Εργατικός Αγώνας

Η δημοκρατία νίκησε, γιατί δεν μπορούσε να χάσει

Γράφει ο Γιώργος Κογκαλίδης.

Ακόμα και με έντονη την οσμή των χημικών, ο αέρας στην πρωτεύουσα είναι πιο καθαρός. Σαν να έφυγε ένα κομμάτι από την μπόχα, σαν να βλέπεις (ακόμα και μέσα από τη μάσκα) το πρόσωπο του φίλου που είναι δίπλα σου να χαμογελά και να είναι πιο όμορφο. Κάτι είχαμε χάσει αυτά τα χρόνια, αλλά… το σώμα θυμάται! Ακόμα κι αν το μυαλό κάπου χάνεται, το σώμα θυμάται.

Η δημοκρατία νίκησε, γιατί δεν μπορούσε να χάσει. Επειδή, αυτός ο τόπος έχει πολεμήσει τον φασισμό. Επειδή, αυτοί που κινούνται στο σκοτάδι, μετρώντας τη σκιά για μπόι τους, τρομάζουν όταν βρεθεί απέναντί τους κάποιος αποφασισμένος να ζήσει και να πεθάνει για τις ιδέες του. Να, όπως ο Παύλος Φύσσας. Επειδή, η μάνα δεν θα ησυχάσει αν δεν δικαιωθεί η μνήμη του παιδιού της, αν δεν ολοκληρώσει το δικό του έργο, αν δεν πει «Ο Παύλος νίκησε. Γιε μου…».

Κάπου λάθεψε η ιστορική μνήμη, κάπου η ανέχεια συνάντησε τη σπασμένη πολιτική πυξίδα, κάπου οι αγύρτες μπέρδεψαν τον κυρ Παντελή, κάπου οι ξεπλένηδες μετέτρεψαν τα θρασίμια σε καλόπαιδα, που συνοδεύουν γριούλες σε ΑΤΜ και καθαρίζουν τις γειτονιές, κάπου ξεχάσαμε να φτύσουμε στα μούτρα εκείνους που χρέωσαν στον οπαδισμό τη δολοφονία του Φύσσα. Κάπου χαθήκαμε στη μετάφραση. Αλλά «ο Παύλος νίκησε. Αδερφέ μου…».

Η εγκληματική οργάνωση θα πάρει αυτό που της αξίζει, αλλά δεν ξεμπερδέψαμε. Όπως έγραψε ο Φώντας Λάδης «… οι ρίζες του το σύστημα αγκαλιάζουν και χάνονται βαθιά στα περασμένα, οι μάσκες του με τον καιρό αλλάζουν, μα όχι και το μίσος του για μένα». Η Μάγδα, ο Χαντίμ Χουσεΐν (πατέρας του Σαχζάτ Λουκμάν), οι Αιγύπτιοι αλιεργάτες, τα μέλη του ΠΑΜΕ, σήμερα νιώθουν δικαιωμένοι.

Αν αύριο επιτρέψουμε σε κάποιο άλλο ναζιστικό μόρφωμα να εμφανιστεί στην πολιτική σκηνή, να φτιασιδωθεί και να πείσει τους πολιτικά αμόρφωτους ότι αξίζει την ψήφο τους, θα μετατραπεί η νίκη σε ήττα. Δεν φτάνει μια δικαστική απόφαση, για να ξεμπερδέψουμε. Πρέπει να μάθουμε στα παιδιά μας τι ήταν ο ναζισμός, να τους πάμε στο Δίστομο, να τους μάθουμε την ιστορία, δίχως συμψηφισμούς, δίχως «ναι μεν αλλά». Αυτό το «αλλά» είναι που τρέφει το φίδι.

Αντί επιλόγου, επί προσωπικού: Το ρεπορτάζ δεν επέτρεψε σε μένα και τη σύζυγό μου να είμαστε έξω από το Εφετείο. Πήγε η μεγάλη κόρη μας. Έφαγε τα πρώτα της χημικά… Τηλέφωνα, αγωνία (για εμάς), εκείνη χαρούμενη. «Πηγαίνουμε στη Βουλή τώρα» μας είπε. Κατάλαβα πώς ένιωθε η μάνα μου όταν ήμουν στις πορείες, αλλά κι αυτή την ατάκα του Χαρίλαου «οι ζευγάδες φεύγουν, η σπορά μένει».

 

Πηγή: to10.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας