Εργατικός Αγώνας

Σκέψεις με αφορμή κάποιες δημοσκοπήσεις

Γράφει ο Βασίλης Καλαματιανός.

Το 2019 είναι χρόνος πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων. Δημοτικές, περιφερειακές και ευρωεκλογές το Μάη, ακαθόριστος ο χρόνος των εθνικών, όμως θα γίνουν μέχρι των Οκτώβρη.

Στην πολιτική ζωή της χώρας υπάρχει μεγάλη κινητικότητα. Αναγγέλλονται υποψήφιοι ευρωβουλευτές και βουλευτές από τα κόμματα καθώς και ορισμός υποψηφίων περιφερειαρχών και δημάρχων. Ένα κύριο χαρακτηριστικό κυρίως των υποψηφίων δημάρχων, είναι ότι δηλώνουν ανεξάρτητοι κι ας είναι ταυτόχρονα και στελέχη κομμάτων. Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό είναι προσπάθεια να πείσουν ότι αυτοί θα λύσουν όλα τα προβλήματα.

Η μέχρι σήμερα εμπειρία δείχνει ότι την επομένη των εκλογών, οι βασικές δραστηριότητες των Δήμων εντάσσονται στα πλαίσια του κρατικού προϋπολογισμού και των κυβερνητικών πολιτικών στη λογική των ανταποδοτικών τελών και της υπερφορολόγησης των δημοτών. Γνωρίζουμε ακόμα ότι οι «ανεξάρτητοι» μετατρέπονται σε προπαγανδιστές ή σε πολέμιους της κυβέρνησης ανάλογα με την κομματική τους τοποθέτηση.

Ωστόσο και στα σημερινά στενά θεσμικά πλαίσια, οι Δήμοι έχουν σοβαρές δυνατότητες λήψης μέτρων και εκτέλεσης έργων υπέρ των δημοτών. Ο προγραμματισμός και η διεκδίκηση είναι η λύση. Χωρίς διάθεση να μειωθεί ο ρόλος των κομμάτων στην πολιτική ζωή της χώρας και η χρησιμότητα των ιδεολογικών και πολιτικών θέσεων και αντιπαραθέσεων, προκύπτει ανάγκη για τον κάθε πολίτη να σκεφτεί και να πράξει με βάση το δικό του «θέλω», αν προτιμά κομματικό υποψήφιο δήμαρχο και ποιου κόμματος ή ανεξάρτητο, και ανάλογα να πράξει.

Πλούσια δραστηριότητα και πολλή δουλειά έχουν και οι εταιρίες δημοσκοπήσεων. Δεν είναι κυρίως αυτές που δημοσιοποιούνται. Σ’ όλη την κλίμακα, όπου υπάρχει σταυρός προτίμησης, γίνονται δημοσκοπήσεις. Οι δημοσκοπήσεις σαν επιστημονική μέθοδος είναι ένας τρόπος αποτύπωσης της κατάστασης ή ενός ζητήματος στο συγκεκριμένο χώρο τη συγκεκριμένη περίοδο. Πολλές φορές και σε διεθνές επίπεδο, εταιρείες με πείρα χρόνων πέφτουν παταγωδώς έξω. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι πολλές δημοσκοπήσεις αξιοποιούνται για χειραγώγηση της κοινής γνώμης, ότι λειτουργούν σαν προπαγανδιστές κομμάτων, φορέων και αντιλήψεων. Την Κυριακή 3 Φλεβάρη καθώς και στις 9 Φλεβάρη δημοσιοποιήθηκαν έρευνες από εταιρίες με εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα: της VOXPOPANALYSIS, της METPOΝ ANALYSIS και της PRORATA. Τα στοιχεία που δίνουν είναι τα ακόλουθα:

Είναι προφανές ότι ή κάθε μια από τις εταιρίες υπηρετεί άλλο στόχο με την ίδια λογική. Οι μεν PRORATA και VOX ότι η θέλουν να περάσουν το μήνυμα πως η διαφορά ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ κλείνει είναι τέσσερες ή δύο μονάδες. Η δε METPONθέλει να περάσει το μήνυμα ότι ή ΝΔ είναι πολύ μπροστά κι ότι η διαφορά μεγαλώνει υπέρ της.

Πρέπει να σημειωθεί ότι και «ΤΟ ΒΗΜΑ» έχει βάλει το χεράκι του προβάλλοντας στην πρώτη σελίδα την εκτίμηση ψήφου και ανεβάζει τη ΝΔ στο 37,2% στο δε ρεπορτάζ της η Δήμητρα Κρουστάλη (σελ. Α8-Α9) έβγαλε τα τελικά αποτελέσματα με βάση τις επιθυμίες, τους στόχους και τις επιδιώξεις της ΝΔ και της άρχουσας τάξης. Αυτοί οι στόχοι είναι πρώτα και κύρια ο επηρεασμός των ψηφοφόρων μέσω της ανάδειξης από τώρα του νικητή των εκλογών και της αυριανής κυβέρνησης. Στη συνέχεια καλλιεργούν την εντύπωση της αυτοδύναμης κυβέρνησης της ΝΔ και ταυτόχρονα της εξασφάλισης 180 εδρών στη Βουλή ώστε να γίνουν οι συντηρητικές αλλαγές στο Σύνταγμα (αλλαγή του εκλογικού νόμου της απλής αναλογικής και η άμεση εφαρμογή του, αλλά και εκλογή του προέδρου Δημοκρατίας). Για να στηρίξει αυτές τις επιδιώξεις, «ΤΟ ΒΗΜΑ» δεν παίρνει σα βάση αυτό που δήλωσαν όσοι μίλησαν στη δημοσκόπηση την πρόθεση ψήφου δηλαδή ΣΥΡΙΖΑ 19,2% – ΝΔ 28,4% αλλά την εκτίμηση ψήφου (σ.σ: άραγε, ποιος την κάνει;) και παρουσιάζει ΣΥΡΙΖΑ 25,1% – ΝΔ 37,2% – ΚΙΝΑΛ. 7% αλλά και έδρες ΝΔ 160 ΚΙΝΑΛ. 21 άρα 181 και ο ΣΥΡΙΖΑ 74. Πέρα όμως από τα στοιχεία της προπαγάνδας, η μελέτη της πρόθεσης ψήφου δίνει δυνατότητα για σημαντικά συμπεράσματα.

α) Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ μαζί δεν φτάνουν ούτε 50% είναι 47,6% (άλλες δημοσκοπήσεις το ανεβάζουν λίγο). Αυτή είναι η πραγματική επιρροή των κομμάτων εξουσίας, του δικομματισμού. Αυτή η παραδοχή δείχνει ξεκάθαρα πως το εκλογικό σώμα απαξιώνει τα δυο κόμματα εξουσίας κι αυτά προσπαθούν να εμφανίσουν το «φτύσιμο» από τους εκλογείς ως «ψιλόβροχο».

β) Η επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυξημένη στις ηλικίες από 35-65 ετών, που είναι μεταξύ 22% και 26%, ενώ της ΝΔ στους άνω των 65 ετών σε ποσοστό 40,2%. Διαφοροποιήσεις με σημασία παρατηρούνται στο χώρο της Χ.Α., όπου στους άνδρες έχει 11% και στις γυναίκες 3,1% αλλά και στις ηλικίες 17-34 ετών καταγράφει 15,9%.

γ) Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο πολιτικός αυτοπροσδιορισμός εκείνων που ρωτήθηκαν τι ψηφίζουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει 44,6%, όσων δηλώνουν αριστεροί, έναντι 25,9% του ΚΚΕ και το 40,7% των κεντροαριστερών έναντι 15,1% του ΚΙΝΑΛ και 1,6% του ΚΚΕ. Η ΝΔ έχει την υποστήριξη του 70,1% των κεντροδεξιών και το 58,2% των δεξιών, όπου η Χ.Α. παίρνει το 19,9%.

δ) Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση όσων δηλώνουν αριστεροί. Τα αριστερά κόμματα και κινήσεις ΚΚΕ, ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΙΑ μαζί με αναποφάσιστους, λευκά κλπ παίρνουν μόνο το 46% και μαζί με το 44,6% του ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνουν το 90%. Από τα δηλωθέντα νούμερα φαίνεται ότι ως αριστεροί αυτό προσδιορίζονται το 18-20% των ερωτηθέντων ενώ το 15-17% δηλώνουν κεντροαριστεροί. Είναι πολύ ενδιαφέρον, σημαντικό και ενθαρρυντικό στους σημερινούς δύσκολους καιρούς, λόγο της ήττας του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος, ότι ένας στους πέντε ψηφοφόρους δηλώνει αριστερός και μαζί με το πολύ προοδευτικό τμήμα των κεντροαριστερών να αποτελούν το 1/3 του εκλογικού σώματος. Ταυτόχρονα πρέπει να σημειωθεί ότι τη μερίδα του λέοντος αυτού του τμήματος των ψηφοφόρων, αποσπά, δημοσκοπικά τουλάχιστον ο ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα όντας κυβέρνηση με πολιτική πλήρως ενσωματωμένη με αυτή της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Ιστορικά, σε παρόμοιες συνθήκες το ΚΚΕ και η Κομμουνιστική Αριστερά στη χώρα μας, ποτέ δεν εκτίμησαν ότι φταίει η εργατική τάξη και ο λαός. Εξαίρεση έχει αποτελέσει η περιβόητη δήλωση ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ μετά τις εκλογές του 2012 «ο λαός να αλλάξει την ψήφο του»’. Ίσως είναι υπερβολή ότι κυριαρχεί μια τέτοια αντίληψη, σίγουρα όμως η πολυδιάσπαση στο χώρο της Κομμουνιστικής Αριστεράς, η άρνηση της ηγεσίας κυρίως του ΚΚΕ αλλά και της ΛΑΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να συζητήσουν και να συμφωνήσουν έστω στα πιο απλά ζητήματα (π.χ. κοινή δράση στο εργατικό και γενικότερα στο μαζικό λαϊκό κίνημα), στέλνει τους αριστερούς στα σπίτια τους και στο ΣΥΡΙΖΑ.

Ελπιδοφόρο μήνυμα είναι η συμφωνία πέντε πολιτικών οργανώσεων κινήσεων για το συντονισμό δράσης και διαλόγου Κομμουνιστικών δυνάμεων ανοιχτή για τη συμμετοχή όλων των κομμάτων και οργανώσεων κομμουνιστικής αναφοράς. Οι πέντε οργανώσεις (ΑΡΑΝ, Κίνηση Κομμουνιστικών-Εργατικός Αγώνας, Παρέμβαση, Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο Σύλλογος Γ. Κορδάτος), δημοσιοποίησαν κοινή ανακοίνωση στις 18 Γενάρη 2019 και πραγματοποίησαν ήδη συγκέντρωση την 1 Φλεβάρη (και μαζί με άλλες αντιιμπεριαλιστικές οργανώσεις στις 7 Φλεβάρη κινητοποίηση για τη Βενεζουέλα). Αυτή η προσπάθεια συντονισμού δράσης και διαλόγου κομμουνιστικών δυνάμεων σηματοδοτεί την ανάγκη τερματισμού των διασπάσεων και την έναρξη συσπείρωσης όλων των δυνάμεων της Κομμουνιστικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Για την κατάσταση που υπάρχει δεν είναι δυνατό σήμερα να γίνει επιμερισμός ευθυνών στο πώς φτάσαμε εδώ. Σίγουρα δεν είναι μονόπλευρες, αφορούν το «αν είπαμε ή δεν είπαμε», «αν κάναμε ή δεν κάναμε». Οπωσδήποτε βέβαια υπάρχει διαβάθμιση. Στη σημερινή κατάσταση θα κριθούμε όλοι για μια ακόμη φορά. Τώρα κριτήριο πρέπει να είναι ή συμβολή ή όχι στη συσπείρωση των κομμάτων, κινήσεων και ανένταχτων στελεχών της Κομμουνιστικής Αριστεράς.

 

Φλεβάρης 2019                                                                                                                                                      

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας