Εργατικός Αγώνας

Α. Τσίπρας: Προς το κέντρο ολοταχώς

Η πρόσφατη συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα στο «Βήμα της Κυριακής» έχει τη σημασία της, όχι τόσο για το περιεχόμενο της και την αναφορά του στα θέματα της καθημερινότητας (γιατί λίγο ως πολύ οι θέσεις του είναι γνωστές), αλλά από την άποψη του προσανατολισμού και των επιδιώξεών του ίδιου και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η απόφαση για τη συνέντευξη αυτή φαίνεται ότι ταιριάζει γάντι με τους στόχους που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει θέσει για άνοιγμα στον κεντροαριστερό και κεντρώο χώρο και την επιδίωξη να προελκυσθεί ευρύτερος κεντρώος κόσμος στην Προοδευτική Συμμαχία.

Η ιστορική εφημερίδα «το Βήμα», ιδιοκτησίας του Βαγγέλη Μαρινάκη, έχει ως γνωστόν ιστορικά πολλούς κεντρώους αναγνώστες. Δόθηκε λοιπόν η ευκαιρία να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κεντρώο ακροατήριο και να θέσει την πολιτική του για τη διεύρυνση του κόμματος του προς τον κέντρο και να δώσει εχέγγυα φερεγγυότητας, ενδιαφέροντος για τη μεσαία τάξη και ότι πλέον δεν έχει σχέση με ακρότητες και εξαλλοσύνες. Στις περασμένες εκλογές η πλειοψηφία των κεντρώων προτίμησε τη ΝΔ και όχι το ΣΥΡΙΖΑ. Όμως ο Α. Τσίπρας γνωρίζει καλά ότι χωρίς την προσέλκυση ευρύτερων τμημάτων από το κέντρο ο στόχος να προχωρήσει η «Προοδευτική Παράταξη» δεν μπορεί να επιτευχθεί. Ακριβώς στο χώρο του κέντρου διαγκωνίζονται και στο μέλλον αυτό θα ενταθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ.

Για να δοθεί η συνέντευξη αυτή έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να άρει το εμπάργκο που είχε επιβάλει στα μέσα μαζικής ενημέρωσης του Βαγγέλη Μαρινάκη από το 2018 και αυτό ακριβώς έκανε. Αν αυτό θα έχει μόνιμο χαρακτήρα, θα φανεί. Είναι γνωστή η σύγκρουση του ΣΥΡΙΖΑ με το συγκεκριμένο επιχειρηματία και οι βαριές κατηγορίες που αντάλλαξαν πολλές φορές και σε διάφορες φάσεις κατά το παρελθόν. Το σπάσιμο του εμπάργκο αυτού ήρθε μετά από ένα άλλο, αυτό στον ΣΚΑΪ του μεγαλοεπιχειρηματία  Αλαφούζου.

Ο Α. Τσίπρας αντιλαμβάνεται ότι οι αντιπαραθέσεις και ο πόλεμος με τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα -και ιδιαίτερα όσα διαθέτουν πανελλαδικής εμβέλειας μέσα μαζικής ενημέρωσης- δεν τον συμφέρει. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει στηρίγματα στον επιχειρηματικό κόσμο ώστε να διευκολυνθεί η ενδυνάμωση του και να διεκδικήσει την κυβέρνηση. Αντιστοίχως επιδιώκει και σταθερή βελτίωση των σχέσεων του με αλλοδαπά κέντρα, με τους ευρωπαίους και ιδιαίτερα με τους αμερικανούς σε σημείο τέτοιο που οι σχέσεις μαζί τους δεν είχαν φτάσει ποτέ.

Από την πλευρά τους οι επιχειρηματίες δεν θέλουν να βρίσκονται σε σύγκρουση με τον ένα πόλο του δικομματικού πολιτικού συστήματος, επιδιώκουν επαφές και στήριξη σε κάθε πολιτικό χώρο.

Εξάλλου δεν υπάρχει κανένα πολιτικό εμπόδιο γι’ αυτό. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εναρμονίσει απολύτως την πολιτική του με τα συμφέροντα του κεφαλαίου και με τα οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό επιβεβαιώθηκε απολύτως από τις απαντήσεις που έδωσε ο Α. Τσίπρας στη συγκεκριμένη συνέντευξη.

Φάνηκε ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ταυτίζονται στις θέσεις τους σχετικά με τα ελληνοτουρκικά και τη διαμορφωμένη κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, έχουν τις ίδιες αγωνίες. Στη συνέντευξη έκανε τον απολογισμό των δραστηριοτήτων της κυβέρνησης του στον τομέα αυτό: από τη δημιουργία των αξόνων με Ισραήλ, Αίγυπτο και τις ΗΠΑ, ως τον αγωγό ΕastMed, τον οποίο προπαγανδίζει ότι είναι δικό του έργο. Μίλησε για νέους δυσβάσταχτους εξοπλισμούς, την ψήφιση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ του αμυντικού προϋπολογισμού και της αναβάθμισης των F-16 και των Μιράζ. Τάχθηκε ολόθερμα υπέρ της διαμόρφωσης εθνικής πολιτικής και εθνικού μετώπου για τα ελληνοτουρκικά και την Ανατολική Μεσόγειο. Το μόνο θέμα που βρήκε να πει εναντίον του Κ. Μητσοτάκη είναι ότι είναι ασυνεπής και ανεύθυνος γιατί ο ίδιος εφάρμοζε εθνική πολιτική, αλλά ο αρχηγός της ΝΔ τότε δημαγωγούσε καταψηφίζοντας ή συμμετέχοντας σε συλλαλητήρια. Με δυο λόγια ο ίδιος είναι πιο συνεπής από τον Κ. Μητσοτάκη, περισσότερο αξιόπιστος και ικανός για την εφαρμογή της πολιτικής αυτής. Εκεί εντοπίζονται οι διαφορές τους, ποιος από τους δύο υπηρετεί πιο πιστά και με περισσότερες ικανότητες τα συμφέροντα των επιχειρηματιών και των ιμπεριαλιστών.

Ο Α. Τσίπρας δεν είχε κάτι να πει για την πολιτική της λιτότητας κατά την περίοδο της διακυβέρνησης του παρά μόνο ότι δεν ήταν δική του επιλογή, αλλά αναγκάστηκε να το κάνει για να σώσει τη χώρα από τη χρεοκοπία. Το θέμα όμως δεν είναι τι ήθελε, αντίθετα σημασία έχει μόνο ποια πολιτική εφάρμοσε και ότι δεν αντιστάθηκε, αλλά έδειξε ιδιαίτερη προθυμία να εφαρμόσει τις απαιτήσεις των επιχειρηματιών και της ΕΕ.

Ενδιαφέρον έχει η απάντησή του σχετικά με το τι είδους κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Η απάντηση είναι αποκαλυπτική. Ισχυρίστηκε ότι το ιδεολογικό και πολιτικό DNA του ΣΥΡΙΖΑ είναι αριστερό. Στη συνέχεια είπε ότι είναι κόμμα νέου τύπου, ότι είναι κόμμα της Νέας Αριστεράς που άντεξε στο χρόνο, ότι βρίσκεται σε συμπόρευση με τη σοσιαλδημοκρατία και σε σχέση ώσμωσης μαζί της για τη δημιουργία της Νέας Αριστεράς.

Όσο για την «Προοδευτική παράταξη» δήλωσε ότι ο ίδιος «επιδιώκει να αποκτήσει η παράταξη αυτή συνείδηση του εαυτού και της δύναμης της για αυτό κι ανοίγει τις πόρτες του ΣΥΡΙΖΑ σε κάθε πολίτη ασχέτως με την πολιτική καταγωγή του που κατανοεί τη σημασία ενός μεγάλου πολύχρωμου σύγχρονου αριστερού κόμματος στην εποχή των δεξιών τεράτων».

Όλους όσους δηλαδή θα συμφωνήσουν με μία πολιτική που προωθεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, που σπέρνει αμερικανικές και νατοϊκές βάσεις σε ολόκληρη τη χώρα και εγκαθιστά μία νέα αμερικανοκρατία χωρίς προηγούμενο.

Όλα είναι σαφέστατα και ο αριστερός κόσμος που ακολουθεί το ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προβληματιστεί, ίσως προβληματιστούν και κάποιοι από την ηγεσία του που παρουσιάζονται ακόμη ως αριστεροί.

 

                                                                                                       Τ.Κ.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας