενσαρκώθηκε, μέσα στις πολεμικές συνθήκες, η σοβιετική πολιτική της συλλογικής ασφάλειας.

Το γεγονός ότι η Γερμανία κατόρθωσε ν’ αρπάξει την κυριαρχία πάνω σέ ένα σημαντικό τμήμα της Ευρωπαϊκής ηπείρου προκάλεσε τεράστια ανησυχία στις Ενωμένες Πολιτείες της ’Αμερικής. Από την αρχή του πολέμου οι Ενωμένες Πολιτείες προσέγγιζαν ολοένα πιο πολύ την ’Αγγλία, όχι μόνο βοηθώντας την υλικά άλλα και προστατεύοντας με το στόλο τους τις βρετανικές κτήσεις στον Ειρηνικό ωκεανό.

Ο κίνδυνος να εξαπλωθεί ο πόλεμος στην περιοχή αυτή μεγάλωνε καθημερινά. Ο σύμμαχος της χιτλερικής Γερμανίας, η μιλιταριστική ’Ιαπωνία, ωθούσε τα πράγματα ως τον πόλεμο με τις Ενωμένες Πολιτείες και τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Οι ιθύνοντες κύκλοι των Ενωμένων Πολιτειών υπολόγιζαν σε μια τέτοια περίπτωση στη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης. Έτσι η στρατιωτικοπολιτική συνεργασία της ΕΣΣΔ, της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών ξεκινούσε από την κοινότητα συμφερόντων των χωρών αυτών στον αγώνα εναντίον του κοινού εχθρού που ήταν οι φασίστες κατακτητές, και προπάντων εναντίον της χιτλερικής Γερμανίας και σε συνέχεια και εναντίον της μιλιταριστικής ’Ιαπωνίας.

Στο δεύτερο εξάμηνο του 1941 και στο πρώτο εξάμηνο τού 1942 η συγκρότηση του αντιφασιστικού συνασπισμού κατοχυρώθηκε με σχετικές συμφωνίες και υποχρεώσεις. Οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης, της Μεγάλης Βρετανίας και των Ενωμένων Πολιτειών επιδοκίμασαν το σχηματισμό του αντιφασιστικού συνασπισμού. Οι εργαζόμενες μάζες των καπιταλιστικών χωρών του αντιχιτλερικού συνασπισμού άρχισαν ύστερα από την είσοδο της ΕΣΣΔ στον πόλεμο να συνειδητοποιούν πιο καθαρά τους απελευθερωτικούς σκοπούς του πολέμου και να επηρεάζουν πιο ενεργά την πολιτική των κυβερνήσεων τους. Πήραν θάρρος και οι λαοί των χωρών που είχαν υποδουλώσει οι φασίστες κατακτητές. Στα χρόνια του πολέμου η ΕΣΣΔ αποκατέστησε σχέσεις με πολλά κράτη και κυβερνήσεις. Ενώ πριν από το Μεγάλο Πατριωτικό πόλεμο η ΕΣΣΔ διατηρούσε διπλωματικές σχέσεις με 17 κράτη, στην πορεία του πολέμου ο αριθμός των κρατών με τα όποια η ΕΣΣΔ είχε διπλωματικές και προξενικές σχέσεις ανέβηκε στα 46.

Η συνεργασία των μελών του αντιφασιστικού συνασπισμού γινόταν μέσα σε δύσκολες συνθήκες που δημιουργούσαν οι προσπάθειες για το ξεπέρασμα των όξύτατων άντιθέσεων άνάμεσά τους. Οι άντιθέσεις αυτές οφείλονταν στις διαφορές μεταξύ των κοινωνικών συστημάτων των συμμάχων και επομένως στη διαφορετική άντιμετώπιση των τελικών σκοπών του πολέμου. Για τη Σοβιετική Ένωση σκοπός του πολέμου ήταν η οσο μπορούσε πιο γρήγορη συντριβή της χιτλερικής Γερμανίας και των συμμάχων της, η έκμηδένιση του φασισμού, το ξεκαθάρισμα των σοβιετικών εδαφών που είχαν καταλάβει οι φασίστες, η άπελευθέρωση των εύρωπαϊκών λαών από τη φασιστική σκλαβιά, η έδραίωση σταθερής ειρήνης με βάση την αναγνώριση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του κάθε κράτους και του δικαιώματος των λαών να εγκαθιδρύουν στον τόπο τους το κοινωνικό σύστημα που αυτοί οι ίδιοι προτιμούν. Ο αγώνας της Σοβιετικής ‘Ένωσης για να εφαρμοστεί ένα συνεπές αντιφασιστικό πρόγραμμα και η αποφασιστική συμβολή της στον πόλεμο εναντίον της χιτλερικής Γερμανίας της έξασφάλισαν ηγετική θέση στον άντιχιτλερικό συνασπισμό.

Διαφορετικοί ήταν οι σκοποί των ιθυνόντων κύκλων της Αγγλίας καί των Ενωμένων Πολιτειών της ’Αμερικής. Τα κράτη αυτά απέβλεπαν στο να παραμερίσουν τη Γερμανία και την Ιαπωνία σαν ιμπεριαλιστές ανταγωνιστές τους και λογάριαζαν ότι ύστερα από τη συντριβή των κρατών του επιθετικού συνασπισμού θα μπορούσαν, απαλλαγμένοι από τις «ακρότητες» του φασισμού, να παλινορθώσουν στα κράτη αυτά τους θεσμούς που υπήρχαν εκεί πριν καταλάβουν οι φασίστες την αρχή και να εμποδίσουν να γίνουν οι κοινωνικές εκείνες αλλαγές όπου μπορούσε να οδηγήσει ο αντιφασιστικός πόλεμος. Τα δυτικά κράτη επιδίωκαν να διατηρηθεί παντού το καπιταλιστικό σύστημα, ενώ στις αποικιακές και στις μισοαποικιακές χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής να διατηρηθεί η κυριαρχία τους. Οι Ενωμένες Πολιτείες ήθελαν κάτι περισσότερο ακόμη: να επιβάλουν στο μεταπολεμικό κόσμο την ηγεμονία τους. Οι ιθύνοντες κύκλοι των δυτικών κρατών υποθέτανε πως θα κατόρθωναν να πραγματοποιήσουν τα σχέδιά τους, γιατί ύστερα από τον πόλεμο η Σοβιετική Ένωση θα ήταν τόσο πολύ εξασθενισμένη που στην ουσία δε θα ήταν σε θέση να τους εμποδίσει.

Οι διαφορετικοί σκοποί του πολέμου καθόριζαν και τη διαφορετική αντιμετώπιση των επειγόντων στρατιωτικών και πολιτικών προβλημάτων από τα μέλη του αντιφασιστικού συνασπισμού.

Ύστερα από την επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης το καλοκαίρι του 1941 το κύριο βάρος του πολέμου έπεσε πάνω στην ΕΣΣΔ. Τους πρώτους μήνες του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου, όταν ο Κόκκινος στρατός υφίστατο ήττες και αναγκαζόταν να υποχωρεί, οι σύμμαχοι απέφευγαν να τη βοηθήσουν ενεργά γιατί δεν πίστευαν πως η Σοβιετική Ένωση θα άντεχε στην ισχυρή πίεση της χιτλερικής Γερμανίας. Έγκυροι άγγλοι και αμερικανοί στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες προφητεύανε τη γρήγορη συντριβή τής ΕΣΣΔ. Ωστόσο η χρεοκοπία του κεραυνοβόλου πολέμου και η ήττα που υπέστη ο γερμανοφασιστικός στρατός στη Μόσχα ανάγκασαν την Αγγλία και τις Ενωμένες Πολιτείες να εκτιμήσουν διαφορετικά το ρόλο της ΕΣΣΔ στον πόλεμο. Αυτό βοήθησε να στερεωθούν οι διασυμμαχικές σχέσεις. Η Σοβιετική Ένωση άρχισε να λαβαίνει από τους συμμάχους πολεμικό υλικό και όπλα. Κείνο το δύσκολο για την ΕΣΣΔ καιρό η βοήθεια αυτή ήταν χρήσιμη, αν και εκάλυπτε ένα ασήμαντο μόνο μέρος των αναγκών των Σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων, που αντιμετώπιζαν συγκεντρωμένο τον κύριο όγκο του χιτλερικού στρατού και των στρατών των δορυφόρων της φασιστικής Γερμανίας. Οι ναυτικοί των συμμάχων κρατών μεταφέρανε με κίνδυνο της ζωής τους στην ΕΣΣΔ φορτίο με πολύτιμο πολεμικό υλικό. Πολλοί ναύτες έπεσαν ηρωικά εκτελώντας το καθήκον τους.

Ως το τέλος του 1943 κύριο ζήτημα που απασχολούσε τον αντιχιτλερικό συνασπισμό ήταν το ζήτημα του ανοίγματος δευτέρου μετώπου στη Δυτική Ευρώπη. Οι κυβερνήσεις της ’Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών έδιναν συνέχεια υποσχέσεις στη Σοβιετική Ένωση πως θα αποβίβαζαν δυνάμεις τους στη Γαλλία και θα άνοιγαν εκεί το δεύτερο μέτωπο. ’Αλλά οι υποσχέσεις τους έμεναν για πολύ καιρό ανεκπλήρωτες. Οι κυβερνήσεις της ’Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών, αναβάλλοντας το άνοιγμα του δευτέρου μετώπου, ήθελαν να πολεμούν όσο το δυνατόν πιο πολύ χρόνο με τα χέρια της Σοβιετικής Ένωσης, οι ίδιοι να μάχονται σε δευτερεύοντα μέτωπα, να καταλάβουν πλεονεκτικές στρατηγικές θέσεις, να συγκεντρώνουν μεγάλες δυνάμεις και να περιμένουν τη στιγμή που στο σοβιετογερμανικό μέτωπο θα είχαν κονιορτοποιηθεί οι καλύτερες μεραρχίες της Βέρμαχτ και οι δυνάμεις της Σοβιετικής Ένωσης θα είχαν εξαντληθεί στον εξουθενωτικό αυτόν αγώνα. Όλα αυτά, όπως υπολόγιζαν, θα εξασφάλιζαν στα δυτικά κράτη προς το τέλος του πολέμου τη στρατιωτική και πολιτική υπεροχή. Τα πλήγματα που κατάφερναν οι σύμμαχοι στη Βόρεια ’Αφρική και στην ’Ιταλία εξασθένιζαν ως ένα βαθμό το χιτλερικό συνασπισμό, άλλα δεν βοηθούσαν ουσιαστικά να ελαφρώσει το βάρος της Σοβιετικής Ένωσης, γιατί οι κύριες δυνάμεις της χιτλερικής Γερμανίας ήταν, όπως και πριν, καθηλωμένες στο Ανατολικό μέτωπο.

Στα 1943 έγινε φανερό ότι η Σοβιετική Ένωση, αν και ο πόλεμος μαινόταν ακόμη στο έδαφος της και ο Κόκκινος στρατός είχε μπροστά του ακόμη μακρύ και δύσκολο δρόμο ως τα δυτικά σύνορα του κράτους, ήταν ικανή με τις δικές της δυνάμεις να συντρίψει τους φασίστες επιδρομείς. Η συναίσθηση του γεγονότος αυτού είχε επηρεάσει αρκετά την απόφαση της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών να ανοίξουν τελοσπάντων τον Ιούνιο του 1944 το δεύτερο μέτωπο.

Στις διασκέψεις των αρχηγών των κυβερνήσεων των συμμαχικών κρατών στα 1943 στην Τεχεράνη και στα 1945 στη Γιάλτα είχαν παρθεί αποφάσεις πάνω σε στρατιωτικά-στρατηγικά και στα κύρια πολιτικά προβλήματα. Οι αποφάσεις που πάρθηκαν στην Τεχεράνη και στη Γιάλτα στερέωσαν τον αντιφασιστικό συνασπισμό. Τον Ιούνιο του 1944 αμερικανοαγγλικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στη Βόρεια Γαλλία και το δεύτερο μέτωπο άνοιξε. Τα συμφωνημένα πολεμικά σχέδια πραγματοποιούνταν γενικά με επιτυχία ως τη μέρα που συνετρίβησαν τελειωτικά και συνθηκολόγησαν χωρίς όρους πρώτα ή χιτλερική Γερμανία και σε συνέχεια η μιλιταριστική ’Ιαπωνία.

Πιο περίπλοκο ήταν το ζήτημα να πραγματοποιηθούν οι συμφωνημένες πολιτικές αποφάσεις. Όσο πλησίαζε η συντριβή της χιτλερικής Γερμανίας, τόσο δυναμώνανε οι αντιδραστικές τάσεις στην πολιτική που ασκούσαν οι ιθύνοντες κύκλοι της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών. Αυτό είχε αντίκτυπο πρώτα πρώτα στη στάση τους απέναντι στις απελευθερωμένες από τούς φασίστες κατακτητές χώρες της Ευρώπης, όπου η Αγγλία και οι Ενωμένες Πολιτείες άρχισαν να υποστηρίζουν τα ίδια εκείνα αντιδραστικά κόμματα που είχαν συνθηκολογήσει με το φασισμό στις αρχές του πολέμου. Καταρτίσθηκαν και σχέδια για έναν καινούργιο αντισοβιετικό συνασπισμό των καπιταλιστικών κρατών. Οι προοδευτικές όμως δυνάμεις στην ’Αγγλία και στις Ενωμένες Πολιτείες ξεσκέπαζαν αυτές τις μηχανορραφίες. Η στροφή των λαϊκών μαζών προς τα αριστερά, που παρατηρούνταν σε όλο τον κόσμο στο τέλος του πολέμου, είχε και αυτή με τη σειρά της αισθητή επίδραση στη στάση των δυτικών συμμάχων που τους ανάγκαζε για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα να μην απομακρύνονται από το πρόγραμμα που είχε διακηρύξει ο αντιφασιστικός συνασπισμός: συντριβή και ξερίζωμα του φασισμού, παραχώρηση στους απελευθερωμένους λαούς του δικαιώματος να αποφασίζουν αυτοί μόνοι τους για την τύχη τους.

Με τις κοινές προσπάθειες των μελών του αντιφασιστικού συνασπισμού ιδρύθηκε στο μεταίχμιο μεταξύ του πολέμου και της ειρήνης ο Οργανισμός Ενωμένων Εθνών. Άνοιγε η προοπτική καρποφόρας συνεργασίας σε συνθήκες ειρήνης που είχε κατακτηθεί με βαρύ τίμημα. Η Σοβιετική Ένωση χαιρέτισε τη συνεργασία αυτή. Αλλά η συνεργασία αυτή δεν εξαρτιόταν μόνο από την καλή θέληση της ΕΣΣΔ. Οι Ενωμένες Πολιτείες της ’Αμερικής και η Αγγλία ακολούθησαν μαζί διαφορετικό δρόμο.

ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΛΑΪ ΚΩΝ ΜΑΖΩΝ

Στη διάρκεια του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου εκδηλώθηκε με τεράστια δύναμη μια από τις σπουδαιότερες νομοτέλειες της ιστορίας: η αδιάκοπη και αυξανόμενη επιτάχυνση του ρυθμού τής κοινωνικής εξέλιξης υστέρα από την ενεργό συμμέτοχη στο ιστορικό προτσές τεράστιων μαζών από ανθρώπους με τα αιτήματά τους και τα συμφέροντά τους. Ο ρόλος των λαϊκών μαζών είχε αυξηθεί απροσμέτρητα.

Με την ανάπτυξη των τεχνικών μέσων, προπάντων της αεροπορίας, οι συνηθισμένες για την περασμένη εποχή έννοιες «μετώπου» και «μετόπισθεν» υπέστησαν σοβαρές αλλαγές. Ο άμαχος πληθυσμός στις περιοχές των μετόπισθεν υποβαλλόταν σε βαριές δοκιμασίες. Η επίδραση του πολέμου στην κοινωνική ψυχολογία είχε δυναμώσει πολύ.

Χιλιάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να πάρουν τα όπλα για να υπερασπίσουν την ανεξαρτησία της χώρας τους, να σώσουν τις οικογένειές τους και τον εαυτό τους από τα κακουργήματα των φασιστών κατακτητών. Οι μισανθρωπικοί σκοποί του φασισμού και ο άμεσος κίνδυνος που συνεπαγόταν η φασιστική επίθεση ήταν για πολλούς ξεκάθαροι πριν ακόμη αρχίσει ο πόλεμος. Τα πιο πειστικά παραδείγματα στάθηκαν ο πόλεμος στην Ισπανία και η κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας. Αλλά βρέθηκαν τότε και άνθρωποι που τα γεγονότα τους άφηναν αδιάφορους. Ο πόλεμος ανάγκασε πολλούς από αυτούς να αναθεωρήσουν τη στάση τους και να αντιταχθούν στους φασίστες επιδρομείς.

Η συνειδητή στάση των λαϊκών μαζών απέναντι στον πόλεμο, η κατανόηση των πραγματικών σκοπών των εμπολέμων κρατών βρήκαν τη λαμπρή τους έκφραση στην τεράστια έκταση που πήρε ο παρτιζάνικος πόλεμος στα σαμποτάζ και στις δολιοφθορές, στην υπονόμευση της στρατιωτικοοικονομικής και πολιτικής δύναμης των φασιστών, καθώς και στην παθητική αντίσταση στους κατακτητές. Το λαϊκό παρτιζάνικο κίνημα εναντίον ξένων κατακτητών είναι γνωστό στην ιστορία από παλιά. Αλλά ποτέ δεν ήταν τόσο μαζικό, τόσο οργανωμένο και τόσο συνειδητό όσο στον καιρό του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου.

Το δυνάμωμα του ρόλου των λαϊκών μαζών και της επιρροής τους πάνω στο κοσμοϊστορικό προτσές φαίνεται και από το κίνημα Αντίστασης που διαδόθηκε τόσο πλατιά στις χώρες που κατείχαν οι φασίστες. Το κίνημα αυτό, που στην αρχή γεννήθηκε σαν αυθόρμητη απάντηση στην απώλεια της ανεξαρτησίας και δυνάμωσε με τη φασιστική τρομοκρατία, αποκτούσε σιγά σιγά χαρακτήρα πανεθνικού δημοκρατικού κινήματος που στρεφόταν όχι μόνο εναντίον των κατακτητών αλλά και εναντίον των εγκαθέτων οργάνων τους — των συνεργατών τους. Κατά κανόνα ταξικό στήριγμα των κατακτητών ήταν η μονοπωλιακή αστική τάξη, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, οι αντιδραστικοί αξιωματικοί και υπάλληλοι. Γι’ αυτό ο αγώνας εναντίον των κατακτητών και των συνεργατών τους είχε αναπόφευχτα και κοινωνικούς στόχους.

Η είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο και ο σχηματισμός του αντιφασιστικού συνασπισμού είχαν τεράστια επίδραση στην ανάπτυξη του κινήματος Αντίστασης, δίνοντάς του γνωρίσματα διεθνούς χαρακτήρα: το κίνημα Αντίστασης έγινε αναπόσπαστο τμήμα του αντιφασιστικού συνασπισμού. Αργότερα, σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, η Σοβιετική Ένωση βοηθούσε στην ανάπτυξη του εθνικοαπελευθερωτικού αυτού κινήματος των λαών της Ευρώπης και της Ασίας, ενθαρρύνοντάς τους στον αγώνα, βοηθώντας στην απελευθέρωσή τους με δυνάμεις του Κόκκινου στρατού και παρέχοντάς τους σταθερή και ολοένα αυξανόμενη στρατιωτική και υλική βοήθεια.

Όσο πλήθαιναν οι επιτυχίες του αντιφασιστικού συνασπισμού στα πεδία των μαχών, που ο εχθρός δεχόταν το κύριο πλήγμα, και προπάντων στο αποφασιστικό μέτωπο του αγώνα, στο σοβιετογερμανικό, τόσο το κίνημα Αντίστασης πλάταινε και δυνάμωνε. Μέσα στις γραμμές του μεγάλωνε ολοένα πιο πολύ ο ρόλος της εργατικής τάξης και της εμπροσθοφυλακής της, των κομμουνιστικών κομμάτων, σα δύναμης της Αντίστασης που πάλευε με τη μεγαλύτερη συνέπεια.

Ο κύριος σκοπός των λαών — και το σκοπό αυτό τον προπαγάνδιζαν ακούραστα τα κομμουνιστικά και τα εργατικά κόμματα — ήταν να κινητοποιηθούν όλες οι δυνάμεις για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας για τη συντριβή του φασισμού.. Αυτή ήταν η γενική γραμμή όλου του διεθνούς επαναστατικού εργατικού κινήματος. Οι κομμουνιστές κατέβαλλαν το μάξιμουμ των προσπαθειών τους για να αναπτυχθεί ο μαζικός ένοπλος εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, για να ενωθούν όλες οι τάξεις και όλα τα κοινωνικά στρώματα που έπαιρναν μέρος στο κίνημα Αντίστασης και είχαν συμφέρον να καταργηθεί η γερμανοφασιστική κυριαρχία.

Τα κομμουνιστικά και τα εργατικά κόμματα ξεκινούσαν πάντοτε από την ιδέα ότι η μοναδική σταθερή εγγύηση της εθνικής ανεξαρτησίας, της δημοκρατικής, προοδευτικής ανάπτυξης των λαών είναι ο σοσιαλισμός. Η βαριά ιστορική πείρα του πολέμου και της φασιστικής τρομοκρατίας βοήθησε τους εργαζομένους των σκλαβωμένων χωρών να πειστούν ότι το πρόβλημα της εθνικής απελευθέρωσης συνδεόταν αδιάσπαστα με τη χαλιναγώγηση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που η κυριαρχία τους είχε φέρει τους λαούς στο χείλος της εθνικής καταστροφής. Αλλά τότε δεν είχαν ακόμη όλοι συναίσθηση ότι ο σοσιαλισμός, σε τελευταία ανάλυση, είναι η μοναδική λύση μετά τον ιμπεριαλισμό. Στις συνθήκες αυτές τα κομμουνιστικά κόμματα, θέλοντας να διατηρήσουν το πλατύ πολεμικό μέτωπο των αντιφασιστικών δυνάμεων, δεν συνδέανε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα με την άμεση πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης. Χαράζοντας τις προοπτικές της παραπέρα ανάπτυξης των απελευθερωμένων χωρών και λαών τα κομμουνιστικά κόμματα διατύπωσαν ένα πρόγραμμα ριζικών δημοκρατικών μετασχηματισμών στον πολιτικό και στον κοινωνικοοικονομικό τομέα. Πρόκειται για πρόγραμμα λαϊκοδημοκρατικής επανάστασης που εφαρμόζεται με την ενεργό συμμετοχή των πιο πλατιών, ακόμα και μη προλεταριακών, στρωμάτων των εργαζομένων.

Στο μεταξύ τα δεξιά συντηρητικά αστικά συγκροτήματα που έπαιρναν μέρος στο κίνημα Αντίστασης επιδίωκαν να πετύχουν, υστέρα από το διώξιμο των γερμανικών στρατευμάτων, την παλινόρθωση των αστικοτσιφλικάδικων καθεστώτων στις απελευθερωμένες χώρες. Γι’ αυτό προσπαθούσαν να καθυστερήσουν την ανάπτυξη του μαζικού ένοπλου αντιφασιστικού αγώνα, γιατί φοβούνταν πως ο εξοπλισμός των λαϊκών μαζών θα έθετε σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σχεδίων τους. Οι ηγέτες των δεξιών αστικών οργανώσεων στην περίπτωση αυτή υπολόγιζαν στην υποστήριξη της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών της ’Αμερικής, καθώς και στη χρησιμοποίηση των ένοπλων δυνάμεων που βρίσκονταν κάτω από τον αγγλοαμερικανικό έλεγχο.

Η σύγκρουση των τάσεων αυτών πήρε χαρακτήρα πάλης για την εξασφάλιση της πολιτικής ηγεσίας, για την εξασφάλιση της ηγεμονίας στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Σε πολλά κράτη κατά την περίοδο κιόλας της χιτλερικής κατοχής η πλειοψηφία του πληθυσμού υποστήριζε το πρόγραμμα που είχαν προβάλει οι κομμουνιστές. Σε συνθήκες βαριάς παρανομίας άρχισαν εδώ να δημιουργούνται τα πρώτα όργανα της μελλοντικής δημοκρατικής εξουσίας. Στις περιοχές που είχαν απελευθερωθεί από τις εσωτερικές δυνάμεις Αντίστασης άρχισαν να εφαρμόζονται ριζικοί δημοκρατικοί, πολιτικοί και κοινωνικοοικονομικοί μετασχηματισμοί. Ο μαζικός ένοπλος αγώνας εναντίον των καταχτητών και των λακέδων τους άρχισε να μετεξελίσσεται σε λαϊκοδημοκρατική επανάσταση. Τα προτσές αυτά ξετυλίγονταν πιο εντατικά στις χώρες της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που είχαν δοκιμαστεί πιο σκληρά από το χιτλερισμό, άλλα είχαν αρχίσει να ωριμάζουν και σε άλλα τμήματα της σκλαβωμένης από τους φασίστες Ευρώπης (π.χ. εντεινόταν η επαναστατική κατάσταση στην Ιταλία). Η έκβαση των προτσές αυτών εξαρτιόταν σε τεράστιο βαθμό από τις διεθνείς συνθήκες, από την εξέλιξη των γεγονότων στα μέτωπα του παγκόσμιου πολέμου.

Στις χώρες απ’ όπου οι δυνάμεις της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής είχαν διώξει τα γερμανικά στρατεύματα, οι νέες δυνάμεις κατοχής προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν την παραπέρα ανάπτυξη του δημοκρατικού κινήματος. Στην Ελλάδα η τέτοια επέμβαση μετατράπηκε σε πόλεμο εναντίον των δημοκρατικών δυνάμεων Αντίστασης που υποστηρίζονταν από την πλειοψηφία του λαού. Οι ιμπεριαλιστικοί κύκλοι των δυτικών κρατών υπεράσπισαν απροκάλυπτα τα αντιδραστικά καθεστώτα και σε μια σειρά άλλα κράτη της Ευρώπης.

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Αλλιώτικα διαμορφώθηκε η κατάσταση στις χώρες που απελευθέρωσε ο Κόκκινος στρατός. Η Σοβιετική Ένωση, προσφέροντας την αποφασιστική συμβολή της στη συντριβή της χιτλερικής Γερμανίας και των συμμάχων της, βοήθησε με τον τρόπο αυτό να πραγματοποιηθούν οι σπουδαιότεροι αντιιμπεριαλιστικοί σκοποί των λαϊκοδημοκρατικών επαναστάσεων. Η απελευθέρωση των χωρών της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης από τον Κόκκινο στρατό εμπόδισε την εξαγωγή της ιμπεριαλιστικής αντεπανάστασης στις χώρες αυτές, βοήθησε στην ανάπτυξη της ελκτικής δύναμης των ιδεών του σοσιαλισμού.

Ο πόλεμος και η κυριαρχία του φασισμού είχαν προκαλέσει στις χώρες αυτές βαθιές ταξικές ανακατατάξεις. Οι αστικοτσιφλικάδικοι κύκλοι που βρίσκονταν πρωτύτερα στην εξουσία είχαν αποκτήσει κακή φήμη, εξαιτίας της πολιτικής συνθηκολόγησης που ακολούθησαν και της απροκάλυπτης συνεργασίας τους με το γερμανικό φασισμό. Η συντριβή του χιτλερισμού σήμαινε την πλήρη πολιτική χρεωκοπία των φανερά αντιδραστικών δυνάμεων.

Μεγάλωσε το κύρος των εκπροσώπων της εργατικής τάξης, των κομμουνιστών, που απέδειξαν στην πράξη ότι αυτοί είναι εκείνοι που μάχονται με τη μεγαλύτερη αυτοθυσία, με τη μεγαλύτερη σταθερότητα και συνέπεια εναντίον του φασισμού, για την εθνική λευτεριά και τη δημοκρατική αναγέννηση των χωρών τους.

Από το άλλο μέρος οι αστικές παρατάξεις που είχαν πάρει μέρος στο κίνημα Αντίστασης κατάφερναν στις πιο πολλές από τις χώρες αυτές να διατηρήσουν την επιρροή τους πάνω σε ένα τμήμα τού πληθυσμού, προπάντων στα μικροαστικά του στρώματα.

Ο συσχετισμός αυτός των δυνάμεων καθόρισε το χαρακτήρα της εξουσίας στις χώρες της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης αμέσως υστέρα από την απελευθέρωσή τους. Από το μηχανισμό της διοίκησης της χώρας παραμερίστηκαν οι φανερά αντιδραστικοί κύκλοι της μονοπωλιακής αστικής τάξης και των τσιφλικάδων. Οι νευραλγικές θέσεις πέρασαν στα χέρια των εκπροσώπων της εργατικής τάξης, των κομμουνιστών. Αλλά ορισμένες θέσεις έμειναν και στα χέρια των άλλων πολιτικών κομμάτων που εκφράζανε τα συμφέροντα της μικρής και εν μέρει της μεσαίας αστικής τάξης. Ο βαθμός συμμετοχής της αστικής τάξης στα όργανα εξουσίας ήταν σε άλλες χώρες ελάχιστος και σε άλλες πιο σημαντικός. Έτσι διαμορφώθηκε ένας καινούργιος μεταβατικός τύπος κράτους — η λαϊκή δημοκρατία.

Με την πρωτοβουλία των κομμουνιστών που τους υποστήριζε η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων έγιναν στις λαϊκοδημοκρατικές χώρες σπουδαίες μεταρρυθμίσεις, πραγματοποιήθηκε ο βαθμιαίος εκδημοκρατισμός όλης της κοινωνικής ζωής, απαγορεύτηκε η δράση των φασιστικών και των φιλοφασιστικών κομμάτων κτλ.

Η αιχμή των μέτρων αυτών στρεφόταν εναντίον της μονοπωλιακής αστικής τάξης και των τσιφλικάδων και δημιουργούσε ευνοϊκές συνθήκες για την παραπέρα πάλη που σκοπό είχε την επικράτηση του σοσιαλισμού.

Η νίκη των λαϊκοδημοκρατικών επαναστάσεων στις χώρες της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης οδήγησε σε ριζική στροφή στην ιστορία των λαών των χωρών αυτών. Το γεγονός αυτό είναι σπουδαίο ορόσημο στην ιστορία όλης της ανθρωπότητας, ορόσημο που έφερε την ανθρωπότητα πιο κοντά πηρός την τελική νίκη στην ιστορική πάλη των δυνάμεων της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΙΚΙΑΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος προκάλεσε έντονη όξυνση της κρίσης του αποικιακού συστήματος. Απέραντα εδάφη της Αφρικής, της Ασίας καί Ωκεανίας έγιναν ζώνη πολεμικών επιχειρήσεων. Οί λαοί πολλών άσιατικών καί άφρικανικών χωρών μάχονταν με το όπλο στο χέρι εναντίον των κρατών τού φασιστικού συνασπισμού. Η συμμετοχή των λαών των αποικιών και των μισοαποικιών στους στρατούς τού αντιφασιστικού συνασπισμού και οι πανδημοκρατικοί απελευθερωτικοί σκοποί που είχε διακηρύξει ο συνασπισμός αυτός βοήθησαν στην ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης.

Η κατάσταση άλλαξε ακόμη και γιατί τα ιμπεριαλιστικά κράτη αναγκάστηκαν προς το συμφέρον τού πολέμου να αναπτύξουν στις αποικίες μια σειρά κλάδους της βιομηχανίας, να εντείνουν την κατεργασία διαφόρων πρώτων υλών, προπάντων στρατηγικών, να ενθαρρύνουν την αύξηση της αγροτικής παραγωγής. Χιλιάδες ντόπιοι κάτοικοι επιστρατεύτηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου για να εργαστούν στην εκτέλεση έργων. Άνοιγαν δρόμους, έχτιζαν γεφύρια και κτίρια. Η έλλειψη ειδικευμένης εργατικής δύναμης ανάγκαζε τις αποικιακές αρχές και τους επιχειρηματίες να εκπαιδεύουν ντόπιους κατοίκους στα επαγγέλματα εικείνα που ως τότε ήταν γι’ αυτούς απρόσιτα. Όλα αυτά τα τα περιστατικά βοήθησαν να μεγαλώσει αριθμητικά η εργατική τάξη των αποικιών, να αποκτήσει συνείδηση της δύναμής της και των ταξικών της συμφερόντων. Έκαναν την εμφάνισή τους και ταξικές οργανώσεις του προλεταριάτου. Αλλά η εργατική τάξη ήταν ολιγάριθμη και γι’ αυτό κύρια μαζική βάση τού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στις αποικιακές και στις εξαρτημένες χώρες ήταν η αγροτιά και οι μικροαστοί των πόλεων. Σπουδαίο συστατικό τμήμα του εθνικού πατριωτικού μετώπου που διαμορφώθηκε στα χρόνια του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου ήταν η ντόπια εθνική τάξη αστική που επιδίωκε τον ηγετικό ρόλο στην παραγωγή και στην πολιτική ζωή και που είχε συμφέρον από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και από την κατάργηση της εξάρτησης της χώρας από τους ξένους ιμπεριαλιστές.

Όλες οι τάξεις που έπαιρναν μέρος στο πατριωτικό μέτωπο ήθελαν, αν και σε διαφορετικό η καθεμιά βαθμό, την κατάργηση όχι μόνο της αποικιακής καταπίεσης, αλλά και των φεουδαρχικών και μισοφεουδαρχικών σχέσεων που εμπόδιζαν την οικονομική και την πολιτική πρόοδο. Στην ουσία, έκτος από την μεταπρατική αστική τάξη και τους μεγάλους γαιοκτήμονες που συνδέονταν στενά με τους αποικιοκράτες, όλες οι υπόλοιπες τάξεις και κοινωνικές ομάδες στις αποικίες και στις εξαρτημένες χώρες άρχισαν, στη διάρκεια του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου, αγώνα για την εθνική απελευθέρωση. Εκεί όπου το προλεταριάτο ήταν ολιγάριθμο, όπου έλειπαν ή ήταν πολύ αδύνατες οι ταξικές του οργανώσεις και προπάντων τα κομμουνιστικά κόμματα, η εθνική αστική τάξη πήρε στα χέρια της τα ηνία της καθοδήγησης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.

Ο αγώνας των λαών των αποικιακών και των εξαρτημένων χωρών για την απελευθέρωσή τους έπαιρνε ιδιαίτερες μορφές, ανάλογα με τις συγκεκριμένα διαμορφωμένες ιστορικές συνθήκες στη μια ή στην άλλη χώρα.

Μεγάλη επίδραση στην πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των λαών των αποικιακών και των εξαρτημένων χωρών είχε ο Μεγάλος Πατριωτικός πόλεμος της Σοβιετικής Ένωσης. Η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού κόμματος Κίνας, χαιρετίζοντας το σοβιετικό λαό την ήμερα της 25ης επετείου της Μεγάλης Οκτωβριανής σοσιαλιστικής επανάστασης, έγραφε : «Οι νίκες του Κόκκινου στρατού εμψυχώνουν βαθιά τον κινεζικό λαό που πολεμά εναντίον των ιαπώνων κατακτητών, γιατί οι νίκες αυτές όχι μόνο εδραιώνουν την ανδρεία και την πίστη μας, άλλα αποτελούν στην πράξη και αποφασιστικό χτύπημα εναντίον του ιαπωνικού ιμπεριαλισμού». Οι ειδήσεις για τα ηρωικά κατορθώματα του σοβιετικού λαού που τσάκιζε τους φασίστες επιδρομείς παντού έφταναν ως τις πιο μακρινές γωνιές της γης, εμψυχώνανε τους λαούς των αποικιών και τους ξεσήκωναν σε αγώνα. Στις αποικιακές και στις εξαρτημένες χώρες κάτω από την επίδραση των γεγονότων μεγάλωνε και πλάταινε το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, ενώ η εξουσία των αποικιακών κρατών -παλαιών και νέων- εξασθένιζε.

Τεράστια βοήθεια για το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Ασία αποτέλεσε η είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο εναντίον της ’Ιαπωνίας. Η Σοβιετική Ένωση, συντρίβοντας τη στρατιά του Κουάγκ τούγκ που ήταν η βασική χερσαία δύναμη των ιαπώνων μιλιταριστών, βοήθησε στην επιτάχυνση των επαναστατικών εξελίξεων στην Κίνα, στην Κορέα, στο Βιετνάμ, στην Ινδονησία και σε άλλες χώρες.

Η συντριβή των φασιστών επιδρομέων, η νίκη που σημείωσαν οι δυνάμεις της δημοκρατίας με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση άνοιξαν πλατιές προοπτικές για τη νίκη του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος σε παγκόσμια κλίμακα. Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των λαών των αποικιακών χωρών έγινε ισχυρή επαναστατική δύναμη που γκρεμίζει τον ιμπεριαλισμό.

Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, που τελείωσε στα 1945, προκάλεσε βαθιές αλλαγές σε όλο τον κόσμο. Οι δοκιμασίες του πολέμου προκάλεσαν αποφασιστική εξασθένιση του καπιταλισμού και απέδειξαν τη μεγάλη ζωτικότητα του σοσιαλισμού.

Η Σοβιετική Ένωση, που στην εκμηδένιση ή στην κατεξάντλησή της υπολόγιζε η παγκόσμια αντίδραση, όχι μόνο άντεξε στη σκληρή σύγκρουση με το φασισμό, αλλά παρά τις βαρύτατες θυσίες βγήκε απ’ αυτήν ακόμη πιο ισχυρή.

Τα καπιταλιστικά κράτη τελείωσαν τον πόλεμο με διαφορετικές γι’ αυτά συνέπειες. Οι φασίστες επιδρομείς, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ιαπωνία υπέστησαν συντριπτική ήττα, έχασαν στην ουσία όλες τις επενδύσεις κεφαλαίων τους στο εξωτερικό και στις αγορές κατανάλωσης, ενώ τα εδάφη τους καταληφθήκανε στρατιωτικά. Οι χθεσινοί ιμπεριαλιστές – αντίπαλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν τις θέσεις – κλειδιά στην οικονομία των ηττημένων χωρών.

Σοβαρά εξασθενισμένη βρέθηκε η πολιτική και οικονομική θέση της Αγγλίας και της Γαλλίας. Από το άλλο μέρος οι Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, που τις χώριζαν ωκεανοί από τις ζώνες του πολέμου, δεν έπαθαν καμιά ζημιά στο έδαφος τους• αντίθετα πλούτισαν με τον πόλεμο και η οικονομία τους σημείωσε σημαντική άνοδο. Στα χέρια των αμερικανικών μονοπωλίων πέρασαν αποφασιστικής σημασίας θέσεις στο διεθνές έμποροί του καπιταλιστικού κόσμου. Η στερέωση των θέσεων του αμερικανικού κεφαλαίου προμηνούσε συγκεντρωτική επίθεσή του εναντίον των θέσεων των ανταγωνιστών του που είχαν εξασθενίσει.

Ο πόλεμος που χρειάστηκε τεράστια κινητοποίηση πόρων επιτάχυνε την μετεξέλιξη του μονοπωλιακού καπιταλισμού σε κρατικό – μονοπωλιακό καπιταλισμό. Σε όλα τα σπουδαιότερα ιμπεριαλιστικά κράτη το κράτος έγινε ο μεγαλύτερος παραγγελιοδότης και αγοραστής των πιο ποικίλων προϊόντων — από τα όπλα ως τις πρώτες ύλες και τα τρόφιμα. Με τον πόλεμο τα μεγαλύτερα μονοπώλια θησαύρισαν, σωριάζοντας αμύθητα πλούτη, αυξήθηκε ραγδαία η συγκέντρωση κεφαλαίου και μεγάλωσε η σημασία των μονοπωλίων στην οικονομία όλων των καπιταλιστικών χωρών.

Η ορμητική ανάπτυξη της πολεμικής τεχνικής προκάλεσε αξιόλογες αλλαγές στη διάρθρωση της βιομηχανίας. Δίπλα στους παλαιούς κλάδους ξεπήδησαν καινούργιοι, όπως η ατομική βιομηχανία, η ραδιοηλεκτρονική και πολλοί άλλοι. Η ανάγκη να κατασκευάζονται ολοένα πιο τελειοποιημένα πρότυπα όπλων δημιούργησε αυξημένες αξιώσεις όσον άφορα την ποιότητα των πρώτων υλών και των διαφόρων υλικών, και αυτό με τη σειρά του έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη του χημικού, του μεταλλουργικού και άλλων κλάδων της βιομηχανίας.

Στη διάρκεια του πολέμου άρχισε το δεύτερο στάδιο της γενικής κρίσης του καπιταλισμού. Σκληρό χτύπημα καταφέρθηκε στο αποικιακό σύστημα του ιμπεριαλισμού: Κατέρρευσαν οι αποικιακές αυτοκρατορίες της Ιταλίας και της Ιαπωνίας, εξασθένισαν πολύ οι θέσεις των «παλαιών» αποικιακών κρατών — της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας σε όλα τα μέρη του αποικιακού κόσμου αναπτύχθηκε πλατύ εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα η ζώνη που βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία τού ιμπεριαλισμού περιορίστηκε.

Η συντριβή του συνασπισμού των επιθετικών κρατών και οι λαϊκοδημοκρατικές επαναστάσεις που άρχισαν σε πολλές χώρες της Ευρώπης και της Ασίας είχαν σαν αποτέλεσμα να διαμορφωθούν ευνοϊκές συνθήκες για το σχηματισμό παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος, που είναι η σπουδαιότερη κατάκτηση της διεθνούς εργατικής τάξης.

 


[1] ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΣΣΔ: Παγκόσμια Ιστορία, εκδόσεις Μέλισσα, Μόσχα 1965, τόμος Ι1-Ι2, σελ. 847- 866

 

 

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας