Εργατικός Αγώνας

Τα 100 χρόνια του ΚΚΕ και οι αυτόκλητοι συνήγοροι

Η Εφημερίδα των Συντακτών στο φύλλο της Δευτέρας 3ης/12 φιλοξένησε άρθρο του Δημήτρη Κατσορίδα (Δ. Κ.) με τίτλο «Πού βαδίζει η Αριστερά». Ο Δ.Κ. κάνει ορισμένες εύστοχες και χρήσιμες παρατηρήσεις, αλλά δεν θα αναφερθούμε σ’ αυτές. Θα θέσουμε τις αντιρρήσεις μας σε δύο τρία ζητήματα που θίγει και που τα θεωρούμε κεντρικά.

Πρώτο: «Η αμφισβήτηση της αριστεράς από τον κόσμο», γράφει, «προήλθε από τις αρνητικές εμπειρίες που είχε ο κόσμος από τις κυβερνήσεις σοσιαλδημοκρατών, εργατικών κομμάτων και σε ορισμένες περιπτώσεις και κομμουνιστικών κομμάτων». Είναι προφανές ότι η διαχείριση του καπιταλισμού και όχι η αμφισβήτησή του από την αριστερά είχε πολύ αρνητικές συνέπειες. Εκεί όμως που τίθεται σοβαρό ερώτημα είναι γιατί θα πρέπει να απολογηθεί η κομμουνιστική και μαχόμενη αριστερά για την σοσιαλδημοκρατία όταν αυτή έχει περάσει προ «αμνημονεύτων» χρόνων στο στρατόπεδο του κεφαλαίου; Συνεχίζουμε να την θεωρούμε αριστερά;

«Το πρόβλημα δεν είναι καθαυτό η διακυβέρνηση», γράφει, «αλλά ότι η διακυβέρνηση δεν βγήκε από τα όρια του συστήματος αντίθετα το ενίσχυσε, του έδωσε χείρα βοηθείας». Αν ορθά αντιλαμβανόμαστε το κείμενο, η συμμετοχή σε κυβερνήσεις στα πλαίσια του καπιταλισμού -κατά τον συγγραφέα- δεν είναι γενικά απορριπτέα, αρκεί η αριστερά να συμπεριφερθεί ως τέτοια. Υπάρχει, όμως, δυνατότητα συμμετοχής των κομμουνιστών σε κυβέρνηση με σοσιαλδημοκράτες σε σχετικά «νορμάλ» συνθήκες η οποία μπορεί να δώσει την δυνατότητα αμφισβήτησης του καπιταλισμού; Υπάρχει κάποιο θετικό παράδειγμα; Αντίθετα, η ιστορική πείρα του κομμουνιστικού κινήματος διδάσκει ότι μόνο σε περιόδους κρίσης τους συστήματος, ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ αστικής και εργατικής τάξης και όταν έχει ωριμάσει στους εργαζόμενους η ανάγκη βαθιών αλλαγών στην διακυβέρνηση και την πολιτική που θα ασκηθεί μπορεί να δώσει αποτελέσματα. Και, σε κάθε περίπτωση, μοναδικός στόχος της αριστεράς πρέπει να είναι να μην περιοριστεί η κυβέρνηση στην δημιουργία κάποιων προβλημάτων όσον αφορά την λειτουργία του συστήματος, αλλά να προωθήσει ανατρεπτικά μέτρα που θα αμφισβητήσουν την αστική εξουσία και θα επιταχύνουν τις εξελίξεις.

Αυτό φαίνεται να μην το αποδέχεται ο αρθρογράφος και γενικά να μην απορρίπτει τη συμμετοχή κομμουνιστών σε κυβέρνηση με αστικές δυνάμεις.

Λίγο πιο κάτω, το κείμενο επανέρχεται στο θέμα αυτό με ισοπεδωτικό τρόπο γράφοντας ότι η συμμετοχή σε κυβερνήσεις εθνικής ενότητας με δυνάμεις αστικές οδήγησε σε ήττες το λαϊκό κίνημα. Στην πρώτη περίπτωση, λοιπόν, μπορεί να γίνει αποδεκτή η συμμετοχή σε κυβερνήσεις ενώ στην δεύτερη περίπτωση, όπου συνέβη κάτι τέτοιο, αποδείχθηκε πάντα λάθος. Εμείς θεωρούμε ότι πράγματι κυβερνήσεις συμμετοχής της αριστεράς στην Ελλάδα, όπως η συμμετοχή στην κυβέρνηση Τζαννετάκη, για να μην παραγραφούν τα σκάνδαλα και στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας το 1944 ήταν λάθος, για πολύ συγκεκριμένους όμως λόγους. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να γενικευτεί. Το 1944 ο ΕΑΜικός αγώνας της κατοχής είχε διαμορφώσει το σύνολο των προϋποθέσεων για να πάρει το ΕΑΜ την εξουσία και δεν είχε κανένα λόγο να πάει σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Παρομοίως, το 1989 άλλη πολιτική έπρεπε να ακολουθήσει η αριστερά και όχι πολιτική εξυγίανσης του καπιταλισμού. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που η συμμετοχή σε κυβερνήσεις εθνικής ενότητας είχε θετική κατάληξη, όταν είχαν εκτιμηθεί ορθά οι συνθήκες και υπήρχαν τουλάχιστον οι βασικές προϋποθέσεις γι αυτό. Παράδειγμα είναι η Τσεχοσλοβακία το 1948 που η χώρα αυτή πέρασε από κυβέρνηση εθνικής ενότητας σε δικτατορία του προλεταριάτου. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι η σωστή εκτίμηση όλων των παραγόντων συγκεκριμένα σε κάθε περίπτωση και η τήρηση αυστηρά των αρχών και η αξιοποίηση της ιστορικής πείρας.

Δεύτερον: Ο Δ. Κ. διατυπώνει την άποψη ότι η αριστερά στην Ελλάδα δεν αναπτύχθηκε με βάση ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα, αλλά κυριάρχησε η θεωρία των σταδίων και περιγράφει το πρώτο στάδιο ως αγώνα για την ολοκλήρωση του ελληνικού καπιταλισμού. Δηλαδή η αριστερά -και κυρίως το ΚΚΕ- πρώτα επεδίωκαν να κυβερνήσουν ώστε να ολοκληρωθεί ο καπιταλισμός και ύστερα να αγωνιστούν για την σοσιαλιστική επανάσταση και τον κομμουνισμό. Θεωρεί ότι η βάση όλων αυτών των λαθών είναι η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1934. Όποιος διάβασε έστω και μία φορά την 6η Ολομέλεια δεν θα δυσκολευτεί να αντιληφθεί ότι η αναφορά του αρθρογράφου δεν έχει σχέση με τη πραγματικότητα, αποτελεί απόλυτη διαστρέβλωση. Πουθενά στην απόφαση της Ολομέλειας δεν αναφέρεται ολοκλήρωση του καπιταλισμού, ακόμη δεν υπάρχει καμία αναφορά σε στάδιο που θα έχει χρονική διάρκεια ώστε να ολοκληρωθεί ο καπιταλισμός. Εκτιμώντας ότι -στη βάση της πραγματικότητας της χώρας, των ταξικών αντιθέσεων και των τάσεων που διαμόρφωναν οι εξελίξεις- η επανάσταση που ωρίμαζε θα είχε αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα. Έτσι, οι κομμουνιστές και η εργατική τάξη όφειλαν με την δράση τους να ηγεμονεύσουν στο μπλοκ των επαναστατικών δυνάμεων και να μετεξελίξουν γρήγορα την αστικοδημοκρατική επανάσταση σε Δικτατορία του Προλεταριάτου. Οι αναφορές του Δ. Κ. και η θέση της 6ης Ολομέλειας έχουν τόση σχέση όση ο φάντης με το ρετσινόλαδο.

Ο Δ. Κ, απορρίπτοντας την 6η Ολομέλεια, δεν απορρίπτει μόνο το πρόγραμμα της Κ.Δ. που επεξεργάστηκε το 6ο Συνέδριό της αλλά απορρίπτει το Λένιν και την πολιτική των μπολσεβίκων που οδήγησε στην επανάσταση του Φλεβάρη και ύστερα στον νικηφόρο Οχτώβρη που δημιούργησε την Σοβιετική Ένωση. Όλα αυτά δεν συγκινούν καθόλου τον αρθρογράφο από την στιγμή που θεωρεί υποχρέωση του να υποστηρίξει τον Τρότσκι και την διεθνή επανάστασή του, παρότι αυτή στην Ρωσία διαψεύστηκε. Ο Τρότσκι διατύπωσε την θεωρία του στις αρχές του 20ου αιώνα, την ξέχασε όταν έγινε δεκτός στο κόμμα των μπολσεβίκων και την ξαναθυμήθηκε όταν εξορίστηκε από την Σοβιετική Ρωσία.

Η αυθαιρεσία και ο παραλογισμός του Δ. Κ. φτάνει ως το σημείο να ισχυριστεί ότι «η ελληνική αριστερά φτιάχτηκε ως υπερασπιστής των συμφερόντων της αστικής τάξης και όχι ως ανταγωνιστική δύναμη σ’ αυτήν». Δηλαδή, από την δημιουργία της και από «κατασκευής», η αριστερά στην Ελλάδα υπηρέτησε τον καπιταλισμό, οι αγώνες ενός αιώνα ολοκλήρου ήταν υπονομευμένοι, από την πρώτη στιγμή προδόθηκε η εργατική τάξη και η αριστερά υπερασπίστηκε τον καταπιεστή της.

Κατά τον αρθρογράφο. εκτός από το ΚΚΕ και το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν ταχθεί με την θεωρία των σταδίων παρόλο που δεν είχε για τα κόμματα αυτά καμία χρησιμότητα αφού δεν πήγαιναν ποτέ πιο πέρα από την διαχείριση και την στήριξη του καπιταλισμού, δεν επεδίωκαν κανένα δεύτερο στάδιο για την εγκαθίδρυση κανενός σοσιαλισμού. Οι μόνες δυνάμεις της αριστεράς που δεν μολύνθηκαν από την θεωρία των σταδίων, κατά τον αρθρογράφο, ήταν μικρές ομάδες από τον τροτσκιστικό χώρο, μόνο αυτές είχαν ορθή επαναστατική πολιτική. Είναι όμως απορίας άξιο πώς οι μοναδικές δυνάμεις που είχαν ορθή πολιτική κυριολεκτικά καταποντίστηκαν και βουλιάζουν στην ανυπαρξία. Η “ορθή πολιτική” τους που δεν ήταν “μολυσμένη από την θεωρία των σταδίων” γιατί οδήγησε στην περίοδο της κατοχής στον καταποντισμό τους ως και το σημείο με την στάση τους να ενισχύουν τις δυνάμεις κατοχής; Αυτά δεν τα λένε μόνο οι κομμουνιστές τα είπαν και αρκετά στελέχη του τροτσκιστικού χώρου, τα έγραψε ο Γ. Βιτσώρης ηγετικό στέλεχος της 4ης Διεθνούς στο γράμμα του που έστειλε το 1946 στους έλληνες συντρόφους του. Εκεί ο Γ. Β. τους κατακεραυνώνει σχετικά με την στάση τους απέναντι στο ΕΑΜ που την χαρακτηρίζει αντικειμενικά αντεπαναστατική και κατακεραυνώνει την απόφαση τους να μην εμπλακούν στον αγώνα της κατοχής επειδή ήθελαν να κρατήσουν «καθαρά τα χέρια» τους, ότι θεωρούσαν πως το προλεταριάτο έπρεπε να μείνει αδιάφορο στην απόπειρα ναζιστικοποίησης του κόσμου και επιπλέον για τις αποστάσεις που πήραν από την δράση του ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών, επειδή θεωρούσαν ότι οι Γερμανοί στρατιώτες ήταν εργάτες-ταξικά αδέλφια με τους Έλληνες. Τέλος, χαρακτηρίζει την στάση τους σεχταριστικό παραλήρημα.

Αυτή η πολιτική γραμμή ήταν -κατά τον Δ.Κ.- “ορθή” γιατί “δεν ήταν μολυσμένη από την θεωρία των σταδίων” και αυτή την “ορθότητα” οι Έλληνες εργάτες και ο ελληνικός λαός την αντάμειψαν όπως της άξιζε.

Ο Δ. Κ. αναφέρει τις μεγάλες επιτυχίες του εργατικού κινήματος παγκόσμια στις δεκαετίες ’50 και ’60 και αναρωτιέται κανείς: “όλα αυτά έγιναν από μια αριστερά κατοικίδιο του κεφαλαίου, μια δύναμη στην υπηρεσία του, ενώ οι συνεπείς και οι ορθά πορευόμενοι καταποντίστηκαν;”.

Τρίτον: Έχει σημασία πότε και απ’ αφορμή ποιο γεγονός γράφονται όλα αυτά. Ο Δ. Κ. το σημειώνει στον υπέρτιτλο του άρθρου του «με αφορμή τα 100 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ». Ακριβώς εκεί, στο ΚΚΕ, στοχεύει. Παρεμβαίνει με το γνωστό τροπάρι ότι η θεωρία των σταδίων την οποία ασπάστηκε η αριστερά ήταν υπεύθυνη για όλα. Βέβαια, βρίσκει έδαφος και το εκμεταλλεύεται για να ζυμώσει τις θέσεις του. Πατάει πάνω στη στροφή του ΚΚΕ προς τον σεχταρισμό και την απόρριψη του μεγαλύτερου μέρους της ιστορίας του κόμματος και την αποδοχή θέσεων και απόψεων ρευμάτων που έχει απορρίψει η ιστορία. Εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι η ηγεσία του Κόμματος ανακάλυψε και αυτή με μεγάλη καθυστέρηση τα στάδια ως πηγή κάθε κακοδαιμονίας. Εξάλλου απ ότι φαίνεται ο Δ.Κ. είναι προνομιακός συνομιλητής της, αφού άρθρα παρόμοιου περιεχομένου έχουν δημοσιευθεί στο θεωρητικό περιοδικό του Κόμματος, στην ΚΟΜΕΠ, σε περιόδους κρίσιμων για το κόμμα εξελίξεων και γεγονότων όπως τα Συνέδριά του, πράγμα που συνέβη και με κείμενα άλλων τροτσκιστών.

Βλέπετε οι ιδεολογικές συγγένειες δεν κρύβονται. Aντίθετα, αξιοποιούνται κατάλληλα.

                                                                                

         Γ. Α.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας