Εργατικός Αγώνας

Τακτική: Το περιεχόμενο, οι μορφές και τα μέσα για να φτάσουν οι κομμουνιστές στο σκοπό τους

Γράφει ο Δ. Δημητριάδης

Η τακτική των κομμουνιστικών κομμάτων, δηλαδή το περιεχόμενο που παίρνει σε κάθε φάση ο αγώνας των κομμουνιστών, οι μορφές και τα μέσα που χρησιμοποιούν για να φτάσουν στην επανάσταση και στη σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι κορυφαίο ζήτημα για το κομμουνιστικό κίνημα από την εποχή του Κομμουνιστικού Μανιφέστου ακόμη. Δίχασε και διχάζει τα κομμουνιστικά κόμματα.

Λύθηκε με διαφορετικούς τρόπους σε διαφορετικές περιόδους της ιστορικής πορείας τους. Σε άλλες περιπτώσεις με τρόπο σεχταριστικό, αγνοώντας την αντικειμενική πραγματικότητα και προτάσσοντας τον τελικό στόχο, την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Άλλοτε επικέντρωναν στα άμεσα προβλήματα, όταν η άμεση πραγματικότητα και τα καθήκοντα που αυτή έθετε κυριαρχούσαν τους σχεδιασμούς και τη δράση τους με αποτέλεσμα την απόσπαση των καθημερινών αγώνων από την επίτευξη του τελικού σκοπού, με αποτέλεσμα να αποσυνδέεται και να χάνεται ο στρατηγικός στόχος. Φυσικά, υπήρξαν πολλές περιπτώσεις που αυτά συνδέθηκαν αρμονικά και έδωσαν αποτελέσματα, με κορυφαία περίπτωση την πολιτική των μπολσεβίκων από το Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη του 1917.

Το ΚΚΕ πέρασε όλες αυτές τις εκδοχές. Είχε σε αρκετές περιόδους σοβαρά προβλήματα και έχει συγκεντρωμένη πλούσια πείρα θετική και αρνητική, άσχετα με ποιο τρόπο αυτή αξιοποιείται από την ηγεσία του σήμερα.

Με βάση το μαρξισμό λενινισμό και την πείρα του κομμουνιστικού κινήματος, όταν αναφερόμαστε στη στρατηγική εννοούμε τον καθορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης και της κοινωνίας που θα οικοδομηθεί, τις κοινωνικές δυνάμεις που θα την πραγματοποιήσουν και το γενικό σχέδιο για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός. Τακτική είναι η δράση των κομμουνιστικών κομμάτων και του εργατικού κινήματος και το συγκεκριμένο κάθε φορά περιεχόμενο της σε πολύ πιο περιορισμένες χρονικές περιόδους. Στην τακτική περιλαμβάνονται και οι μορφές οργάνωσης, τα μέσα, τα συνθήματα που αντιστοιχούν σε κάθε φάση του αγώνα. Η τακτική δηλαδή δεν είναι ο αγώνας της εργατικής τάξης στο σύνολο του, αλλά «κάθε μάχη» που δίνει ξεχωριστά, παίρνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες, τις δυνατότητες του εργατικού κινήματος (αν αυτό βρίσκεται σε φάση ανόδου ή υποχώρησης), ποιο είναι το ζήτημα-κρίκος γύρω από το οποίο θα δεθεί συνολικά η τακτική.

Κατά συνέπεια, η τακτική είναι μέρος της στρατηγικής. Αναφέρεται σε συγκεκριμένη φάση της πάλης, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συγκυρία και τις επικρατούσες συνθήκες και τις προτεραιότητες που αυτή διαμορφώνει, αλλά ως τμήμα της στρατηγικής υποτάσσεται σ’ αυτή. Στα πλαίσια του αγώνα για την επαναστατική ανατροπή, σε ορισμένη ιστορική περίοδο, η στρατηγική δεν αλλάζει. Αντίθετα, η τακτική είναι πιθανό να διαφοροποιηθεί αρκετές φορές. Πάντα, όμως, πρέπει να υπηρετεί την υλοποίηση των στρατηγικών στόχων. Είναι η έκφραση της στρατηγικής στις συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες. Αυτά ισχύουν με βάση το μαρξισμό και την πείρα του κομμουνιστικού κινήματος.

Η αντίληψη της ηγεσίας του ΚΚΕ είναι ριζικά διαφορετική. «Η τακτική και η στρατηγική είναι νύχι κρέας“, είναι μια παλαιότερη έκφραση που χρησιμοποιούσαν ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ και εκφράζει με σαφήνεια τις απόψεις τους. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η τακτική είναι απλά παρακολούθημα της στρατηγικής, είναι περίπου εξάρτημα της. Κατά την αντίληψη αυτή, σε κάθε στρατηγική αντιστοιχεί μια και μόνο συγκεκριμένη τακτική, η οποία δεν αλλάζει ποτέ, ό,τι κι αν συμβεί, όσες αλλαγές και αν υπάρξουν στις αντικειμενικές συνθήκες, στην αντικειμενική πραγματικότητα εν γένει, στις διαθέσεις των εργαζομένων και γενικότερα στο εργατικό και το λαϊκό κίνημα. Με την ίδια κατά βάση, στην κατεύθυνση και το περιεχόμενο της, τακτική το εργατικό κίνημα θα αγωνιστεί εναντίον της δικτατορίας του Μεταξά και ύστερα εναντίον των κατακτητών. Με την ίδια τακτική θα δράσει τη δεκαετία του 2000 (που ο καπιταλισμός ήταν σε ανάπτυξη), καθώς και το επόμενο διάστημα στη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης. Γιατί; Διότι όλες αυτές οι διαφορετικές συνθήκες δεν είναι, κατά την αντίληψη της ηγεσίας πάντα, παρά καπιταλισμός. Τον καπιταλισμό πρέπει να ανατρέψουμε και τότε θα λυθούν όλα τα άλλα, η κρίση, ο φασιστικός κίνδυνος, ο πόλεμος…

Αφορμή για το άρθρο αυτό έδωσε ένα πρόσφατο κείμενο του Μάκη Μαίλη (ΜΜ) στον Ριζοσπάστη της Κυριακής 6 Οκτωβρίου για τη δεκαετία 1940-1949. Όπως συνηθίζει ο αρθρογράφος, τα ανακάτεψε όλα, από τις αρχές του περασμένου αιώνα μέχρι σήμερα. Τοποθετήθηκε για όλα αυτά τα ζητήματα ανοιχτά με τρόπο ξεκάθαρο, χωρίς να στρογγυλεύει τις απόψεις του (σε αντίθεση με την τακτική άλλων στελεχών που φροντίζουν να μην εκτίθενται) με αποτέλεσμα οι αναγνώστες ή οι ακροατές τους να ενημερώνονται στρογγυλεμένα για τις θέσεις της κομματικής ηγεσίας σήμερα.

Τα κυριότερα σημεία της τοποθέτησής του με λίγα λόγια είναι:

«Αποδείχθηκε ότι η αναγκαιότητα και η επικαιρότητα του σοσιαλισμού έχουν αντικειμενική βάση και δεν αναστέλλονται ανάλογα με τις συγκυρίες ανάλογα με τη μορφή που παίρνει η αστική διακυβέρνηση…. Εδώ και πολλές δεκαετίες, άλλοτε με δική μας ευθύνη και άλλες φορές γιατί ο αντίπαλός θέτει τα διλήμματα που τον συμφέρουν το ζήτημα του σοσιαλισμού χαρακτηρίζονταν ανεπίκαιρο, σεχταριστικό, αριστερίστικο, τροτσκιστικό».

Παραθέτει πλήθος περιπτώσεων και γράφει: «Τη δεκαετία του 40 ήταν ο φασισμός και ο πόλεμος που δήθεν απομάκρυναν την πάλη για το σοσιαλισμό.

Αργότερα ήταν το λεγόμενο μετεμφυλιακό κράτος.

Στη συνέχεια ήταν η χούντα των συνταγματαρχών που επέβαλε την αντιδικτατορική ενότητα.

Μετά τη χούντα ήταν η επάρατος δεξιά που έπρεπε να φύγει από την κυβέρνηση.

Και αφού έφυγε ήταν η αλλαγή του ΠΑΣΟΚ που έπρεπε να περιφρουρηθεί

Και στη συνέχεια, μαζί με την τελευταία βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση, ήρθαν τα μνημόνια, που με τη σειρά τους (όπως μας λένε διάφοροι) αναστέλλουν την πάλη για το σοσιαλισμό. Ταυτόχρονα προστέθηκε η εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής οπότε τέθηκε το ζήτημα του αντιφασιστικού μετώπου για την αντιμετώπιση της. Και αύριο κάποιο άλλο δίλημμα θα τεθεί που θα καθιστά το σοσιαλισμό ανεπίκαιρο.

Να τα πάρουμε με τη σειρά. Το ζήτημα του σοσιαλισμού το ΚΚΕ το έθεσε από την πρώτη μέρα της ύπαρξης του και αγωνίστηκε για τον σοσιαλισμό με όλες του τις δυνάμεις και με πολύ μεγάλες συνέπειες και θύματα. Σε καμία περίπτωση δεν χαρακτήρισε το σοσιαλισμό αριστερίστικο στόχο ή τροτσκιστικό κ.λπ. Αντίθετα, χαρακτήρισε αριστερισμό και σεχταρισμό πρακτικές και τακτικές που απομακρύνουν το ΚΚΕ και το εργατικό κίνημα από την εργατική τάξη και το λαό και το οδηγούν στην περιχαράκωση και την απομόνωση και -εξ αντικειμένου- το απομακρύνουν από το σοσιαλισμό. Φυσικά, σ’ αυτή την πορεία υπάρχουν λάθη και σε ορισμένες περιπτώσεις σοβαρά, ποτέ όμως το ΚΚΕ δεν ανέστειλε τον αγώνα για το σοσιαλισμό λόγω των δυσχερών συγκυριών και των διλημμάτων που έθετε η αστική τάξη.

Ο μαρξισμός λενινισμός έχει κάνει διάκριση ανάμεσα σε δύο διαφορετικά πράγματα, σε δύο διαφορετικές έννοιες: την αντικειμενική δυνατότητα του σοσιαλισμού -την ύπαρξη δηλαδή των αντικειμενικών προϋποθέσεων του- και την ύπαρξη των προϋποθέσεων, αντικειμενικών και κυρίως υποκειμενικών της σοσιαλιστικής επανάστασης. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα και φαίνεται ότι ο αρθρογράφος δεν αντιλαμβάνεται τη διάκριση αυτή ή απορρίπτει το μαρξισμό. Ιστορικά η εποχή του ιμπεριαλισμού είναι η εποχή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, άρα υπήρχαν και υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, δηλαδή οι υλικές προϋποθέσεις του. Υπάρχουν όμως οι υποκειμενικές προϋποθέσεις παντού και πάντα; Ιδιαίτερα σήμερα οι καπιταλιστικές κοινωνίες είναι υπερώριμες για το σοσιαλισμό, ο καπιταλισμός σαπίζει, έχει πιαστεί στην τεράστια μέγγενη των αντιφάσεων του. Παρόλα αυτά, οι υποκειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης δεν έχουν ωριμάσει, η εργατική τάξη, οι φτωχοί αγρότες, οι μικροαστοί της πόλης κ.λπ. δεν έχουν κερδηθεί με την επανάσταση και το σοσιαλισμό. Αυτό είναι το ιστορικό καθήκον των κομμουνιστών και είναι πάρα πολύ δύσκολο και δεν υλοποιείται με τη συνεχή επίκληση της επανάστασης και τις αναφορές σ’ αυτή.

Να δούμε όμως συγκεκριμένα τρεις από αυτές τις περιπτώσεις που, κατά τον αρθρογράφο, το ΚΚΕ απομακρύνθηκε από την πάλη για το σοσιαλισμό. Η πρώτη περίπτωση αφορά στην προηγούμενη περίοδο, τότε που το ΚΚΕ είχε αποσυνδέσει την καθημερινή δράση του από το σοσιαλισμό και φυσικά είχε πολύ αρνητικά αποτελέσματα και δύο περιπτώσεις των τελευταίων ετών, τώρα που το ΚΚΕ αποκατέστησε την επαναστατική στρατηγική και απέφυγε τους σκοπέλους, κρατώντας σωστά το τιμόνι της επαναστατικής πορείας. Πιο συγκεκριμένα να εξετάσουμε την κατεύθυνση της πάλης που χάραξε την περίοδο της επτάχρονης δικτατορίας, διότι με την περίοδο της κατοχής και την τακτική του κόμματος, με τα θετικά και τα αρνητικά της, έχουμε ασχοληθεί κατ’ επανάληψη.

Το ΚΚΕ ποτέ δεν προσχώρησε σε μια γραμμή αντιδικτατορικής ενότητας με τις πραγματικές ή τις υποτιθέμενες αντιδικτατορικές δυνάμεις με μοναδικό στόχο την πτώση της δικτατορίας και την κατοχύρωση απλά μιας αστικής κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης. Εδώ ο ΜΜ ηθελημένα συγχέει το ΚΚΕ με το ΚΚΕεσ, συγχέει την τακτική του αγώνα εναντίον της χούντας, του ιμπεριαλισμού και των μονοπωλίων με την ΕΑΔΕ του ΚΚΕ εσωτερικού.           Το ΚΚΕ, ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι η λύση για τη χώρα είναι ο σοσιαλισμός και η υποταγή όλης της δράσης του σ’ αυτό το στόχο, θέτει το θέμα της ωρίμανσης των υποκειμενικών προϋποθέσεων της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το πρόβλημα που τότε συγκινούσε και συσπείρωνε ευρύτατα τον ελληνικό λαό ήταν η πτώση της δικτατορίας, η δημοκρατία στην Ελλάδα και μαζί η αντιμετώπιση των παραγόντων που επέβαλαν τη δικτατορία στη χώρα. Αυτό το στοιχείο επέβαλαν οι συγκεκριμένες συνθήκες ως προτεραιότητα, αυτό συσπείρωνε την εργατική τάξη και το λαό και μόνο αυτός ο δρόμος πραγματικά υπήρχε για μια αποτελεσματική επαναστατική τακτική. Το 9ο συνέδριο του ΚΚΕ γράφει: Η πάλη που γίνεται ενάντια σ’ αυτό ( εννοεί το δικτατορικό καθεστώς) γίνεται στο όνομα της δημοκρατίας. Η δημοκρατία όμως είναι μια έννοια πλατιά και δεν μπορεί να υπάρχει γενικά και αφηρημένα. Έχει κάθε φορά το συγκεκριμένο ταξικό περιεχόμενο της. Χρειάζεται επομένως να οριστεί και εδώ το βασικό περιεχόμενο της… Να εκφράζει πριν από όλα την άρνηση και την εναντίωση σε ό,τι συνδέεται με τη γέννηση, επιβολή και στήριξη του νεοφασιστικού καθεστώτος. Αυτό σημαίνει ότι η πάλη πρέπει να γίνεται στο όνομα μιας δημοκρατίας που θα εξασφαλίζει τις ελευθερίες του λαού, θα καταργήσει το παρακράτος, θα φράξει το δρόμο στην επαναφορά φασιστικών καθεστώτων, μιας δημοκρατίας απαλλαγμένη από την κηδεμονία των Αμερικανών και άλλων ιμπεριαλιστών, μιας δημοκρατίας που δίνει στο λαό τη δυνατότητα να μετέχει ουσιαστικά στη λήψη των αποφάσεων πάνω στα καίρια εθνικά ζητήματα, μιας δημοκρατίας που θα ανοίγει τη λεωφόρο της ανάπτυξης και της προόδου». Στη συνέχεια αναφέρεται πιο συγκεκριμένα και γράφει: «Για να ανοίξει ο δρόμος για μια Ελλάδα ανεξάρτητη, δημοκρατική, σοσιαλιστική, επιβάλλεται, πρώτα απ’ όλα, να ανατραπεί το αμερικανόδουλο στρατιωτικοφασιστικό καθεστώς της χούντας και να εγκαθιδρυθεί το καθεστώς της Νέας Δημοκρατίας. Η εξουσία της ΝΔ θα είναι μια επαναστατική δημοκρατική εξουσία των παραπάνω κοινωνικών δυνάμεων με την ηγεσία της εργατικής τάξης».

Το ΚΚΕ, λοιπόν, δεν έθετε ως προτεραιότητα οποιοδήποτε αντιδικτατορικό μέτωπο με στόχο την πτώση της δικτατορίας, αλλά τον αγώνα για την ανατροπή της δικτατορίας τον συνέδεε με την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, στο πλαίσιο της τοτινής στρατηγικής του. Αναρωτιέται κανείς τι εξυπηρετεί ο ΜΜ και οι απόψεις που αναπτύσσει σήμερα, οι οποίες κυριολεκτικά δυσφημούν και καταρρακώνουν μια ηρωική και γόνιμη σελίδα της ιστορίας του κόμματος; Μόνο το ΚΚΕ δεν εξυπηρετούν. Και, εν πάση περιπτώσει, ποια τακτική ο ίδιος και οι ομοϊδεάτες του προκρίνουν για τότε; Να μας την πουν.

Η μεγάλη οικονομική κρίση που πλήττει τη χώρα και γενικότερα και η πολιτική αντιμετώπισης της που χάραξε το μονοπωλιακό κεφάλαιο και οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί, τα μέτρα που πήρε τα οποία βύθισαν στη φτώχεια και την απόγνωση την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και παράλληλα οι 450 εφαρμοστικοί νόμοι και αποφάσεις που ελήφθησαν και δημιουργούν ένα πολύ χειρότερο πλαίσιο δράσης της εργατικής τάξης και του λαϊκού κινήματος, θεωρούμε ότι είναι συνθήκες πολύ δυσμενέστερες από ό,τι ίσχυε μέχρι τα μνημόνια και την επιτήρηση. Ο ΜΜ προφανώς βλέπει το θέμα διαφορετικά. Θεωρεί ότι η πολιτική που εφαρμόζεται δεν είναι τίποτε διαφορετικό από τη γενική γραμμή του καπιταλισμού για την αφαίρεση κατακτήσεων των εργαζομένων και κατά συνέπεια δεν απαιτείται μια ορισμένη αναπροσαρμογή της τακτικής του εργατικού κινήματος και του ΚΚΕ. Φυσικά, είναι πολύ μεγάλο λάθος να προχωρήσει το εργατικό κίνημα σε μια τακτική αντιμνημονιακού μετώπου συλλήβδην με όποιον δηλώνει αντιμνημονιακός, κάνοντας εκπτώσεις από τους στόχους και τις διεκδικήσεις του. Άλλο τόσο -ίσως και μεγαλύτερο- λάθος είναι να δεχθεί κανείς ότι δεν συμβαίνει κάτι ιδιαίτερο και το εργατικό κίνημα και το Κομμουνιστικό κόμμα συνεχίζουν το δρόμο τους χωρίς να λάβουν υπόψη την πραγματικότητα που διαμορφώνεται. Η λύση είναι η ανατροπή των μνημονίων, η αμφισβήτηση και η ακύρωση των νόμων που ψηφίστηκαν και του περιβάλλοντος που διαμορφώνουν, η ικανοποίηση των εργατικών διεκδικήσεων και η αμφισβήτηση της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και της ΕΕ. Στις συνθήκες αυτές το ΚΚΕ συνέχισε, χωρίς καμιά ουσιαστική αναπροσαρμογή, την τακτική που εφάρμοζε και πριν και σήμερα αντιμετωπίζει τις συνέπειες. Ουσιαστικά αποσύνδεσε την καθημερινή δράση από το σοσιαλισμό και αυτό η ζωή το τιμωρεί.

Στο διάστημα της εμφάνισης της κρίσης ισχυροποιείται η Χρυσή Αυγή και οι φασιστικές ιδέες στη χώρα. «Κάποιοι προκρίνουν, γράφει, το αντιφασιστικό μέτωπο», που το ερμηνεύει ως συσπείρωση όλων των τάξεων της κοινωνίας και όλων των πολιτικών δυνάμεων που δηλώνουν εναντίον της Χρυσής Αυγής, είναι δηλαδή οι δυνάμεις του λεγόμενου συνταγματικού τόξου. Φυσικά τέτοιες προτάσεις υπάρχουν και ακούστηκαν, αυτές όμως δεν μας αφορούν, όπως, δεν αφορούν και άλλες δυνάμεις της αριστεράς. Το πρώτο ζήτημα που πρέπει να απαντήσει ο αρθρογράφος είναι αν ο φασιστικός κίνδυνος συνιστά κάτι διαφορετικό, κάτι πολύ πιο επώδυνο από την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, ή ως γέννημα του καπιταλισμού είναι περίπου το ίδιο, αν δεν έχει ιδιαίτερη σημασία να υπάρξει πιο ειδική αντιμετώπιση. Αν πρόκειται για εξέλιξη πολύ πιο επώδυνη για την εργατική τάξη και το εργατικό κίνημα και οι δυνατότητες κινητοποίησης ευρύτερων εργατικών και λαϊκών δυνάμεων για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου είναι επίσης πολύ μεγαλύτερες, τότε δεν θα πρέπει το ΚΚΕ και γενικότερα η Αριστερά να το αξιοποιήσει; Δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί είναι λάθος η πάλη για την απόκρουση του φασισμού (στενά δεμένη με τον αγώνα για το ξεπέρασμα της κρίσης υπέρ των εργαζομένων και με τη διατύπωση αντιιμπεριαλιστικών και αντιμονοπωλιακών αιτημάτων που αμφισβητούν την καπιταλιστική ανάπτυξη της χώρας) και η ανατροπή της πολιτικής των μνημονίων και του κεφαλαίου.

Είναι σε όλους γνωστή, όμως και η γραμμή που προέκρινε, για το ζήτημα αυτό, ο ΜΜ και η ηγεσία του ΚΚΕ. Για ένα μεγάλο διάστημα δεν παραδεχόταν, δεν αναγνώριζε το φασιστικό κίνδυνο, δεν υπήρξε καμία δράση εναντίον του, ακύρωνε με την τακτική της τις προσπάθειες για εργατική και λαϊκή συσπείρωση και ενότητα εναντίον του, προβάλλοντας τον κίνδυνο να τσουβαλιαστεί το ΚΚΕ σε αντιφασιστικά μέτωπα με αστικές δυνάμεις και όλα αυτά ώσπου ήρθε η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Αλλά και μετά απ’ αυτό το γεγονός ουσιαστικά δεν πήρε καμία πρωτοβουλία για ανάπτυξη της δράσης εναντίον της Χρυσής Αυγής. Καθένας μπορεί να αντιληφθεί αν αυτή είναι κομμουνιστική στάση ή είναι στάση συμβιβασμού και παράδοσης. Όταν σε εργατικές συνοικίες της Αθήνας και στην ίδια την Αθήνα η Χρυσή Αυγή έφθασε ποσοστό 15% και 20% σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν εγκατέστησε το κέντρο καθοδήγησης και δράσης της στην Κοκκινιά με τις γνωστές αντιστασιακές και επαναστατικές παραδόσεις, το ΚΚΕ απείχε. Το ερώτημα όμως είναι: έτσι συνδέεται η πάλη εναντίον του φασισμού με την επανάσταση και το σοσιαλισμό; Δεν έχουμε μπροστά μας μια ολοκληρωτική απόσπαση της τακτικής από την ζωντανή πραγματικότητα και φυσικά από την προώθηση της υπόθεσης του σοσιαλισμού;

Η μεγάλη οικονομική κρίση και η επίθεση του κεφαλαίου μπορούσε να αποδειχθεί η ευκαιρία των κομμουνιστών και του εργατικού κινήματος της χώρας. Η εργατική τάξη με όλες τις αδυναμίες της, έδειξε τις διαθέσεις της με το μεγαλειώδες κίνημα της δεκαετίας 2010-2012. Ως συνέπεια όμως παρόμοιων αντιλήψεων και πρακτικών, αυτό υποχώρησε. Η αστική τάξη αδυνατούσε και αδυνατεί να δώσει οριστική απάντηση στο πολιτικό πρόβλημα της χώρας και φυσικά στις λαϊκές ανάγκες και διεκδικήσεις. Όμως, καθώς το λαϊκό κίνημα δεν βρήκε διέξοδο σε ριζοσπαστική και ανατρεπτική κατεύθυνση, πήραν το πάνω χέρι ο ρεφορμισμός και ο συμβιβασμός με την αστική τάξη. Κατά τ’ άλλα, «επαναστατικά» συνδέθηκε η τακτική με το σοσιαλισμό.

Περιοριζόμαστε στο σχολιασμό των πλευρών αυτών και δεν προχωρούμε σε όλες τις πλευρές που θέτει το άρθρο. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για κάθε περίπτωση, η ίδια λογική διέπει το σύνολο των αντιλήψεων του αρθρογράφου.

Περνάμε τώρα σ’ ένα άλλο θέμα. Ο αρθρογράφος απορρίπτει την κατηγορία ότι το ΚΚΕ δεν παίρνει υπόψη του την αντικειμενική πραγματικότητα κατά τη χάραξη της δράσης του. «Ενδεχομένως, γράφει, θα τεθεί το ερώτημα: Δηλαδή δεν πρέπει το κόμμα να παίρνει υπόψη του τις συνθήκες μέσα στις οποίες δρα… Μακριά από εμάς ακόμη και η σύσκεψη ότι είναι ή ό,τι ήταν δυνατόν να μην παίρνει το ΚΚΕ υπόψη του τέτοια ή παρόμοια γεγονότα, ότι μπορούσε να αδιαφορεί για αυτά ή για το μεροκάματο, τη σύνταξη, την ασφάλιση και μόρφωση, το ψωμί του λαού… Το ΚΚΕ 96 χρόνια έχει στις περγαμηνές του χιλιάδες μικρότερους μεγαλύτερους αγώνες…» και αναφέρει στη συνέχεια τους δολοφονημένους εργάτες στο Πασαλιμάνι το 1923, του Μάη του 1936 κ.λπ. κ.λπ.

Με λίγα λόγια, αυτό το σημείο του άρθρου δίνει ανάγλυφα την αντίληψη της ηγεσίας του κόμματος, το πραγματικό πρόβλημα που υπάρχει σχετικά με το ποια θέματα λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαμόρφωση της τακτικής του κόμματος. Η αντικειμενική πραγματικότητα στη διαμόρφωσή της τακτικής βαρύνει μόνο ως προς την διεκδίκηση άμεσων οικονομικών αιτημάτων του λαού, το μεροκάματο, η σύνταξη, η ασφάλιση του, η εκπαίδευση του κ.λπ. Αυτά θεωρεί ότι επαρκούν για τη χάραξη της τακτικής του. Δεν απασχολούν την τακτική του ΚΚΕ όλα τα άλλα στοιχεία της συγκυρίας:

-η παρέμβαση της ΕΕ

– το πρόβλημα του τεράστιου χρέους

– το δυνάμωμα της μονοπωλιακής κυριαρχίας στην οικονομία και την κοινωνία

– ο τεράστιος αυταρχισμός και το αντιδημοκρατικό νομικό οπλοστάσιο που αναπτύχθηκε κ.λπ.

– η διατύπωση αιτημάτων για όλα αυτά που θα μπουν στο εργατικό κίνημα και θα διεκδικήσει τη λύση τους – ο σχεδιασμός της δράσης σε βασικούς τομείς που θα οξύνει τις δυσκολίες και την κρίση του συστήματος.

Όλα αυτά μένουν για να λυθούν στην λαϊκή εξουσία. Σύμφωνα με την ηγεσία του ΚΚΕ, μέχρι την κατάληψη της εξουσίας, οι αγώνες δεν είναι δυνατόν να δώσουν αποτελέσματα, δεν μπορεί να υπάρχουν κατακτήσεις και αν υπάρξουν θα είναι μόνο κάποιες οικονομικές κατακτήσεις ανάξιες λόγου. Ως εκ τούτου τίθενται μόνο οικονομικά αιτήματα και παράλληλα στη θέση των πολιτικών αιτημάτων περιγράφεται ο σοσιαλισμός, όταν αυτός θα έρθει.

Αντί η τακτική αντί να είναι η απάντηση του εργατικού κινήματος συνολικά σε όλα τα προβλήματα στις σημερινές συνθήκες, -αντί η τακτική να είναι η ίδια η σοσιαλιστική προοπτική σήμερα- περιορίζεται σε ορισμένα αιτήματα επιβίωσης. Έτσι ο σοσιαλισμός και η ανάγκη του φαίνεται ξεκομμένος, κάτι ξένο στις σημερινές ανάγκες των εργαζομένων, ενώ μπορούσε το βασικό περιεχόμενο του να φωτιστεί με επάρκεια μέσα από την κρίση του καπιταλισμού και τα αδιέξοδα που αναδεικνύει, να φανούν τα όρια και οι τεράστιες αντιφάσεις του και η ανάγκη της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Εδώ βρίσκεται το πιο βασικό πρόβλημα που έχει η τακτική του ΚΚΕ. Παράθεση οικονομικών αιτημάτων και περιγραφή της δικτατορίας του προλεταριάτου την ώρα που με τη διατύπωση και τη διεκδίκηση μεγάλων πολιτικών αιτημάτων μπορούσε να έρθει ο σοσιαλισμός χειροπιαστός μπροστά στους εργαζόμενους. Η εθνικοποίηση των τραπεζών και άλλων μονοπωλίων και η λειτουργία τους με εργατικό και λαϊκό έλεγχο είναι απάντηση στο ερώτημα πώς θα αντιμετωπισθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων στην χώρα, τη στιγμή που ωριμάζει η ανάγκη αυτή στη συνείδηση ευρύτερων εργατικών στρωμάτων. Το αίτημα της διαγραφής του χρέους εκτός του ότι είναι ανάγκη για να σταθεί η οικονομία στα πόδια της και να βελτιωθεί η ζωή του λαού, μπορεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα πώς θα λειτουργούσε η εργατική εξουσία απέναντι σε ένα τέτοιο πρόβλημα προς όφελος των εργαζομένων. Το αίτημα για αποχώρηση από την ευρωζώνη και την ΕΕ και το πώς η ιμπεριαλιστική πολιτική τους ευθύνεται σε τεράστιο βαθμό για την κατάσταση της χώρας μπορούσε να φωτίσει τη δυνατότητα μιας ένωσης ευρωπαϊκών χωρών στη βάση του σοσιαλισμού, επ’ ωφελεία των λαών κ.λπ.

Όσο για τα παραδείγματα ηρωικής δράσης και θυσιών των εργατών και των κομμουνιστών για τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, που αναφέρει ο αρθρογράφος, είναι πάμπολλα. Είναι η τεράστια παρακαταθήκη του κόμματός μας. Χωρίς και σήμερα να λείπει η διάθεση και η ετοιμότητα για αγώνες και θυσίες στους κομμουνιστές, θέλουμε να πούμε ότι όλα όσα αναφέρει ο αρθρογράφος αντιστοιχούν σε παλιότερες εποχές τότε που και η πολιτική του ΚΚΕ ήταν σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση.

Από όλα όσα ο αρθρογράφος αναφέρει μπορούν αβίαστα να συναχτούν τα εξής. Από το 1940 μέχρι και πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια, η πολιτική που εφάρμοσε το ΚΚΕ αποσύνδεε τον καθημερινό αγώνα από την πάλη για το σοσιαλισμό. Και τη δεκαετία του 40 συνέβαινε αυτό, και ύστερα στην μετεμφυλιακή περίοδο και στις συνθήκες της δικτατορίας και σε ολόκληρη τη μεταπολίτευση συνέβαινε ακριβώς αυτό. Ήταν δηλαδή η πολιτική του ΚΚΕ σε λάθος κατεύθυνση. Για περισσότερο δηλαδή από 60 χρόνια, ώσπου ήρθε η σημερινή ηγεσία για να «διορθώσει» τα πράγματα, το ΚΚΕ πορεύονταν με λάθος τακτική και στρατηγική. Κατά συνέπεια αυτού του γεγονότος, δεν είχε αποτελέσματα στη δράση του, δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες και να διεκδικήσει την εργατική εξουσία. Στο γνωστό πρόσφατο εσωκομματικό φετφά της Γραμματείας της Κεντρικής Επιτροπής διαβάσαμε ότι η σημερινή ηγεσία του σέβεται και τιμά την ιστορία του εργατικού κινήματος και του ΚΚΕ, καθώς και τον μαρξισμό λενινισμό και απλώς μελετά την διαδρομή αυτή για να διαπιστώσει λαθεμένες πλευρές και να βγάλει τα ανάλογα συμπεράσματα. Σ’ αυτό το κείμενο φαίνεται πολύ καθαρά ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα μεγάλο ψέμα. Δεν τιμάται το κίνημα και το Κομμουνιστικό κόμμα, η ιστορία του και η θεωρία του μαρξισμού λενινισμού όταν την ισοπεδώνουν και τη βγάζουν συλλήβδην λάθος. Αυτό είναι πλήρης απάρνηση και πλήρης απόρριψη του Κομμουνιστικού κινήματος και του ΚΚΕ.

Δεν έχουμε την άποψη ότι σε αυτή την ιστορική διαδρομή δεν έγιναν λάθη. Αρκετά έχουμε εντοπίσει και αναγνωρίζουμε, διότι πράγματι πονάμε αυτή την υπόθεση και θέλουμε το ΚΚΕ επαναστατικό, κόμμα της εργατικής τάξης. Υπάρχουν ιστορικές περίοδοι που το κόμμα μας μέσα στις δυσκολίες και με τις αδυναμίες που το χαρακτήριζαν έκανε πράγματι λάθη αθέλητα, αποσύνδεσε την τακτική από τον αγώνα για το στρατηγικό στόχο. Τέτοιες περίοδοι μπορούν να αναφερθούν, το τελευταίο διάστημα της κατοχής, πηγαίνοντας προς την απελευθέρωση, υπάρχουν εδάφη στη στρατηγική του κόμματος μετά το 1956 και με κορύφωση το 8ο συνέδριό του, προβλήματα και λάθη στο τέλος της δεκαετίας του ’80 κ.λπ. Η μελέτη αυτών των περιόδων που σε μεγάλο βαθμό το ΚΚΕ την έχει ήδη κάνει παλαιότερα και πρέπει να την ολοκληρώσει, μπορεί να δώσει πλούσια συμπεράσματα, να συσσωρευτεί η εμπειρία του και να βρει την αντανάκλαση της στη σημερινή στρατηγική και τακτική του. Μόνο έτσι μπορεί να αντιμετωπιστεί και μια προσπάθεια υπονόμευσης του από την ίδια την ηγεσία του. Αυτό είναι το καθήκον των κομμουνιστών, όσων αγωνίστηκαν και αγωνιούν για το ΚΚΕ. Ο Εργατικός Αγώνας θα κάνει ότι μπορεί για να φωτιστεί ολόκληρη η ιστορική πορεία του κόμματος, θα πολεμήσει όμως με όλες του τις δυνάμεις και με κάθε μέσον τη δυσφήμηση και την ισοπέδωση της. Δεν είναι προσφορά στην εργατική τάξη και την κομμουνιστική προοπτική η σημερινή στάση της ηγεσίας. Μάλλον στους αντιπάλους της είναι.

Τακτική του εργατικού κινήματος, όπως γράψαμε και πριν, πρέπει να είναι ο ίδιος ο σοσιαλισμός στις σημερινές συνθήκες. Δηλαδή η πάλη του εργατικού κινήματος για τα ζητήματα επιβίωσης του ελληνικού λαού, η προώθηση όλων των διεκδικήσεων του και μαζί στο πολιτικό επίπεδο η διατύπωση ενός πλαισίου στόχων που έχουν απήχηση στις γραμμές της εργατικής τάξης σήμερα και πολύ περισσότερο αύριο με την ανάλογη ζύμωση και δράση και που η υλοποίηση τους κλονίζει το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα και αντίστοιχα συνειδητοποιεί την εργατική τάξη και τους εν δυνάμει συμμάχους της, ώστε να διαμορφώνεται ο παράγοντας εκείνος που στις συνθήκες της επαναστατικής κατάστασης είναι απόλυτα αναγκαίος, για να ξεσπάσει η επανάσταση και να έχει προϋποθέσεις νίκης.

Πιο συγκεκριμένα σήμερα οι βασικοί πυλώνες μιας τέτοιας τακτικής είναι:

  • Η διεκδίκηση όλων των οικονομικών και κοινωνικών αναγκών των εργαζομένων.
  • Η σωτηρία του λαού από τη φτώχεια, την ανεργία και το περιθώριο.
  • Η διεκδίκηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους του εθνικού προϊόντος από την πλευρά των εργαζομένων και αντίστοιχα η μείωση της εκμετάλλευσης τους.
  • Δουλειά για όλους, κατάργηση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, μείωση της φορολογίας των εργαζομένων και φορολόγηση του κεφαλαίου, διεκδίκηση ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος. Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι η κατάργηση του μνημονίου, των δανειακών συμβάσεων και των εφαρμοστικών νόμων.
  • Εθνικοποίηση των τραπεζών, δημόσια δωρεάν υγεία και παιδεία, απόλυτη αντίθεση στην ιδιωτικοποίηση και την εμπορευματοποίηση τους.
  • Εθνικοποίηση βασικών επιχειρήσεων σε κρίσιμους κλάδους στρατηγικής σημασίας όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες, μεγάλες επιχειρήσεις με ιδιαίτερη σημασία και η λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο.
  • Χτύπημα κάθε είδους εξάρτησης της χώρας. Διεκδίκηση της εξόδου από την ευρωζώνη και την ΕΕ, κατάργηση των συμφωνιών και των συμβάσεων που περιορίζουν την ανεξαρτησία της χώρας και πλήττουν τα δικαιώματα του λαού, διεκδίκηση της αποχώρησης από το ΝΑΤΟ.
  • Ο αγώνας για τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού, η κατάργηση των αντιλαϊκών και αντιδραστικών νόμων και ρυθμίσεων, η διεκδίκηση δημοκρατίας στις επιχειρήσεις και η διεύρυνση των συνδικαλιστικών ελευθεριών.
  • Ο αγώνας εναντίον της Χρυσής Αυγής, η παραδειγματική τιμωρία των ενόχων και η αποκατάσταση των θυμάτων της και μαζί ο αγώνας εναντίον των φασιστικών ιδεών και πρακτικών.

Σε γενικές γραμμές στη βάση ενός τέτοιου πλαισίου σήμερα μπορεί να οικοδομηθεί η ενότητα και η δράση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και μαζί των πολιτικών δυνάμεων και συλλογικοτήτων που κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση, χωρίς αποκλεισμούς και διαιρετικές πρακτικές, διατηρώντας κάθε μία εξ αυτών την ανεξαρτησία της και τη δυνατότητα να ζυμώνει το σύνολο του προγράμματος της. Η δημιουργία δηλαδή ενός ενιαίου κοινωνικού και πολιτικού μετώπου για τη σωτηρία του λαού, εναντίον των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού. Εξυπακούεται ότι ιδιαίτερα για τους εργαζόμενους και ανέντακτους αγωνιστές δεν είναι και δεν πρέπει να είναι προαπαιτούμενο η συμφωνία με το παραπάνω πλαίσιο στο σύνολό του, ούτε και ότι το πλαίσιο αυτό θα τίθεται αυτούσιο στους εργαζόμενους προκειμένου να συμπορευτούν και να δράσουν στα πλαίσια του μετώπου.

Υ.Γ: Όταν τα παραπάνω είχαν γραφεί διάβασα την ομιλία του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ στην εκδήλωση για τα 96χρονα του ΚΚΕ στον Πειραιά. Για το θέμα αυτό ανέφερε τα ίδια πράγματα, σε πολλές περιπτώσεις με τα ίδια λόγια ή πανομοιότυπες εκφράσεις, ή και πολύ πιο προκλητικές. Δεν πρόκειται, απ’ ότι φαίνεται, για ιδιορρυθμία του αρθρογράφου, αλλά για κομματική απόφαση, για κομματικό κείμενο γραμμής, γεγονός που κάνει το πράγμα πολύ σοβαρότερο. Γεγονός που υποδηλώνει ότι η ηγεσία του κόμματος πέρασε σε φάση ολοκληρωτικού ξεκαθαρίσματος των διαφορών της με ολόκληρη την προηγούμενη ιστορία και δράση του ΚΚΕ.                                                                         

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας