Εργατικός Αγώνας

Σκέψεις για ορισμένα άμεσα προβλήματα του κινήματος

Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής.

Η πολιτική ως ιδιαίτερη μορφή κοινωνικής δραστηριότητας σχετίζεται με την εμφάνιση των τάξεων και τη δημιουργία των ταξικών κοινωνιών και θα υπάρχει όσο υπάρχουν οι τάξεις.

Πεδίο της πολιτικής δράσης είναι οι σχέσεις μεταξύ των τάξεων και των κοινωνικών στρωμάτων,  οι σχέσεις μεταξύ των Εθνών και των μειονοτήτων και άλλων κοινωνικών ομάδων. Στον πυρήνα αυτής της δραστηριότητας είναι το ίδιο το κράτος,  η κατάκτηση, η διατήρηση και η αξιοποίηση της κρατικής εξουσίας.  Κάθε κοινωνικό πρόβλημα, έλεγε ο Μαρξ,  αποκτά πολιτικό χαρακτήρα αν η λύση του άμεσα ή έμμεσα συνδέεται με ταξικά συμφέροντα, με  το πρόβλημα της εξουσίας.

Τα ιδιαίτερα συμφέροντα  της κάθε τάξη ή κάποιο κοινωνικό στρώμα τα προωθεί μέσω πολιτικών σχηματισμών,  πολιτικών κομμάτων πού συνενώνουν τους πιο δραστήριους εκπροσώπους της και αποτελούν την ανώτερη μορφή ταξικής οργάνωσης. Η οριοθέτηση των πολιτικών κομμάτων σε αντιστοιχία με τη διάταξη των βασικών ταξικών δυνάμεων της κοινωνίας επιτυγχάνεται μόνο στις συνθήκες του ώριμου καπιταλισμού.

Η αστική πολιτική και τα αστικά κόμματα έχουν ως βασικό καθήκον τους την ομαλή λειτουργία και αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος, τη λειτουργία των θεσμών του και την ενότητα της αστικής τάξης, τη διασφάλιση σε τελική ανάλυση της αστικής εξουσίας.

Η εργατική τάξη προκειμένου να υλοποιηθούν οι στόχοι της άμεσοι και μελλοντικοί, δηλαδή  η σοσιαλιστική κοινωνία, οργανώνεται σε αυτόνομο πολιτικό κόμμα που αποτελεί το πιο αποφασιστικό τμήμα μεταξύ των υπολοίπων κομμάτων που εκφράζουν εργατικά συμφέροντα, στο ‘‘κόμμα που κινεί τα πάντα προς τα μπρος’’. Το κομμουνιστικό κόμμα στους αγώνες προβάλλει και προωθεί τα συμφέροντα που είναι κοινά για ολόκληρη την εργατική τάξη και συνάμα τη συγκρότηση των εργατών σε τάξη ικανή να ανατρέψει την αστική τάξη και να κατακτήσει την πολιτική εξουσία. Αυτά αναφέρει  το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Όταν στην εποχή του ιμπεριαλισμού η σοσιαλιστική επανάσταση έγινε άμεσο καθήκον από ιστορική άποψη, ο Λένιν διατύπωσε την αναγκαιότητα δημιουργίας εργατικών κομμάτων νέου τύπου που τα περιέγραψε πολύ συγκεκριμένα. Σκέφτονται και δρουν με βάση τη μαρξιστική θεωρία, έχουν σταθερό μέτωπο στην αστική ιδεολογία και τον αναθεωρητισμό, έχουν στην πρώτη γραμμή τον προλεταριακό διεθνισμό και τον αγώνα εναντίον του εθνικισμού, συγκροτούνται και λειτουργούν με βάση την αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, είναι οργανικό τμήμα της εργατικής τάξης, η πρωτοπορία της.

Ο πολιτικός αγώνας της εργατικής τάξης και του Κομμουνιστικού Κόμματος έχει ως στόχο την υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων απέναντι στους επιχειρηματίες και το κράτος και παράλληλα κατευθύνεται σε ένα ορισμένο στόχο, την ανατροπή της αστικής τάξης και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, την υπεράσπιση, δηλαδή, των ζωτικών συμφερόντων των εργαζομένων και τις προϋποθέσεις για την επαναστατική ανατροπή. Όπως έγραψε ο Εργατικός Αγώνας σε προηγούμενο άρθρο του αναλυτικά για το θέμα, η εργατική πολιτική περιλαμβάνει τη στρατηγική και την τακτική την οποία υπηρετεί και στην οποία υποτάσσεται.

Μία συνεπής και αποτελεσματική πολιτική πρέπει να περιλαμβάνει και τις δύο πλευρές στην αρμονική διασύνδεση τους. Η δράση για τα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων πρέπει να είναι συνδεδεμένη με το στρατηγικό στόχο και αυτό να εκφράζεται στην πράξη και  στο πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Αυτό οδηγεί στην οικοδόμηση πολιτικών κομμάτων γενικά,  κυρίως όμως των κομμουνιστικών ‘’από τα πάνω’’ και όχι “από τα κάτω”, μέσω δηλαδή μιας πλατιάς πρωτοβουλίας πολιτών που ξεδιπλώνεται μέσα στο λαό και ως τέτοια το πεδίο της είναι τα άμεσα προβλήματα. Τα κομμουνιστικά κόμματα ιδρύθηκαν με πρωτοβουλία μιας ομάδας πρωτοπόρων της εργατικής τάξης με ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που πρωτίστως αποτυπώνει το σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκαν και τα μέσα για την επίτευξη του. Τα υπόλοιπα, παρότι εντελώς αναγκαία,  είναι δευτερεύουσας σημασίας και έρχονται στη συνέχεια.

Μέσω μιας τέτοιας διαδικασίας ιδρύονται και τα αστικά ή μικροαστικά κόμματα.  Η Νέα Δημοκρατία ιδρύθηκε το 1974 από μία εύρυθμη ομάδα αστών πολιτικών ως κόμμα της αστικής τάξης με ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που αντιστοιχούσε στις ανάγκες της αστικής τάξης εκείνη την περίοδο.

Όσο αφορά τις συνεργασίες μεταξύ πολιτικών κομμάτων που εκφράζουν την εργατική τάξη ή τμήματα της διακρίνουμε κατ’ αρχήν ολοκληρωμένες, στρατηγικές συμφωνίες που φτάνουν ως τη συμφωνία για τον τελικό σκοπό και τα μέσα επίτευξης του. Υπάρχουν όμως και οι συνεργασίες μερικού χαρακτήρα με ένα πιο περιορισμένο πλαίσιο και πιο άμεσο στόχο πάνω στον οποίον είναι δυνατόν να συμπέσουν οι δυνάμεις που τις συγκροτούν, αφού για στρατηγική συμφωνία δεν μπορούσε να γίνει λόγος λόγω των πολιτικών αποκλίσεων τους. Παραδείγματα τέτοιων συμμαχιών είναι τα μέτωπα εναντίον του φασισμού,  μέτωπα για την εθνική ανεξαρτησία, εθνικοαπελευθερωτικά μέτωπα, που κοινό στοιχείο τους είναι ότι κινητοποιούν όχι μόνο την εργατική τάξη, αλλά και μικροαστικές δυνάμεις και τμήματα αστικά ακόμη, είναι επίσης το ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης που πρότεινε η Κομιντέρν μεταξύ δυνάμεων που εξέφραζαν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης ή τμημάτων της πάνω σε ένα πλαίσιο άμεσων στόχων και βαθύτερη επιδίωξη εκ μέρους των κομμουνιστών την αλλαγή του συσχετισμού εντός της εργατικής τάξης.

Τη δεκαετία του 2000  και ύστερα στην Ελλάδα είχαμε το φαινόμενο της δημιουργίας υβριδικών, όπου ονομάστηκαν, κομμάτων πολύ διαφορετικών από τα συνήθη σε συνθήκες μεγάλης ρευστότητας του πολιτικού τοπίου λόγω κρίσης της αστικής πολιτικής και του πολιτικού συστήματος ή κάτω από την ανάγκη διάσπαρτες μικρού μεγέθους πολιτικές οργανώσεις και ανένταχτοι αγωνιστές να μπορέσουν να δράσουν αποτελεσματικά. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που δημιουργήθηκε ως κόμμα – μέτωπο που  οι δυνάμεις που το συγκρότησαν είχαν σημαντικές αποκλίσεις και επιδιώξεις μεταξύ τους. Δεν συγκροτήθηκε ως μέτωπο αυτοτελών πολιτικών οργανώσεων με βάση πολιτική συμφωνία ούτε όμως και ως ενιαίο κόμμα με κοινά αποδεκτό πρόγραμμα και κανόνες λειτουργίας που θα δέσμευαν όλους. Διαμορφώθηκε ένα πολιτικό πρόγραμμα γενικόλογο,  γενικά αριστερό ρεφορμιστικό, ώστε να τους καλύπτει όλους και παράλληλα καθένας να έχει μία ορισμένη ελευθερία κινήσεων και κυρίως η ηγεσία του.

Θεωρητικά θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτελεσματικά κάτω όμως από προϋποθέσεις που ελάχιστη πιθανότητα είχαν να υπάρξουν. Παραδείγματος χάριν απόλυτη ισοτιμία όλων των συνιστωσών του και των μεμονωμένων αγωνιστών. Είναι γνωστή η εξέλιξη του. Σταδιακά κυριάρχησε η ηγετική και πλειοψηφούσα ομάδα πού στη φάση των μνημονίων επεδίωξε να γίνει ο δεύτερος πόλος του δικομματισμού και να διαχειριστεί την κρατική εξουσία.

Στις συνθήκες αυτές η ισότιμη συνεργασία μεταξύ οργανώσεων και δυνάμεων με μεγάλες πολιτικές διαφορές και όσο αφορά το μέγεθός τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη έως εντελώς ακατόρθωτη,  επικρατεί ο ισχυρός και εκπαραθυρώνει όσους δεν υποταχθούν.

 Παρά τις σημαντικές διαφορές παρόμοια πορεία είχαν η ΛΑΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Ως συμπέρασμα προκύπτει ότι η συνύπαρξη κομμουνιστικών δυνάμεων εντός του ιδίου πολιτικού σχήματος με δυνάμεις ρεφορμιστικές ή με δυνάμεις που έχουν σημαντικές πολιτικές και στρατηγικές αποκλίσεις δεν έχει προοπτική και το σύνηθες είναι η περιθωριοποίηση των κομμουνιστικών δυνάμεων.

Ευρύτερα μέτωπα που συσπειρώνουν δυνάμεις με σημαντικές ιδεολογικές, στρατηγικές  και κατ’ επέκταση πολιτικές αποκλίσεις μόνο πάνω σε σαφή πολιτική συμφωνία, σε σαφείς αρχές λειτουργίας, για ορισμένο χρόνο και με εντελώς ισότιμες σχέσεις μπορεί να αποδώσει.

 Οι πολιτικές οργανώσεις που συγκροτούν το Συντονισμό Κομμουνιστικών Δυνάμεων έχουν να επιλύσουν ένα παρόμοιο πρόβλημα. Λειτουργούν στη βάση ενός πολιτικού πλαισίου που σε γενικές γραμμές ανταποκρίνεται στις ανάγκες της δράσης πάνω στα επείγοντα λαϊκά προβλήματα. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να συνδέσει το Συντονισμό με ευρύτερα λαϊκά τμήματα που πλήττονται από την πανδημία, την οικονομική κρίση που την οξύνει η κυβερνητική  πολιτική και τις τεράστιες επιπτώσεις σε όλα τα τμήματα του λαού, τους εργατοϋπάλληλους, του επαγγελματίες, τη νεολαία κλπ. Ταυτόχρονα το πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει πολιτικά αιτήματα που είναι εφικτά από τη σκοπιά των οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας, γίνονται και μπορούν να γίνουν ευρύτερα αποδεκτά από τους εργαζόμενους αφού η ικανοποίηση αυτών των αιτημάτων είναι προϋπόθεση για να αντιμετωπιστούν τα λαϊκά προβλήματα, αντιστρατεύονται όμως την αστική πολιτική και δεν γίνονται αποδεκτά από την κυβέρνηση και την Ε Ε.  Μεταξύ αυτών είναι η μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών των εργαζομένων με παράλληλη κατάργηση των ελαστικών σχέσεων απασχόλησης που σταδιακά θα τείνει στην κατάκτηση  της 30ωρης εβδομαδιαίας απασχόλησης, η κατάργηση όλων των μνημονιακών δεσμεύσεων και των δημοσιονομικών περιορισμών, η διαγραφή του δημόσιου χρέους που εκτινάχθηκε σε πρωτοφανή επίπεδα και η διαγραφή του ιδιωτικού χρέους των νοικοκυριών και των μικρών επιχειρήσεων, η απειθαρχία απέναντι στην ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση με στόχο την αποδέσμευση της χώρας, σύγχρονο δημόσιο σύστημα υγείας για όλο το λαό, δημόσια δωρεάν παιδεία για όλα τα παιδιά και άλλα

Τα παραπάνω αποτελούν βάση για την άμεση παρέμβαση του Συντονισμού, αρκεί ο Συντονισμός να λειτουργήσει, να δράσει μέσα στην κοινωνία και να συνδεθεί με τους εργαζόμενους, να υπάρξει ως πολιτική οντότητα σε κάθε περιοχή της χώρας.   

Σε αυτή τη βάση μπορεί να προχωρήσει ο Συντονισμός για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Η ουσιαστική όμως ενδυνάμωση του και η πλατύτερη απήχηση του στους εργαζόμενους έχει ως προϋπόθεση ολοκληρωμένες και πειστικές απαντήσεις. Πώς θα υλοποιηθούν όλα αυτά, με ποια τακτική, ποιες συμμαχίες και σε ποιες συνθήκες, τι ακριβώς είναι αυτό που επιδιώκει να δημιουργήσει; Απαιτείται δηλαδή ένα ολοκληρωμένο καλά επεξεργασμένο πολιτικό πρόγραμμα που θα έχει τον εργαζόμενο στο επίκεντρο του και  η δράση θα  κατευθύνεται στη ριζική αλλαγή της κοινωνίας. Τότε μόνο η δράση για τα άμεσα συνδέεται και εντάσσεται στις γενικότερες επιδιώξεις του, στην πάλη για το σοσιαλισμό, ειδάλλως ο κίνδυνος διολίσθησης και αποτυχίας είναι παρόν.

Είναι αναγκαία η συγκρότηση Κομμουνιστικού Κόμματος και όχι γενικά εργατικού η αριστερού κόμματος. Αυτό απαιτεί συμφωνία πάνω στα μεγάλα θεωρητικά και στρατηγικά ζητήματα στο χαρακτήρα της εποχής μας, στην κατεύθυνση της καθημερινής δράσης, στο χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα, στο πρόβλημα των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών και στο σοσιαλισμό που επιδιώκουμε, τον ίδιο το χαρακτήρα του κόμματος. Αυτό είναι και το δύσκολο.

Σ΄ αυτή τη λογική πρέπει να αντιμετωπισθούν  οι συνεργασίες με διάφορες οργανώσεις σήμερα. Δεν αρκεί η γενική συμφωνία πάνω σ’ ένα πλαίσιο στόχων αλλά και οι αντιλήψεις για τις μορφές πάλης, την τακτική, οι γενικότερες επιδιώξεις. Η συνεργασία με όσο το δυνατόν  περισσότερες οργανώσεις  και συλλογικότητες δεν σημαίνει  προσθήκη δυνάμεων και δυνατοτήτων, δεν πρόκειται για απλή πρόσθεση συνηθέστατα είναι διαίρεση και με αρνητικά αποτελέσματα.

Αυτές είναι ορισμένες σκέψεις πάνω στα άμεσα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας