Εργατικός Αγώνας

Αναγκαία η εναρμόνιση πολιτικής και δράσης των εργαζομένων στις σημερινές απαιτήσεις

Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής.

Oι τελευταίες εξελίξεις σημαντικών θεμάτων που απασχόλησαν επί μακρόν και ξανά απασχολούν τη χώρα, καθώς και η διαχείρισή τους από την επίσημη πολιτική, ρευστοποιούν ακόμη περισσότερο το πολιτικό σύστημα, την πολιτική ζωή. Παράλληλα, αυξάνουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια, ενάντια στην επίσημα εκπεφρασμένη αισιοδοξία ότι η χώρα βαδίζει προς θετικές εξελίξεις κι ότι μπήκαν σε μια τάξη τα κάθε είδους λαϊκά και άλλα προβλήματα.

Στην πρόσφατη έκδοση του το Bήμα της Κυριακής 25 Φλεβάρη δημοσίευσε δημοσκόπηση της Metron Analysis της οποίας τα ευρήματα προκαλούν ενδιαφέρον. Μεταξύ των άλλων να σημειώσουμε τα εξής:

Τα κόμματα του νέου δικομματισμού βρίσκονται στο ναδίρ από την άποψη της λαϊκής αποδοχής που απολαμβάνουν. Μόνο το 19% των ερωτηθέντων έχει θετική εντύπωση για το έργο της κυβέρνησης και το ίδιο ακριβώς είναι θετική και η εντύπωση για τη δράση της ΝΔ, ενώ και τα υπόλοιπα κόμματα δεν απολαμβάνουν μεγαλύτερης εμπιστοσύνης. Στο ερώτημα πόσο εμπιστεύεστε τα κόμματα στους δέκα ερωτηθέντες μόνο 2,5 απάντησαν θετικά. Ο Αλ. Τσίπρας συγκεντρώνει θετικές κρίσεις μόνο από το 22% ενώ ο Κ. Μητσοτάκης από το 27%. Ικανό για πρωθυπουργό θεωρεί τον Α. Τσίπρα μόνο το 18% και τον Κ. Μητσοτάκη το 22%, ενώ κανένα απαντά το 45%. Τα ποσοστά που απολαμβάνουν τα δύο πρόσωπα είναι πολύ χαμηλότερα από την αποδοχή των κομμάτων τους και φυσικά από τα ποσοστά που αναμένεται να καταγράψουν στις επόμενες εκλογές.

Η χώρα βαδίζει προς τη σωστή κατεύθυνση θεωρεί το 22%, ποσοστό που με σκαμπανεβάσματα καταγράφεται όλα τα χρόνια των μνημονίων.

Ενδεικτικές είναι οι απαντήσεις στο ερώτημα ποιο κόμμα μπορεί να αντιμετωπίσει τα θέματα της διαφθοράς και της διαπλοκής. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συγκεντρώνουν πολύ μικρά ποσοστά της τάξης του 13%, ενώ το 57% των ερωτηθέντων απάντησε κανένα κόμμα και το 7% αρνήθηκε να απαντήσει.

Φαίνεται καθαρά όχι το αφήγημα της κυβέρνησης για λήξη των μνημονίων, απογείωση της ανάπτυξης και βελτίωση της ζωής του λαού πείθει ελάχιστους. Το ίδιο και οι εξαγγελίες της ΝΔ ότι έχει το φάρμακο για την αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων. Κανένα εκ των δύο κομμάτων δεν μπορεί να πείσει ευρύτερα το λαό πέρα από τη στενή επιρροή τους.

Το σκάνδαλο Novartis είναι σκάνδαλο μεγατόνων, και η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία πιστεύει ότι γίνεται πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης των μεγάλων κομμάτων προκειμένου το ένα να στριμώξει το άλλο, να κερδίσει τις εντυπώσεις και να βελτιώσει την επιρροή του. Ο λαός αντιλαμβάνεται ότι όλος αυτός ο χαμός δεν γίνεται για την απόδοση ευθυνών και την εξυγίανση του εμπορίου των φαρμάκων, αλλά για να συγκαλύψει το διαρκές σκάνδαλο που συντελείται σε βάρος του λαού με τα φάρμακα. Ένας κρίσιμος τομέας της οικονομίας και κυρίως της υγείας του λαού έχει παραδοθεί σε ελάχιστες πολυεθνικές που κυριολεκτικά κάνουν πάρτι στον τομέα της παραγωγής καταρχήν, του χονδρεμπορίου ύστερα και, με τις ευλογίες όλων των κυβερνήσεων των χρόνων των μνημονίων, στο λιανεμπόριο. Η περιβόητη απελευθέρωση του επαγγέλματος, που παρουσιάζεται ως μέτρο προοδευτικό-φιλολαϊκό, θα οδηγήσει τα μισά τουλάχιστον φαρμακεία στο λουκέτο. Υπάρχουν ήδη σημαντικά δείγματα. Όσον αφορά τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα πριν ακόμη μπουν στα ράφια των σουπερμάρκετ, η κυβέρνηση φρόντισε να ανέβουν κατακόρυφα οι τιμές τους, όταν το επιχείρημα για να φύγουν από τα φαρμακεία ήταν ότι ο ανταγωνισμός θα μειώσει τις τιμές τους. Πανηγυρίζουν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ότι μείωσαν τη φαρμακευτική δαπάνη κατά 60%. Η μείωση αυτή πολύ λίγο έβλαψε τα τεράστια κέρδη των πολυεθνικών, αντίθετα επιβάρυνε τα μέγιστα και τσέπες των ασφαλισμένων και μείωσε αναγκαία κατανάλωση φαρμάκων. Η επιχειρηματολογία ότι «η συμμετοχή των ασφαλισμένων στα φάρμακα διατηρείται σταθερά όλα τα χρόνια στο 0%, 10% και 25%» είναι έωλη, αφού η εισαγωγή της ασφαλιστικής τιμής των φαρμάκων οδηγεί στην επιβάρυνση των ασφαλισμένων συνήθως περισσότερο από το 50% του κόστους τους. Η εξυγίανση της φαρμακευτικής αγοράς και η απόλυτη κυριαρχία των πολυεθνικών και των μεγάλων επιχειρήσεων δεν πάνε μαζί. Με τον έλεγχο της αγοράς του φαρμάκου από τις πολυεθνικές συμπορεύονται οι μίζες, η διαφθορά και ο εκμαυλισμός όχι μόνο των γιατρών, αλλά και των παραγόντων της κρατικής μηχανής και της πολιτικής.

Οι ανταγωνισμοί στο Αιγαίο, τη Μεσόγειο και την περιοχή της μέσης Ανατολής δημιουργούν πραγματικούς κινδύνους ανάφλεξης. Η επιθετικότητα της Τουρκίας και οι διεκδικήσεις της στο Αιγαίο, την Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ δημιουργούν πραγματικές απειλές. Η Τουρκία και η Ελλάδα κινούνται όχι αυτόνομα και αυτοτελώς στα θέματα αυτά, αλλά στο πλαίσιο των εξελίξεων που χαράσσουν οι Ηνωμένες πολιτείες και η ΕΕ και των ρόλων που αυτοί μοιράζουν στους τοποτηρητές και συμμάχους τους στην περιοχή. Είναι σοβαρότατο λάθος η «εξαφάνιση» του ιμπεριαλισμού και των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και η χρέωση όλων των εξελίξεων αποκλειστικά στις αστικές τάξεις των χωρών της περιοχής και τον εθνικισμό που αυτές καλλιεργούν. Απευθύνεται η κυβέρνηση στην ΕΕ, τις Ηνωμένες πολιτείες Αμερικής και το ΝΑΤΟ και καταγγέλλει την επιθετικότητα της Τουρκίας και ζητά τη στήριξή τους. Την ίδια ώρα όμως όλες οι σημαντικές χώρες της ΕΕ έχουν πολύ μεγάλα συμφέροντα στην Τουρκία, έχουν βιομηχανικές συμπαραγωγές μεγάλης σημασίας π.χ. Γερμανία και Τουρκία κατασκευάζουν από κοινού άρμα μάχης, η συμπαραγωγή Γαλλίας και Τουρκίας αφορά στην παραγωγή πολεμικών πλοίων, με τη Μεγάλη Βρετανία αεροσκαφών και όλες μαζί έχουν τεράστια εμπορικά συμφέροντα, παρομοίως και οι Ηνωμένες πολιτείες. Τα συμφέροντα είναι που επηρεάζουν τη στάση και τη συμπεριφορά των χωρών αυτών και όχι οι ευαισθησίες τους για τις συμμαχίες και τους συμμάχους. Έτσι εξηγείται η στάση τους για δεκαετίες τώρα: πολλά λόγια συμπαράστασης και οι πράξεις τους σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό ο ελληνικός λαός το γνωρίζει και γι’ αυτό σε ποσοστό 60%, με βάση τη δημοσκόπηση, δεν εμπιστεύεται την ΕΕ.

Ενώ είκοσι έξι χρόνια συνεχίζεται η εκκρεμότητα των σχέσεων της χώρας μας με την πΓΔΜ με επίκεντρο την ονομασία του κράτους αυτού και δηλητηριάζει τις σχέσεις των δύο χωρών και ξαφνικά ανέκυψε θέμα ταχύτατης διευθέτησης του. Η εξήγηση φυσικά βρίσκεται στο γεγονός ότι το ΝΑΤΟ και οι Ηνωμένες Πολιτείες επείγονται για την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην πορεία στην ΕΕ προκειμένου να ελέγξουν απόλυτα ολόκληρη τη βαλκανική. Από τον ακραίο εθνικισμό η κυρίαρχη πολιτική στην Ελλάδα δεν δυσκολεύτηκε να περάσει άρον άρον στο κλείσιμο του θέματος αυτού όχι φυσικά με βάση τα συμφέροντα της χώρας και του λαού, την ανάγκη ομαλών εξελίξεων και συνεργασίας στην περιοχή.

Αντίστοιχα στα θέματα της οικονομίας ο ελληνικός λαός δεν πείθεται από τις κυβερνητικές θριαμβολογίες για έξοδο από τα μνημόνια και την κρίση και για βελτίωση της ζωής του. Είναι χαρακτηριστικό ότι για το πρόβλημα της οικονομίας που αξιολογείται από τους ερωτηθέντες στην συγκεκριμένη δημοσκόπηση ως το πιο σημαντικό πρόβλημα της χώρας και παρότι το ερώτημα τίθεται με ένα εντελώς ασαφή τρόπο μόνο το 17% βλέπει καλυτέρευση, ενώ το 81% βλέπει χειροτέρευση της κατάστασης κυρίως ή παραμονή στην μέχρι σήμερα άσχημη εικόνα της.

Όλα αυτά ο ελληνικός λαός τα αντιλαμβάνεται πολύ καλά και ανάγλυφα τα καταγράφει η συγκεκριμένη δημοσκόπηση και φυσικά τα συναντάμε σε κάθε μας βήμα στην καθημερινή ζωή.

Κατά παρόμοιο τρόπο εξελίσσεται και η απήχηση των κομμάτων της κομμουνιστικής και αγωνιστικής αριστεράς και η εμπιστοσύνη που απολαμβάνουν από το λαό ευρύτερα. Όχι μόνο αδυνατούν να αξιοποιήσουν την κρίση αξιοπιστίας των αστικών πολιτικών δυνάμεων και θεσμών, αλλά παρακολουθούν τις εξελίξεις ανήμπορα να αναλάβουν πρωτοβουλίες, ακολουθούν σαστισμένα τα γεγονότα και τις πρωτοβουλίες που παίρνει η επίσημη πολιτική. Πολύ πρόσφατο ενδεικτικό παράδειγμα είναι η στάση τους στο θέμα της ονομασίας της πΓΔΜ. ΗΠΑ και ΝΑΤΟ με τις ευλογίες της ΕΕ άνοιξαν το θέμα και έθεσαν το πλαίσιο της επίλυσης του. Παράλληλα, κι αυτό ίσως είναι το πιο σημαντικό, η εθνικιστική δεξιά και στο σύνολό της η δεξιά, η εκκλησία και κάθε είδους αντιδραστικοί μηχανισμοί αξιοποίησαν το γεγονός σχεδιασμένα, κάνοντας επίδειξη δύναμης με τη διοργάνωση μεγάλων συλλαλητηρίων για την «υπεράσπιση της Μακεδονίας», με κύριο όμως στόχο να δώσουν στη βαθιά λαϊκή δυσαρέσκεια και τα λαϊκά αδιέξοδα, αντιδραστική εθνικιστική κατεύθυνση, να παγιωθεί σε πιο συντηρητική κατεύθυνση η λαϊκή συνείδηση και η πολιτική ζωή.

Ας σκεφτεί καθένας ποια ήταν η στάση και οι πρωτοβουλίες των δυνάμεων της αριστεράς. Την ώρα της δράσης, την ώρα της μαζικής κινητοποίησης περιορίζονταν σε ανακοινώσεις, καταγγελίες και μια κάποια ζύμωση. Οι κινητοποιήσεις φαίνεται ότι έμειναν για το απώτερο μέλλον. Στις σημερινές συνθήκες συντελείται μια συντηρητική στροφή στη συνείδηση και τη συμπεριφορά του λαού. Αυτό φαίνεται ανάγλυφα στη δημοσκόπηση. Στο ερώτημα «πόσο εμπιστεύεστε καθένα από τους παρακάτω θεσμούς σε μια κλίμακα από 0 έως 10, όπου 0 σημαίνει καμιά εμπιστοσύνη και 10 απόλυτη εμπιστοσύνη», οι απαντήσεις ήταν χαρακτηριστικές. Πρώτος στην εμπιστοσύνη έρχεται ο στρατός με 7,4%, ύστερα η αστυνομία με 6,4, η δικαιοσύνη με 5,8 και η εκκλησία με 5,6 και ύστερα το κοινοβούλιο, οι τράπεζες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στο τέλος τα κόμματα και τα συνδικάτα με 2,4. Καθένας μπορεί να αντιληφθεί τι σημαίνουν αυτές οι απαντήσεις, ποια σημασία έχουν για το παρόν και το μέλλον της κομμουνιστικής και αγωνιστικής αριστεράς και του εργατικού κινήματος, για την προοπτική φιλολαϊκών εξελίξεων και την ανάγκη για άμεση και αποτελεσματική δράση σήμερα.

Τελευταία στην κατάταξη όσον αφορά την εμπιστοσύνη έρχονται τα συνδικάτα, τα οποία δεν απολαμβάνουν καμιάς εμπιστοσύνης. Ενδεικτική γι’ αυτό είναι η παταγώδης αποτυχία των εργατικών κινητοποιήσεων, ιδίως των πανελλαδικών πανεργατικών απεργιών που προκηρύσσουν οι τριτοβάθμιες οργανώσεις και γενικότερα όσες προέρχονται από αποφάσεις κορυφών και όχι μέσα από τους ίδιους τους εργαζόμενους και τις ανάγκες τους. Προκηρύσσονται απεργίες πανελλαδικές, απεργούν ελάχιστοι, στους περισσότερους κλάδους τα ποσοστά των απεργών είναι μικρότερα του 5% ή 8% και διοργανώνονται οι γνωστές ισχνές συγκεντρώσεις στις πόλεις της χώρας. Αυτό το βαφτίζουν πανεργατική απεργία, είμαστε όλοι ευχαριστημένοι από τα αποτελέσματα, τα οποία σημειωτέον ποτέ δεν ανακοινώνονται, έχουμε θριαμβολογίες και πηχυαίους τίτλους στα πρωτοσέλιδα, ακολουθούν αναλύσεις επί αναλύσεων και εξαγωγή της «θετικής» πείρας. Αυτή η κατάσταση δεν φαίνεται σοβαρά να προβληματίζει, καμιά προσπάθεια δεν γίνεται να εξηγηθεί με αντικειμενικούς όρους και φυσικά κάτι να αλλάξει. Αντί διαμόρφωση πολιτικής και δράσης που να συγκινούν και να απευθύνονται στα ευρύτερα τμήματα των εργαζομένων έχουμε περιορισμό στο στενό πολιτικό περίγυρο. Αυτό φυσικά οδήγησε στην μεγάλη μείωση των συνδικαλισμένων εργατών και υπαλλήλων, στη συρρίκνωση γενικότερα των συνδικάτων και συντηρεί την σάπια κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα και την επιρροή του αστικοποιημένου κυβερνητικού συνδικαλισμού και πολλές φορές μάλιστα οδηγεί στην ενίσχυση του και σε κλάδους μεγάλης σημασίας.

Τελευταίο παράδειγμα τα αποτελέσματα των πρόσφατων αρχαιρεσιών στην ΠΟΕΔΗΝ. Ψήφισαν 2400 εργαζόμενοι περισσότεροι από το προηγούμενο συνέδριο. Οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και η διάσπαση της ΠΑΣΚΕ που κυρίως εκφράζουν τα εργοδοτικά συμφέροντα στα πλαίσια του συνδικαλιστικού κινήματος πήραν κατά την εκλογή για το ΓΣ της ΠΟΕΔΗΝ 535 ψήφους και ποσοστό 64,35% και 22 μέλη. Στις προηγούμενες εκλογές του 2015 είχαν 442 ψήφους και ποσοστό 57,8% και 21 ψήφους, δηλαδή είχαν μια καθαρή αύξηση 7,5%. Για την ΑΔΕΔΥ από 46 αντιπροσώπους το 2015 πήραν 69, 23 περισσότερους. Οι δυνάμεις που προήλθαν από το ΣΥΡΙΖΑ, ενιαίες το 2015 και σε δύο παρατάξεις σήμερα είχαν μείωση μία έδρα. Το ΠΑΜΕ μειώθηκε από 18,4% των ψήφων για την ΠΟΕΔΗΝ στο 15,1%, μείωση 3,3% όχι μόνο στο ποσοστό του αλλά και σε απόλυτο αριθμό ψήφων και για την ΑΔΕΔΥ από 20 αντιπροσώπους το 2015 εξέλεξε 17 το 2018. Παρά δηλαδή τη θύελλα της αντιλαϊκής πολιτικής, τις μεγάλες μειώσεις των αποδοχών των εργαζομένων και την τραγική κατάσταση των συνθηκών εργασίας στα νοσοκομεία ο αστικοποιημένος συνδικαλισμός, παρά τις πελώριες ευθύνες του, αυξάνει τις δυνάμεις του, όλες οι παρατάξεις που τον απαρτίζουν, ενώ το ΠΑΜΕ είχε απόλυτη μείωση σε έδρες και ψήφους παρά την αύξηση της συμμετοχής.

Κλείνουμε με την αρχική επισήμανση του άρθρου. Σε ένα ρευστό πολιτικό τοπίο που χαρακτηρίζεται από την απαξίωση αστικών κομμάτων, θεσμών και αξιών, που η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία αποστασιοποιείται από κόμματα και αντιλήψεις, φαίνεται να δυναμώνουν τα συντηρητικά αντανακλαστικά κάτω από τα τρομακτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός και η νεολαία. Αν η κομμουνιστική Αριστερά δεν ορθώσει ισχυρό ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο, δεν συγκρουστεί αποτελεσματικά με την αστική ιδεολογία και πολιτική και δεν δράσει με την κατάλληλη τακτική, ώστε να κινητοποιήσει ευρύτερες εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, η προοπτική για το εργατικό κίνημα και το λαό, τουλάχιστον άμεσα, θα είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας