Εργατικός Αγώνας

Συλλαλητήρια, κοσμοπολιτισμός και Αριστερά

Γράφει ο Θανάσης Κανιάρης.

«Η καταπίεση από τα κυρίαρχα ιμπεριαλιστικά έθνη μιας ολόκληρης σειράς εθνών, που αποτελούν το μισό και περισσότερο ακόμη πληθυσμό της γης, ο συνωστισμός ανάμεσα στις αστικές τάξεις αυτών των χωρών για το μοίρασμα της λείας, η τάση του κεφαλαίου να διασπάσει και να πνίξει το εργατικό κίνημα –όλα αυτά εξαφανίστηκαν αμέσως από το οπτικό πεδίο του Πλεχάνοφ και του Κάουτσκι, παρ΄ όλο που πριν τον πόλεμο περιέγραφαν οι ίδιοι επί δεκαετίες μια τέτοια ακριβώς «πολιτική». (Λένιν: Για το εθνικό ζήτημα).

 

Με το να κλίνεις τα μάτια για να μη δεις το πρόβλημα, δε σημαίνει ότι αυτό έπαψε να υπάρχει. Αντίθετα, μια τέτοια στάση φανερώνει τον ακραίο υποκειμενισμό και βολονταρισμό όσων αντιμετωπίζουν έτσι την πραγματικότητα, οι οποίοι φαντασιώνονται μια δική τους νεφελώδη «πραγματικότητα», μακριά από την πραγματική ζωή και τα προβλήματα της.

Και όσο δεν συμβαίνει τίποτα το συνταρακτικό, πιστεύουν και οι ίδιοι, ότι βαδίζουν στο σωστό δρόμο. Όταν όμως το πρόβλημα εμφανίζεται και ορθώνεται απειλητικά μπροστά τους, τότε παρακολουθούν με δέος την όλη κατάσταση, ψελλίζουν διάφορες ακατανόητες φράσεις που ούτε οι ίδιοι δεν τις καταλαβαίνουν και γίνονται παρατηρητές των εξελίξεων.

Έτσι και με την «αντικαπιταλιστική» μας Αριστερά – στην οποία δυστυχώς προσχώρησε και το ΚΚΕ και αυτό και αν είναι τραγωδία – η οποία με ύφος χιλίων καρδιναλίων διακηρύττει ότι στον καπιταλισμό δεν υπάρχουν άλλες αντιθέσεις πέραν της βασικής αντίθεσης μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας και στο σχήμα αυτό προσπαθεί να ερμηνεύσει τις πολιτικές εξελίξεις.

Πρόκειται για την Αριστερά που φρίττει και βγάζει σπυράκια, όταν ακούει να μιλάνε για εθνική ανεξαρτησία, πατριωτισμό, εθνική υποδούλωση από τον ιμπεριαλιστικό ζυγό, εθνικό ζήτημα και κατηγορεί όσους τις επικαλούνται σαν εθνικιστές ή ότι αναζητούν συμμαχίες με την εθνική αστική τάξη.

Δεν φαίνεται, όμως, να ενοχλείται που οι θέσεις της φέρνουν το αποτέλεσμα που επιδιώκει ο αστικός κοσμοπολιτισμός, η κυρίαρχη σήμερα ιμπεριαλιστική ιδεολογία.

Έλα όμως που η πραγματικότητα είναι ξεροκέφαλη. Και από το πουθενά συγκεντρώνονται στη Θεσσαλονίκη 400 – 500 χιλιάδες…εθνικιστές με κεντρικό σύνθημα «Η Μακεδονία είναι ελληνική», ενώ την προσεχή Κυριακή αναμένεται στην Αθήνα ακόμα πολύ μεγαλύτερο συλλαλητήριο.

Και πώς αντιμετωπίζει η Αριστερά τις μεγάλες αυτές συγκεντρώσεις;

Με το να καταγγέλλει τους εθνικιστές και ακροδεξιούς που υποδαυλίζουν τέτοια συλλαλητήρια και να χαρίζει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους των λαϊκών στρωμάτων στους ακροδεξιούς και τους φασίστες, δεν λύνει κανένα πρόβλημα και κυρίως δεν απαντά στο ερώτημα: γιατί τόσες εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου συσπειρώνονται κάτω από αστικά εθνικιστικά συνθήματα και όχι κάτω από τα δικά της πολιτικά προστάγματα. Αλλά έχει σήμερα η Αριστερά θέση για το εθνικό πρόβλημα, ή μήπως θεωρεί ότι πρόκειται μόνο για κατασκεύασμα εθνικιστικών και ακροδεξιών κύκλων;

Το εθνικό και το ταξικό ζήτημα

Κατ’ αρχάς να καταπιαστούμε με το κρίσιμο και βασικό ερώτημα. Σε συνθήκες καπιταλισμού -και ειδικά στο μονοπωλιακό του στάδιο- υφίσταται το εθνικό ζήτημα; Κι αν ναι, ποια θα πρέπει να είναι η θέση του κομμουνιστικού και επαναστατικού κινήματος;

Και να θέλαμε να αγνοήσουμε το ερώτημα, το εθνικό ζήτημα στην Παλαιστίνη, την Κύπρο, το Βέλγιο, την Καταλονία, την Ιρλανδία, το κουρδικό, τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του 20ου αιώνα, μας εξαναγκάζουν να προσγειωθούμε στην πραγματικότητα.

Τι είναι έθνος;

«Το έθνος είναι μια ιστορική κατηγορία που δημιουργείται από τον καπιταλισμό, με βάση στοιχεία που προϋπάρχουν και βαθμιαία σχηματίζονται στους κόλπους της προκαπιταλιστικής κοινωνίας»[1].

Σε τι συνίσταται το εθνικό ζήτημα, στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες του κόσμου.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι μονοσήμαντη, αλλά εξαρτάται από την τάξη στην οποία απευθύνεται.

Η αστική τάξη αντιμετωπίζει το εθνικό ζήτημα από διττή σκοπιά. Από τη θέση του αστικού κοσμοπολιτισμού και τη θέση του αστικού εθνικισμού.

Πού διαφοροποιούνται οι δύο αυτές αστικές απόψεις. Ο αστικός κοσμοπολιτισμός, ιδεολογία των πιο δυναμικών τμημάτων του μονοπωλιακού κεφαλαίου -ειδικά του τραπεζικού που λειτουργεί κερδοσκοπικά και παρασιτικά- ζητά την πλήρη κατάργηση των εθνικών συνόρων, ώστε το κεφάλαιο να κινείται απρόσκοπτα και ανεμπόδιστα στην παγκόσμια αγορά, χωρίς τελωνιακούς δασμούς και άλλους περιορισμούς. Πρακτικά αυτό το βλέπουμε στον τρόπο με τον οποίο τα μεγάλα χρηματιστήρια του πλανήτη, όπως αυτά της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου και της Σαγκάης, με τεράστια δύναμη πυρός (κεφαλαίου) καταληστεύουν τα μικρότερα, ανά τον κόσμο, χρηματιστήρια, μέσα από τις οθόνες των ηλεκτρονικών υπολογιστών που λειτουργούν σε online βάση. Σε αυτό κυρίως συνίσταται η λεγόμενη απελευθέρωση της κίνησης του κεφαλαίου.

Αντίθετα ο αστικός εθνικισμός, ο οποίος έχει ισχυρές επιρροές σε τμήματα του μη μονοπωλιακού κεφαλαίου και των μικροαστικών στρωμάτων, προτάσσει το «δικό του έθνος» σε βάρος των συμφερόντων των άλλων εθνών. Πρώτα η Αμερική λέει ο Τραμπ, ενώ ο Κώστας Σημίτης, σε ένα ιδεολογικό κράμα αστικού κοσμοπολιτισμού και αστικού εθνικισμού μιλούσε για «ισχυρή Ελλάδα».

Ο αστικός εθνικισμός, αποτελεί την ιδεολογική βάση του ρατσισμού, του φασισμού, της ξενοφοβίας, σπέρνει το μίσος και το διχασμό ανάμεσα στους λαούς, και με όπλο τον λαϊκισμό, επιχειρεί να διεισδύσει και να απλώσει την επιρροή του στα πιο καθυστερημένα – από άποψη πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης- λαϊκά στρώματα.

Και τώρα το κρίσιμο ερώτημα. Σε τι συνίσταται ο λαϊκός εθνικισμός, ο εθνικισμός των καταπιεζόμενων τάξεων της καπιταλιστικής κοινωνίας; Τον λαϊκό εθνικισμό, δεν μπορούμε να τον δούμε διαφορετικά, παρά μόνο σαν έκφραση της λαϊκής πάλης ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση των μικρών και αδύνατων εθνών. Οι έννοιες του πατριωτισμού και της εθνικής ανεξαρτησίας, αποτελούν βασικά στοιχεία του λαϊκού εθνικισμού.

Επικεφαλής της αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής, δημοκρατικής πάλης, τίθενται η εργατική τάξη και οι σύμμαχοι της, γιατί όσο διατηρείται το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, διαιωνίζεται και η δική της μισθωτή σκλαβιά. Στην πάλη αυτή, η εργατική τάξη αναδεικνύεται σε ηγετική εθνική δύναμη, ιστορικό καθήκον της οποίας, είναι, όχι μόνο να απαλλάξει τη χώρα από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά, ένα αίτημα που κινείται σε αστικό ορίζοντα, αλλά να απαλλάξει την ίδια και όλη την υπόλοιπη κοινωνία, από το καθεστώς της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Ο λαϊκός εθνικισμός, δεν αντιμετωπίζει τα υπόλοιπα καταπιεζόμενα έθνη εχθρικά, ούτε εγείρει αλυτρωτικά αιτήματα και εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος γειτονικών χωρών. Αντίθετα βλέπει στο πρόσωπο των άλλων καταπιεζόμενων εθνών, τους συμμάχους στην πάλη ενάντια στην ιμπεριαλιστική υποταγή και υποδούλωση. Η αντιιμπεριαλιστική πάλη, είναι το στοιχείο που ενώνει τα καταπιεζόμενα έθνη που οραματίζονται ένα μέλλον χωρίς επικυρίαρχους και ξένους δυνάστες.

Η κατάρρευση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος

Και ερχόμαστε τώρα στο επίδικο.

Αν ο αγώνας ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση, αποτελεί την μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για την προστασία του λαού από το δηλητήριο του αστικού εθνικισμού και παράλληλα το μέσο για τη δημιουργία σχέσεων φιλίας και συνεργασίας με τα άλλα καταπιεζόμενα έθνη, η «διεθνιστική» και «αντικαπιταλιστική» Αριστερά, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να κατεδαφίσει το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα που έχει βαθιές ρίζες στη χώρα μας και επισφράγισε την παρουσία του με το αίμα των τιμημένων νεκρών στα πρόσωπα του Χριστόφορου Νικηφορίδη και τον Γρηγόρη Λαμπράκη.

Επιτέθηκε με λύσσα ενάντια στη λενινιστική θεωρία της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης που αποτελεί τη μόνη επιστημονικά επεξεργασμένη επαναστατική θεωρία της εποχής μας και την αντικατέστησε με τα φιλοϊμπεριαλιστικά ιδεολογήματα της «ιμπεριαλιστικής Ελλάδας» και του «ολοκληρωτικού καπιταλισμού» που αποτελεί τάχα μου το τρίτο στάδιο του καπιταλισμού. Δύο προσεγγίσεις, που αν τις ξύσει κανείς, βλέπει πόσο απελπιστικά ίδιες είναι και πόσο έχουν την ίδια στόχευση. Τον αφοπλισμό και την παράλυση του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού, δημοκρατικού κινήματος, το οποίο, ως κοινωνικό πολιτικό μέτωπο, είναι σε θέση να βγάλει τη χώρα από τα σημερινά τραγικά αδιέξοδα.

Και αφού κατάφερε να παραλύσει τον μόνο νευρώνα που μπορεί να διεγείρει την λαϊκή αφύπνιση -το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα- η «διεθνιστική» και «αντικαπιταλιστική» Αριστερά, παρακολουθεί σήμερα αμήχανα τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το μακεδονικό, περιοριζόμενη να καταγγέλλει την ακροδεξιά και την φασιστική δεξιά που, ελλείψει αντιπάλου, έχουν στήσει ένα τρελό εθνικιστικό πανηγύρι.

Πολιτικές εξελίξεις

Είναι γνωστό ότι το μακεδονικό ζήτημα το ανακίνησε και πάλι ο αμερικανικός παράγοντας, ο οποίος, φοβούμενος τη ρωσική διείσδυση στα βαλκάνια, επισπεύδει τις διαδικασίες ένταξης των Σκοπίων στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Οι τελευταίες εξελίξεις όμως εγκυμονούν τον κίνδυνο οι διαπραγματεύσεις να οδηγηθούν και πάλι σε αδιέξοδο. Και οι Αμερικάνοι έκριναν ότι πρέπει να παρέμβουν.

Σε πρόσφατη συνέντευξη ο πρέσβης των ΗΠΑ, αφού εκδήλωσε την υποστήριξη της χώρας του στις προσπάθειες του Μάθιου Νίμιτς, στη συνέχεια, εξέφρασε τους φόβους του για ένα ατύχημα στο Αιγαίο… Και ο τουρκικός μπαμπούλας στη διπλωματική σκακιέρα για το μακεδονικό ζήτημα.

Πάντως ο συγκεκριμένος τηλεοπτικός σταθμός, φρόντισε να μας υπενθυμίζει τους…φόβους του κύριου πρέσβη, προβάλλοντας συνεχόμενα σποτ με τη συγκεκριμένη δήλωση.

Με μοχλό το μακεδονικό, δρομολογούνται εξελίξεις και στο εσωτερικό της χώρας, οι οποίες δεν αποκλείεται να οδηγήσουν στην εκ νέου ανασύνθεση του εύθραυστου πολιτικού σκηνικού.

Στο θέμα της εξεύρεσης κοινά αποδεκτής λύσης στο όνομα των Σκοπίων, ο αστικός πολιτικός κόσμος, έχει διχαστεί σε κοσμοπολίτες και «μακεδονομάχους», ενώ δοκιμάζεται η συνοχή των ίδιων των κομμάτων.

Επικεφαλής των κοσμοπολιτών βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος λειτουργεί καθαρά σαν «βαποράκι» της ΕΕ στα οικονομικά (εφαρμογή μέτρων λιτότητας) και των ΗΠΑ στα γεωπολιτικά.

Η ΝΔ, το παραδοσιακό αγκυροβόλιο της αστικής τάξης, αντιμετωπίζει κρίση ταυτότητας. Υπό το φόβο δημιουργίας νέου κόμματος στα δεξιά της, η ηγετική της ομάδα με επικεφαλής τον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη (κατ’ εξοχήν νεοφιλελεύθερο και κοσμοπολίτη), αναδιπλώθηκε υιοθετώντας αστικοεθνικιστικές απόψεις. «Δεν θα ενώσουμε τους Σκοπιανούς, διχάζοντας τους Ελληνες» ανέφερε ο ίδιος. Ο διχασμός όμως απειλεί το ίδιο του το κόμμα, καθώς Δένδιας και Μπακογιάννη πήραν θέση κατά του συλλαλητηρίου την ερχόμενη Κυριακή.

Σοβαρούς κλυδωνισμούς αντιμετωπίζει και η «Δημοκρατική Συμπαράταξη». Το «Ποτάμι», η «ΔΗΜΑΡ» και ο Γ. Παπανδρέου, οι οποίοι εκφράζουν το νεοφιλελεύθερο ρεύμα, τάσσονται υπέρ της της εξεύρεσης λύσης, ενώ από την άλλη ισχυρή είναι η θέση του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ», το οποίο είναι επιφυλακτικό στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες για το Σκοπιανό. Ο κίνδυνος ρήξης στον χώρο είναι υπαρκτός.

Συμπέρασμα: Η κρίση στο αστικό πολιτικό σύστημα, η οποία ενέκυψε την περίοδο της οικονομικής κρίσης και της εφαρμογής των σκληρών μνημονιακών πολιτικών λιτότητας, εμφανίζεται και πάλι υπό τη μορφή του μακεδονικού ζητήματος.

Το αστικό πολιτικό σύστημα παραμένει ασταθές, ευάλωτο, εύθραυστο και κατακερματισμένο.

Οι συνθήκες για να του δοθεί η χαριστική βολή, είναι ιδανικές.

Λείπει όμως εκείνος που θα οπλίσει το πιστόλι και θα τραβήξει την σκανδάλη…  

 


[1] Θανάσης Παπαρήγας «Εθνικισμός και Ρατσισμός» ΚΟΜΕΠ 1995 τεύχος 2, (δημοσιεύτηκε στον Εργατικό Αγώνα)

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας