Εργατικός Αγώνας

Πού βρισκόμαστε σήμερα

Γράφει ο Θανάσης Κανιάρης.

Έχουν περάσει ήδη 2,5 χρόνια από τις εκλογές του Γενάρη του 2015 και η δεινή θέση των λαϊκών στρωμάτων πάει χέρι – χέρι με την απογοήτευση που προκάλεσε η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στα μνημονιακά δεδομένα. Το κόμμα αυτό έχει καταστεί σήμερα ο κύριος μοχλός υλοποίησης του βάρβαρου προγράμματος «προσαρμογής» και «εξυγίανσης» της ελληνικής οικονομίας που έχει τσακίσει την ραχοκοκαλιά των λαϊκών στρωμάτων, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως πειθήνιο όργανο στα χέρια του ευρωατλανικού ιμπεριαλιστικού παράγοντα μετατροπής της χώρας σε ένα άθλιο προτεκτοράτο στο άκρο της βαλκανικής χερσονήσου.

Με την υπογραφή του 3ου μνημονίου εκχωρείται το σύνολο της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια στο ελεγχόμενο από τις Βρυξέλες (Βερολίνο) υπερταμείο, μέσω των ρυθμίσεων για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους οι πιο δυναμικές επιχειρήσεις της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται να περάσουν κάτω από τον έλεγχο του ξένου κεφαλαίου, ενώ όσες κριθούν μη βιώσιμες θα αφεθούν στην τύχη τους.

Παράλληλα, ενισχύεται και η παρουσία του αμερικανονατοϊκού παράγοντα με την μετατροπή της βάσης της Σούδας σε ορμητήριο κατά των λαών της Μέσης Ανατολής, εμπλέκοντας έτσι τη χώρα στους επικίνδυνους και τυχοδιωκτικούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στη συγκεκριμένη περιοχή.

Από την άποψη αυτή, είναι αναγκαίο να προσδιορίσουμε την, όσο το δυνατό, με μεγαλύτερη ακρίβεια τη θέση των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στη σημερινή – δυσμενή για τον λαϊκό παράγοντα – συγκυρία, ως αναγκαίο στοιχείο της χάραξης της τακτικής του εργατικού και λαϊκού κινήματος στην προοπτική εξόδου από την καπιταλιστική κρίση σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.

Αυτό που βιώνει σήμερα κατά τραγικό τρόπο ο ελληνικός λαός, είναι η παταγώδης αποτυχία του μικροαστικού πειράματος -που πολιτικά εκφράστηκε από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ- για έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια με τη χώρα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ευρώ. Μιας πολιτικής πρότασης που διαμορφώθηκε την περίοδο της μεγάλης ανόδου του λαϊκού κινήματος την περίοδο 2010 – 2012 και για λόγους που έχουμε ήδη παραθέσει στο παρελθόν, έγινε κυρίαρχη καθώς αγκάλιασε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας τα οποία αναζητούσαν πολιτική λύση απεγκλωβισμού και διεξόδου από την στενωπό των μνημονιακών πολιτικών.

Οι μικροαστικές αυταπάτες, περί του τέλους της λιτότητας και των μνημονίων όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση (!!!), από ένα κίνημα που θα επέβαλε φιλολαϊκές αλλαγές στο ευρωενωσιακό ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα, γρήγορα φυλλορρόησαν, όταν το πρώτο εξάμηνο του 2015 η νέα ελληνική κυβέρνηση προσέκρουσε στο τοίχος που είχαν σηκώσει όλες οι υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε, ενάντια σε κάθε σκέψη αλλαγής των σκληρών πολιτικών λιτότητας που απέβλεπαν, αφ΄ ενός να μεταφέρουν τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων, αφ΄ εταίρου να ενισχύσουν τις θέσεις του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στη διεθνή αγορά στα πλαίσια του οξύτατου ανταγωνισμού με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Η περίοδος της αθωότητας και των λαϊκών αυταπατών ότι εντός της ΕΕ και του Ευρώ θα ήταν δυνατό να απαλλαγούμε τη σκληρή λιτότητα που τσάκιζε τα πιο αδύνατα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας έλαβε τέλος με την υπογραφή του αποικιοκρατικού 3ου μνημονίου τον Αύγουστο του 2015. Ενός μνημονίου που κατακουρέλιασε κάθε έννοια εθνικής κυριαρχίας και διακριτής παρουσίας μιας μικρής και αδύνατης χώρας – όπως ήταν η Ελλάδα και πριν την κρίση – στα πλαίσια του ευρωενωσιακού ιμπεριαλιστικού οργανισμού.

Από εκεί και πέρα, τα επόμενα δύο χρόνια ξεκίνησε η κατρακύλα της μνημονιακής «προσαρμογής» του ΣΥΡΙΖΑ, όπου έχει να επιδείξει λαμπρές επιδόσεις νομιμοφροσύνης – ως και εθελοδουλίας θα λέγαμε – στη γραμμή πλεύσης της Ουάσιγκτον και των Βρυξελών – Βερολίνου.

Το ερώτημα αν η ΕΕ μεταρρυθμίζεται ή απαιτείται σύγκρουση μαζί της με στόχο την αποδέσμευση και σε τελική ανάλυση τη διάλυση της εις τα εξ ων συνετέθη έρχεται από τα παλιά. Συνεπές στη θέση του το ΚΚΕ ότι η ΕΟΚ-ΕΕ αποτελεί μορφή καπιταλιστικής ολοκλήρωσης και ότι στη συγκρότηση της, δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος λαϊκού στοιχείου έθεσε από την πρώτη στιγμή το ζήτημα της μη συμμετοχής της Ελλάδας σε αυτή και μετά την είσοδο της χώρας το 1981 σήκωσε τη σημαία της πάλης για την αποδέσμευση, θέση η οποία βρήκε πλατιά απήχηση στον ελληνικό λαό.

Αντίθετα το ΚΚΕ «εσ» προβάλλοντας τη θέση της δημοκρατικής μεταρρύθμισης της ΕΟΚ-ΕΕ έγινε ένας από τους μεγαλύτερους θιασώτες-ευρωλάτρες του ελληνικού πολιτικού σκηνικού.

Σήμερα η ζωή με δραματικό τρόπο ήλθε να δώσει απάντηση στο ερώτημα που κατάτρυχε την Αριστερά για περισσότερο από 60 χρόνια. Και η απάντηση αυτή είναι: η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται, δεν μπορεί να γίνει φιλολαϊκή. Η πάλη για την αποδέσμευση από τον ευρωενωσιακό ιμπεριαλισμό, αποτελεί μονόδρομο για το λαϊκό κίνημα.

Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι τη στιγμή της θριαμβευτικής επιβεβαίωσης του για το ρόλο της ΕΟΚ – ΕΕ που με συνέπεια υπερασπιζόταν από τις αρχές της δεκαετίας του 60, το σημερινό ΚΚΕ άλλαξε θέση. Όχι πάλη για την αποδέσμευση σήμερα. Αυτό θα γίνει σε περιβάλλον λαϊκής εξουσίας…

Το γενικότερο συμπέρασμα που προκύπτει, είναι, ότι εντός των πλαισίων της ΕΕ δεν είναι δυνατή όχι μόνο η χάραξη φιλολαϊκής πολιτικής, αλλά ούτε καν η προώθηση και της ελάχιστης δημοκρατικής μεταρρύθμισης, καθώς η ευρωένωση ως θεσμός είναι βαθιά αντιδραστική και αντιδημοκρατική. Το εγχείρημα «κατάργηση των μνημονίων και της λιτότητας εντός της ΕΕ και εντός του ευρώ» δοκιμάστηκε και απέτυχε παταγωδώς.  

Κατά συνέπεια ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, θα πρέπει να έχει στην προμετωπίδα του το αίτημα της άνευ όρων αποδέσμευσης της χώρας από τα ευρωενωσιακά δεσμά.

Η κρίση του πολιτικού συστήματος

Από τις εξελίξεις αυτές προκύπτουν δύο θεμελιώδη ζητήματα, ένα αρνητικό και ένα υπό προϋποθέσεις θετικό.

Ποιο είναι το αρνητικό ζήτημα που προέκυψε από την «μνημονιακή μετάλλαξη» του ΣΥΡΙΖΑ; Αυτό δεν είναι άλλο από τις ανεπάρκειες και τις πολιτικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις του χώρου που τοποθετείται στην ευρύτερη Αριστερά να καταθέσει πειστική πρόταση εξόδου από την κρίση σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, ικανή να συσπειρώσει την πολύ μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού που υποφέρει από τις βάρβαρες και αιματηρές πολιτικές λιτότητας. Όλη αυτή την περίοδο ο πολιτικός αυτός χώρος, όχι μόνο δεν κατάφερε να πείσει τα απογοητευμένα από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ λαϊκά στρώματα, ότι συγκροτεί την απελευθερωτική εκείνη δύναμη που θα σπάσει τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και το κέλυφος των εκμεταλλευτικών καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων, προκειμένου να ανοίξει το δρόμο για μια διαφορετική οργάνωση των οικονομικών και των κοινωνικών σχέσεων, αλλά η όλη πολιτική του συμπεριφορά δείχνει ότι αποτελεί μέρος και όχι λύση, του οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος που κατατρύχει τη χώρα.

Και για να γίνουμε ποιο συγκεκριμένοι η αυτοπροσδιοριζόμενη ως κομμουνιστική Αριστερά σήμερα βιάστηκε να ξεφορτωθεί τις ιδεολογικές και πολιτικές επεξεργασίες του Λένιν για το νέο στάδιο του καπιταλισμού, τον μονοπωλιακό καπιταλισμό-ιμπεριαλισμό και με μεγάλη ευκολία απέρριψε τη θεωρία της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης των μικρών και αδύνατων χωρών του πλανήτη από μια χούφτα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη και μια μικρή, ελάχιστη μειοψηφία χρηματιστών που ελέγχουν την παγκόσμια οικονομία. Γύρισε την πλάτη της στην πολυκύμαντη εμπειρία της μεγάλης Οκτωβριανής επανάστασης, της αυθεντικότερης προλεταριακής επανάστασης που ξέσπασε τον 20ο αιώνα, που συνίσταται στην ανάγκη συγκρότησης του κόμματος νέου τύπου πάνω στις ιδεολογικές και πολιτικές αρχές της μαρξιστικής – λενινιστικής ιδεολογίας, της μόνης επιστημονικά τεκμηριωμένης θεωρίας που δρα απελευθερωτικά στην πορεία του προλεταριάτου και των συμμάχων του, για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.

Και, παρά το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος πολιτικός χώρος βρίσκεται σε βαθιά πολιτική και ιδεολογική κρίση η οποία διαπερνά όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων του και ακυρώνει τον πολιτικό του ρόλο ως εκφραστή των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων, αρνείται πεισματικά να επανεξετάσει πολιτικές και ιδεολογικές θέσεις που έχει ήδη απορρίψει η ίδια η ζωή, η ίδια η ζώσα πραγματικότητα.

Αποτέλεσμα όλων αυτών των εξελίξεων, είναι η ύπαρξη ενός πολύ μεγάλου πολιτικού κενού που διαπερνά το σύνολο της αποκαλούμενης ή αυτοαποκαλούμενης κομμουνιστικής Αριστεράς και όχι μόνο. Το σύνολο του πολιτικού φάσματος αντιμετωπίζει κρίση εκπροσώπησης και με την έννοια αυτή υποστηρίζουμε ότι η πολιτική κρίση είναι υπαρκτή και σήμερα. Εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια άνθρωποι, κατά βάση λαϊκής καταγωγής, έχουν γυρίσει την πλάτη τους στο πολιτικό σύστημα, ακριβώς επειδή έχουν απορρίψει τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς, είτε επειδή υπήρξαν φυσικοί αυτουργοί του κοινωνικού εγκλήματος που διαπράχθηκε το 2010 και τα επόμενα χρόνια, είτε επειδή στάθηκαν ανίκανα να εκφράσουν τις λαϊκές προσδοκίες.

Θετικές διεργασίες «υπό προϋποθέσεις»

Από τις αρχές του 2010 άρχισε να διαμορφώνεται στη χώρα μας ένα αυθόρμητο ριζοσπαστικό κίνημα (στα όρια πάντα του αυθόρμητου) που κατά βάση αποτελούνταν από την λαϊκή βάση του δικομματικού συστήματος που κυριαρχούσε στη χώρα από το 1974. Το λέμε αυτό επειδή στις εκλογές του Μάη του 2012, οι οποίες αποτέλεσαν σημείο καμπής για τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας, εγκατέλειψαν τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ 3,3 εκατομμύρια ψηφοφόροι και από την ελληνική και διεθνή πολιτική ιστορία γνωρίζουμε, ότι τέτοιας έκτασης εκλογικές μετατοπίσεις αποτελούν πάντα προϊόν ευρύτερων πολιτικών και ιδεολογικών διεργασιών.

Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε, ότι η Ελλάδα την περίοδο 2010 – 2012 βρέθηκε στα πρόθυρα λαϊκής εξέγερσης και ο κύριος λόγος που δεν πέρασε σε επόμενο στάδιο ήταν η απουσία πολιτικού φορέα που θα ετίθετο επικεφαλής της λαϊκής πάλης.

Το αυθόρμητο αυτό λαϊκό κίνημα, πολεμήθηκε από πολλούς. Όχι μόνο από τους φυσικούς του εχθρούς, αλλά και «φίλους» οι οποίοι σήκωσαν μέτωπο εναντίον του. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την πολεμική που ξεκίνησε το ΚΚΕ ενάντια του «κινήματος της Πλατείας». Ένα κίνημα που συσπείρωνε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου, σε μια περίοδο κατά την οποία το αστικό πολιτικό σύστημα ποτέ δεν ήταν πιο ασταθές καθώς συγκλονιζόταν συθέμελα.

Στις εκλογές του Μάη του 2012 ήρθε η πρώτη μεγάλη απογοήτευση. «Δεν είναι ώριμες οι συνθήκες για λαϊκή εξουσία» απεφάνθη η τότε γ. γραμματέας του ΚΚΕ, η οποία ουσιαστικά έριξε το σύνθημα της εγκατάλειψης του αγώνα και της αποστράτευσης.

Το κενό αυτό εκμεταλλεύτηκαν τα μικροαστικά στρώματα, τα οποία από την μια υπέφεραν από τις πολιτικές σκληρής λιτότητας, από την άλλη όμως δεν ήταν διατεθειμένα να οδηγήσουν τα πράγματα σε οριστική ρήξη με τον ιμπεριαλιστικό παράγοντα και το καθεστώς της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Έτσι γιγαντώθηκε ο ετοιμόρροπος ως τότε ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος το 2012 ΄έγινε αξιωματική αντιπολίτευση και το Γενάρη του 2015 μαζί με το εθνικιστικό, ακροδεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ σχημάτισαν κυβέρνηση.

Παρά τις απογοητεύσεις και τη διάψευση των προσδοκιών (δεν ήταν και το ευκολότερο να χωνέψει κανείς, ότι μετά τις μεγάλες κινητοποιήσεις της περιόδου 2010-2012, από τον Ιούνη του έτους αυτού, στη διακυβέρνηση της χώρας κατσικώθηκαν η λαβωμένη ΝΔ, τα λιμά του ΠΑΣΟΚ με ολίγον από Κουβέλη), το αυθόρμητο αυτό κίνημα, στήριξε τις γεμάτες αυταπάτες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ – που άλλωστε αποτελούσε την μοναδική «ρεαλιστική» λύση τη συγκεκριμένη περίοδο – ενώ έδωσε βροντερό παρόν στο μεγαλειώδες δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη 2015, όπου, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες εχθρών και «φίλων» να αλλοιώσουν το πολιτικό του νόημα, ο ελληνικός λαός έστειλε εκκωφαντικό μήνυμα ότι ήταν ριζικά αντίθετος με τα όσα τερατώδη γίνονταν ως τότε, απόνομιμοποιώντας έτσι την επίπλαστη δημοκρατικότητα του μνημονιακού εγχειρήματος, με την οποία το αστικό πολιτικό σύστημα επιχειρούσε να καλύψει την εγκληματική του φύση.

Ο κόσμος αυτός υπάρχει και σήμερα. Απογοητευμένος, σαστισμένος, αγανακτισμένος, θυμωμένος από την «προδοσία» του ΣΥΡΙΖΑ, όμως υπάρχει. Αν και δεν κατεβαίνει πλέον σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις, τον βλέπουμε στις δημοσκοπήσεις να δηλώνει την αποστροφή του στο σημερινό πολιτικό σύστημα, καθώς και στα αυξημένα ποσοστά του «άκυρου», του «λευκού» και της αυξημένης αποχής. Και ποτέ τα στοιχεία αυτά δεν ήταν τόσο απειλητικά για την ασταθή σταθερότητα του σημερινού πολιτικού συστήματος.

Παρά τον ζόφο των ημερών, είναι σίγουρο υπάρχουν υπόγειες διεργασίες, η λαϊκή συνείδηση προσπαθεί να αφομοιώσει την απογοήτευση και τα πολιτικά αδιέξοδα που την περιστοιχίζουν και αναζητά νέα δίοδο διαφυγής.

Έτσι γίνονταν πάντα στην ιστορία των κοινωνιών, έτσι θα γίνει και σήμερα. Και δεν θα πρέπει να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία γι’ αυτό.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας