Εργατικός Αγώνας

Οι νέες τεχνολογίες και η εργατική τάξη (μέρος 7ο)

Ο Εργατικός Αγώνας επιχειρεί να ανοίξει μια συζήτηση για την προοπτική της εργατικής τάξης στο σύγχρονο κόσμο με την είσοδο των νέων τεχνολογιών και τις νέες εργασιακές σχέσεις που αυτές επιβάλλουν. Στα πλαίσια αυτά, δημοσιεύει μια εργασία του Γεράσιμου Αραβανή υπό τον γενικό τίτλο «Οι νέες τεχνολογίες, οι επιπτώσεις στους εργαζόμενους και την καπιταλιστική οικονομία, η προοπτική της εργατικής τάξης». Η εργασία δημοσιεύεται σε «αυτοτελή» επιμέρους τμήματα και, με την ολοκλήρωσή της, θα δοθεί στο σύνολό της με τη μορφή ηλεκτρονικού βιβλίου. Σήμερα δημοσιεύουμε το έβδομο μέρος:

 

Νέες τεχνολογίες, γνώση και εκπαίδευση

Η εμφάνιση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και η διαμόρφωση των κοινωνικών τάξεων είναι η απαρχή του παραμερισμού των φυσικών δεσμών μεταξύ των ανθρώπων και η ανάπτυξη κατ’ εξοχήν κοινωνικών σχέσεων. Σταδιακά βαθαίνει ο καταμερισμός εργασίας και δημιουργούνται οι κατάλληλες προϋποθέσεις για τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση της συμπεριφοράς των ανθρώπων και την εξέλιξη της ατομικότητας τους.

Στο δουλοκτητικό σύστημα, όπου η μορφή της ιδιοκτησίας είναι αυτή των δουλοκτητών πάνω στους δούλους παραμένουν ισχυροί οι κοινοτικοί δεσμοί, ενώ κυριαρχεί η κοινοτική ιδιοκτησία στη γη. Σ’ αυτό το στάδιο κάνουν την εμφάνιση τους οι πρώτες προσπάθειες να ερμηνευθούν τα διάφορα φαινόμενα, εμφανίζεται η γνώση στην πρωταρχική μορφή της και μαζί οι πρώτες εμβρυακές προσπάθειες εκπαίδευσης των νεώτερων μελών των κοινωνιών.

Στις φεουδαρχική κοινωνία κυρίαρχη μορφή ιδιοκτησίας είναι η ιδιοκτησία στη γη. Η τάξη των φεουδαρχών έχει την ιδιοκτησία της γης και η υποτελής τάξη, αυτή των δουλοπάροικων, οι οποίοι διαθέτουν μόνο τα εργαλεία τους, είναι η τάξη των εκμεταλλευόμενων. Οι φυσικοί δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων σταδιακά διαφοροποιούνται, χωρίς όμως να έχουν μετατραπεί ακόμη πλήρως σε κοινωνικούς. Το περιεχόμενο της μόρφωσης και η σημασία της αντιστοιχούν στις εργασιακές συνθήκες και στην κοινωνική ζωή της εποχής. Στα πρώτα στάδια των κοινωνιών αυτών η μετάδοση της όποιας γνώσης συντελείται εντός των οικογενειών κυρίως. Η όποια εκπαίδευση αναπτύσσεται έχει ως φορέα την εκκλησία και το περιεχόμενο της είναι θρησκευτικό. Διδάσκεται η αντίληψη του χριστιανισμού για τον κόσμο, ότι ο θεός έπλασε τον κόσμο, ο οποίος νοούνταν ως ένα κλειστό και μη εξελισσόμενο σύστημα και τίποτε δεν μπορούσε να αλλάξει μέσω της ανθρώπινης δραστηριότητας. Διδάσκεται ανάγνωση, γραφή και αριθμητική καθώς και γνώσεις για όσους επρόκειτο να στελεχώσουν τα ανώτερα εκκλησιαστικά κλιμάκια. Τα πρώτα πανεπιστήμια εμφανίζονται προς τον 12ο και 13ο αιώνα, όταν αναπτύχθηκαν οι πόλεις και έγιναν τα κέντρα της οικονομικής και πνευματικής ζωής. Στη φεουδαρχία οι εργασιακές και επαγγελματικές γνώσεις μεταδίδονταν στους νέους μέσω της μαθητείας. Με την ανάπτυξη όμως της βιοτεχνίας η εργασιακή εμπειρία συντελείται μέσω της πρακτικής ενασχόλησης με κάθε τέχνη. Για ορισμένα χρόνια ο μαθητευόμενος μαθαίνει τα μυστικά του επαγγέλματος και με την ολοκλήρωση της μαθητείας γινόταν βοηθός τεχνίτη και στη συνέχεια τεχνίτης και πλήρες μέλος της συντεχνίας. Η ενασχόληση με τη θεωρητική γνώση ήταν αποσπασμένη από την παραγωγή. Η άνθιση προς το τέλος του μεσαίωνα της βιοτεχνίας που παρήγαγε για το εμπόριο οδηγεί σταδιακά σε μια διαφοροποίηση της σχέσης μεταξύ γνώσης και εργασίας, χωρίς όμως η θεωρία να ασχολείται με τα τεχνολογικά προβλήματα της παραγωγής. Αυτό θα συντελεστεί στην εποχή του καπιταλισμού.

Στην εποχή του καπιταλισμού η σημασία της γνώσης και της μόρφωσης για την παραγωγή και γενικότερα για την κοινωνία αναβαθμίζεται εξαιρετικά. Η επιστήμη και η μετατροπή της σε τεχνολογία αφού συνδέθηκε με το υλικό όφελος γνώρισε πολύ μεγάλη ανάπτυξη και επηρέασε βαθιά την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και γενικότερα το χαρακτήρα της παραγωγής. Η αναγκαιότητα της εκπαίδευσης σταδιακά μεγάλωνε και με τη μια ή την άλλη μορφή το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας εμπλέκεται στις εκπαιδευτικές διαδικασίες. Η παραγωγή που βασίζεται στο κεφάλαιο δημιουργεί ένα σύστημα γενικής εκμετάλλευσης των φυσικών και ανθρώπινων ιδιοτήτων, ένα σύστημα γενικής ωφελιμότητας, που σαν φορέας του εμφανίζεται τόσο η ίδια η επίσημη, όσο και όλες οι φυσικές και πνευματικές ιδιότητες, ενώ τίποτα δεν εμφανίζεται σαν καθαυτό ανώτερο, σαν δικαίωση του εαυτού του, έξω από τον κύκλο της κοινωνικής παραγωγής και ανταλλαγής. Έτσι δημιουργεί το κεφάλαιο για πρώτη φορά την αστική κοινωνία και την καθολική ιδιοποίηση της φύσης, όπως και του ίδιου του κοινωνικού ιστού από τα μέλη της κοινωνίας. Γι’ αυτό και η μεγάλη πολιτιστική επίδραση του κεφαλαίου· η παραγωγή από αυτό μιας κοινωνικής βαθμίδας που απέναντί της όλες οι προηγούμενες εμφανίζονται σαν τοπικές εξελίξεις της ανθρωπότητας και ειδωλολατρία της φύσης. Η φύση γίνεται για πρώτη φορά αντικείμενο για τον άνθρωπο, καθαρά ζήτημα ωφελιμότητας· παύει να αναγνωρίζεται σαν δύναμη για τον εαυτό της[1].

Η εντατική αξιοποίηση της επιστήμης στην παραγωγή, η μετατροπή της σε παραγωγική δύναμη ουσιαστικά αρχίζει με τον βιομηχανική επανάσταση. Οι πιεστικές ανάγκες ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων κάνουν όλο και πιο αναγκαία την ανάπτυξη της επιστήμης. Προς το τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου η βιομηχανική επανάσταση μπαίνει σε νέα φάση και μαζί η μετατροπή της επιστήμης σε παραγωγική δύναμη, οι καπιταλιστικές κοινωνίες εισέρχονται στο στάδιο του ιμπεριαλισμού. Ο καταμερισμός εργασίας βαθαίνει, νέοι κλάδοι παραγωγής εμφανίζονται και άλλοι αναπτύσσονται με πολύ ταχύ ρυθμό, κυρίως η χημική βιομηχανία, η βιομηχανία μεταφορικών μέσων, η μηχανουργία και η μεταλλουργία κ.λπ. Η ανάπτυξη της επιστήμης επιταχύνεται και μαζί η επιστημονική έρευνα. Έρχονται οι μεγάλες ανακαλύψεις. Ανακαλύφθηκε το ράδιο, αναπτύχθηκε η κβαντική φυσική, η θεωρία της σχετικότητας, η διάσπαση του πυρήνα του ατόμου, εισέρχεται η ανθρωπότητα στην εποχή της ατομικής ενέργειας. Αναπτύσσεται η κυβερνητική, η πληροφορική, η βιολογία. Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα η επιστημονική και τεχνική εξέλιξη επιταχύνεται ακόμη περισσότερο, οι κοινωνίες περνούν στην ανάπτυξη και χρήση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, δημιουργείται το διαδίκτυο, η επεξεργασία και μετάδοση πληροφοριών, εξελίσσεται ραγδαία η ρομποτική, αναπτύσσεται η βιοτεχνολογία και η εξερεύνηση του διαστήματος. Οι δυνατότητες ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων είναι τεράστιες, είμαστε πεπεισμένοι ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής, στα πρώτα στάδια μιας αλλαγής τόσο ριζικής, όσο και εκείνης που επέφερε η βιομηχανική ανάσταση.[2]

H επίδραση των εξελίξεων αυτών είναι πολύ μεγάλη και στο μέλλον ακόμη μεγαλύτερη. Η εισαγωγή των νέων τεχνολογικών ανακαλύψεων, η χρήση της τεχνικής νοημοσύνης και της πληροφορικής τροποποιεί βαθιά το χαρακτήρα της εργασίας. Η δημιουργία της γνώσης συνδέεται στενά με την παραγωγή. Υποχωρεί το φορντικό μοντέλο με την ιεραρχικά δομημένη μαζική παραγωγή τυποποιημένων προϊόντων εντός μεγάλων βιομηχανικών μονάδων προς όφελος ενός μοντέλου οργάνωσης της εργασίας που αποκαλείται λιτή παραγωγή, το οποίο δίνει έμφαση στην καινοτομία και τη βελτίωση, στην αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού, στην ενίσχυση της ομαδικότητας και στην αποκέντρωση λήψης των αποφάσεων. Βασική επιδίωξη είναι με το νέο μοντέλο μια επιχείρηση να λειτουργεί ευέλικτα, να προσαρμόζεται στις ανάγκες των αγοραστών και στις αλλαγές της αγοράς κάθε φορά. Η βασική αρχή της λιτής παραγωγής ήταν ο συνδυασμός νέων μεθόδων διοίκησης με ολοένα και πιο σύγχρονες μηχανές, έτσι ώστε να παράγονται περισσότερα προϊόντα με μικρότερους πόρους και λιγότερη εργασία[3].

Οι αλλαγές αυτές οδηγούν στη δημιουργία ενός διαφοροποιημένου τύπου εργαζόμενου που η κύρια ασχολία του δεν είναι η συνεχής τυποποιημένες δραστηριότητες, αλλά οι εργασιακές δραστηριότητες που απαιτούν αξιοποίηση γνώσεων, φαντασίας και δημιουργικότητας. Η άμεση χειρωνακτική εργασία σταδιακά περιορίζεται. Μελετώντας την τάση αυτή ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι ο επιταχυνόμενος ρυθμός της αυτοματοποίησης οδηγεί την παγκόσμια οικονομία στη μέρα εκείνη που τα εργοστάσια θα λειτουργούν χωρίς εργάτες.[4] Βεβαίως θεωρούμε ότι εντός του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής η μέρα αυτή της απαλλαγής του ανθρώπου από τη συμμετοχή του στις εργασιακές δραστηριότητες δεν πρόκειται να έρθει.

Το πρότυπο αυτό συλλογικής εργασίας αποδείχθηκε ότι προσφέρει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, ενθαρρύνει τους εργαζόμενους να αποκτούν πολλαπλές ειδικότητες. Η απόκτηση γνώσεων σε διαφορετικούς τομείς της παραγωγής δύναμης δίνει στους εργαζόμενους μια ευρύτερη κατανόηση της γενικής εικόνας την οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά μια ομάδα εργασίας για τον εντοπισμό προβλημάτων και την υποβολή προτάσεων για περαιτέρω βελτιώσεις. Σπρώχνοντας τη λήψη αποφάσεων όσο πιο χαμηλό μπορεί ώστε να είναι πλησιέστερα στο σημείο παραγωγής δημιουργείται στους εργαζόμενους μια αίσθηση δημοκρατικότερης ατμόσφαιρας στην εργασία τους, μειώνονται οι προστριβές εργατών-διεύθυνσης, δημιουργούνται καλύτερες προϋποθέσεις για την ταξική συνεργασία στο εργοστάσιο.

Στις σημερινές συνθήκες το κεφάλαιο με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζει προωθεί μια στρατηγική με παγκόσμιες διαστάσεις που στόχο έχει την αναδιοργάνωση των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων και τη διασφάλιση της κυριαρχίας του. Επιδιώκει τον έλεγχο του συνόλου των πόρων της ανθρωπότητας και στις σημερινές συνθήκες της μεγάλης τεχνολογικής προόδου τον έλεγχο της επιστήμης και της γνώσης. Ο έλεγχος όμως του γνώσης προϋποθέτει τον έλεγχο των πηγών παραγωγής της και πρωτίστως τον έλεγχο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που παράγεται η γνώση και τον πιο πρωτοπόρων ερευνητών. Οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις επιδιώκουν τον μονοπωλιακό έλεγχο των παραγόμενων γνώσεων και καινοτομιών, επιδιώκουν να διασφαλίζεται ο έλεγχος τους μέσω της κατοχύρωσης πνευματικών δικαιωμάτων, διασφάλισης και διαφύλαξης τους ως εμπορικού μυστικού για να αξιοποιηθεί από τον κάτοχο του με σκοπό το κέρδος.

Σε αυτή την προσπάθεια των πολυεθνικών έρχεται ουσιαστικά αρωγός το κράτος με τον περιορισμό του ρόλου του στη χρηματοδότηση και την οργάνωση της επιστημονικής και ερευνητικής δραστηριότητας. Ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις έχει η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης συνολικά της δημόσιας παιδείας και πιο πολύ των τριτοβάθμιων δημοσίων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Το κενό χρηματοδότησης του κράτους δημιουργεί σοβαρή ανασφάλεια και αβεβαιότητα στα ιδρύματα και τα οδηγεί στην αναζήτηση πόρων πέραν των κρατικών, κυρίως σε επιχειρήσεις, σε προγράμματα διαφόρων οργανισμών, προγράμματα της ΕΕ κ.λπ.

Οι επιπτώσεις εξ’ αυτού του γεγονότος είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Το πανεπιστήμιο λειτουργεί και συμπεριφέρεται το ίδιο ως επιχείρηση, αναζητά χρηματοδότηση για να παράγει γνώσεις από τις οποίες φυσικά θα επωφεληθεί ο χρηματοδότης, λειτουργεί ως εμπορευματοπαραγωγός. Συνέπεια του γεγονότος αυτού είναι η συνεχώς διευρυνόμενη εμπλοκή του ιδιωτικού κεφαλαίου στην οργάνωση, τη λειτουργία και τις επιστημονικές δραστηριότητες των ιδρυμάτων.

Είναι φυσιολογικό οι πολυεθνικές εταιρείες να μην ενδιαφέρονται συνολικά για το πανεπιστήμιο, για την εύρυθμη λειτουργία του και την ολοκληρωμένη εκπαίδευση των φοιτητών του, αλλά για τις χρήσιμες σε αυτούς παραγόμενες γνώσεις. Για αυτό χρηματοδοτούν συγκεκριμένες σχολές, συγκεκριμένα προγράμματα, προωθούν τη δημιουργία κερδοσκοπικών εταιριών εντός των δημοσίων πανεπιστημίων για την εμπορική αξιοποίηση της έρευνας τους. Συχνό φαινόμενο σε πολλές χώρες είναι η συμμετοχή εκπροσώπων των επιχειρηματιών και άλλων παραγόντων στα διοικητικά συμβούλια των ΑΕΙ. Τα δημόσια πανεπιστήμια αναπτύσσουν σχέσεις και διασυνδέσεις με άλλα ιδρύματα και λειτουργούν ως μέρος διεθνών δικτύων μαζί με ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις. Σταδιακά τα πανεπιστήμια συγκλίνουν με τις επιχειρήσεις και ως προς τον τρόπο λειτουργίας, αναπτύσσονται συστήματα αξιολόγησης τους, εφαρμόζουν αρχές που χαρακτηρίζουν τις επιχειρήσεις (ανταγωνιστικότητα). Παράλληλα δημιουργούνται ιδιωτικά ιδρύματα που ασχολούνται με την έρευνα και την εκπαίδευση, η ιδρύονται εκπαιδευτικά ιδρύματα στα πλαίσια μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν σε καθεστώς εξάρτησης τα ίδια τα ΑΕΙ, αλλά και σημαντικό τμήμα επιστημόνων και ερευνητών που εργάζονται σε αυτά. Πέραν αυτών υπάρχει και πλήθος άλλων παρενεργειών, με πιο εμφανείς την υποβάθμιση της βασικής έρευνας   υπέρ της εφαρμοσμένης, συχνότατα εντελώς περιορισμένου και επιδερμικού χαρακτήρα, ότι ενδιαφέρει την επιχείρηση – χρηματοδότη. Κινητήρια δύναμη του επιστημονικού έργου καθίστανται τα περιορισμένης εμβέλειας συμφέροντα ποικίλων, εξωτερικών προς τα ΑΕΙ χρηματοδοτών τους. Ουσιαστικά η αναζήτηση της γνώσης, η βασική και μακροπρόθεσμη έρευνα υποκαθίσταται από την επίλυση επιμέρους προβλημάτων στη βάση της γνώσης που έχει ήδη δημιουργηθεί.[5] Πλήθος μελετών αποδεικνύουν ότι η πλειοψηφία των ζητημάτων που διερευνούν είναι θέματα τετριμμένα από επιστημονική σκοπιά, άνευ σημασίας. Τα περισσότερα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας κατοχυρώνονται (σήμερα) για λογισμικό και αφορούν εξειδικευμένα τεχνικά ζητήματα[6]. Τα μεγάλα προβλήματα που έπρεπε να απασχολούν τη βασική έρευνα ωθούνται εκτός της έρευνας και του επιστημονικού ενδιαφέροντος, οι μεγάλες προκλήσεις και η προοπτική των λαών παραμερίζονται. Στον καπιταλισμό δεν γίνεται καμιά ανάλυση του μακρινού μέλλοντος[7].

Σε πολλές περιπτώσεις οι χρηματοδότες υπαγορεύουν και τα αποτελέσματα της έρευνας. Στις Ηνωμένες πολιτείες το 30% των πανεπιστημιακών μελετών που χρηματοδοτήθηκαν από ιδιωτικά κεφάλαια επηρεάστηκαν από σκοπιμότητες που επέβαλαν οι χρηματοδότες. Π.χ. στις χρηματοδοτούμενες από εταιρείες καπνού μελέτες για την ανάδειξη των επιβλαβών συνεπειών του καπνίσματος και ιδιαίτερα τη σύνδεση του καπνίσματος με τον καρκίνο οι περισσότερες μελέτες έδωσαν αρνητικές απαντήσεις ή ήταν ήξεις αφίξεις, ενώ οι χρηματοδοτούμενες από κρατικά κεφάλαια έδωσαν τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα.

Η κατοχύρωση με νόμους πνευματικών δικαιωμάτων και ευρεσιτεχνιών είναι πλέον ιδιαίτερα σπουδαίο στοιχείο για τον έλεγχο της γνώσης.

Τα πνευματικά δικαιώματα αποφασίστηκαν κάτω από την ανάγκη να μπορεί ο ερευνητής να ζει και να έχει ενδιαφέρον για την έρευνα, αλλιώς ολόκληρη η μεγάλη επιστημονική προσπάθεια θα ατονούσε. Αποφασίστηκε να εκχωρήσουν κάποιου είδους ιδιοκτησιακά δικαιώματα στις εφευρέσεις και τα έργα τέχνης για ορισμένο χρονικό διάστημα. Ένας τρόπος αντιμετώπισης του διλήμματος είναι η παραχώρηση στους εφευρέτες ενός προσωρινού μονοπωλίου, ενός ιδιοκτησιακού δικαιώματος που θα εκπνέει μετά από ένα συγκεκριμένο χρόνο.[8]

Αυτή τη λύση επέλεξαν οι Ηνωμένες πολιτείες και τα υπόλοιπα κράτη ως την πλέον πρόσφορη και φυσικά δεν αποδείχθηκε τέτοια τότε και πολύ περισσότερο σήμερα. Είναι μια λύση που έχει λογική στον καπιταλισμό και στις μέρες μας έχει πολύ μεγάλη σημασία για το κεφάλαιο. Η απάντηση στην επιβολή της από τους σκοπιά των δικαιωμάτων των εργαζομένων είναι το σύνολο των κάθε είδους δημιουργημάτων, ιδεών, έργων, εφευρέσεων και ευρεσιτεχνιών πρέπει να είναι στη διάθεση ολόκληρης της κοινωνίας, προσβάσιμα απ’ όλους, αυτό όμως προϋποθέτει η παραγωγή τους να γίνεται με κρατική χρηματοδότηση και από μια κοινωνία που δεν θα λειτουργεί με κριτήριο το κέρδος, αλλά την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Οι περιορισμοί που τέθηκαν, του μικρού χρόνου ισχύος των δικαιωμάτων και του αυστηρού προσδιορισμού του είδους των έργων που θα απολαμβάνουν την προστασία, αποδείχτηκε στην πορεία ότι χαλάρωσαν και ανατράπηκαν ανάλογα με τα συμφέροντα των μεγάλων εταιρειών που ασκούσαν ισχυρότατη επιρροή στις κυβερνήσεις.

Ο πρώτος νόμος που ψηφίστηκε στις Ηνωμένες πολιτείες το 1790 ανέφερε ότι μπορούσε να κατοχυρώσει δικαιώματα ευρεσιτεχνίας για 14 χρόνια χωρίς όμως να ορίζει συγκεκριμένα κριτήρια για το χαρακτηρισμό κάθε έργου αν είναι νέο και χρήσιμο. Αργότερα επεκτάθηκε στα είκοσι χρόνια. Η ίδρυση των πνευματικών δικαιωμάτων στις Ηνωμένες πολιτείες στην αρχή κάλυπτε δικαιώματα για χάρτες, σχεδιαγράμματα και βιβλία για 14 χρόνια. Στην πορεία ο νόμος επεκτάθηκε αρκετές φορές και έφθασε τα 95 χρόνια με τον νόμο του 1998. Το 2023 λήγουν πνευματικά δικαιώματα μεγάλων εταιρειών ( Ντίσνεϋ, Τάιμ Γουώρνερ…) και είναι σχεδόν βέβαιο ότι πριν από αυτό το έτος ή διάρκεια των πνευματικών δικαιωμάτων θα επεκταθεί για μια ακόμα φορά. Επιπλέον τα πνευματικά δικαιώματα καλύπτουν πλέον σχεδόν όλες τις μορφές δημιουργίας, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού, ενώ παραχωρούν στους κατόχους που, συνήθως είναι πλέον μεγάλες εταιρείες, δικαιώματα και στα παράγωγα έργα που η δημιουργία τους βασίζεται στο αρχικό έργο.[9]

Οι μεγάλες πολυεθνικές ελέγχουν εκατοντάδες χιλιάδες διπλώματα ευρεσιτεχνίας και πνευματικά δικαιώματα και τα αξιοποιούν οι ίδιες αποκλείοντας από αυτά τους ανταγωνιστές τους, ή δεν τα χρησιμοποιούν ποτέ. Π.χ. η Google εξαγόρασε το 2013 την Motorola έναντι 12,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων και απέκτησε την κυριότητα 17.000 διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, πολλά από τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ως πυρομαχικά στους πολέμους για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας των smartphones που διεξαγόταν ανάμεσα στην Google και τις ανταγωνίστριες της Samsung και Apple. Η Google και η Apple έχουν δαπανήσει περισσότερα χρήματα για την απόκτηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και για τις δικαστικές διαμάχες για αυτά από ότι για την έρευνα και την ανάπτυξη.[10]Οι επιπτώσεις από αυτή την πρακτική είναι πολύ μεγάλες. Παρόμοιες περιπτώσεις χρησιμοποίησης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στον ανταγωνισμό μεγάλων πολυεθνικών είναι χιλιάδες και συμβαίνουν σε όλες τις χώρες και σε όλους τους κλάδους που δραστηριοποιούνται οι πολυεθνικές.

Στις μέρες μας, ο βαθύτερος μηχανισμός που καθορίζει την ιδιοκτησία γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκος, όταν η ιδιοκτησία έχει τη μορφή του γενετικού υλικού ή των μοριακών συνθέσεων ή των γιγαμπάιτ κωδικοποιημένου λογισμικού ή εν γένει των πληροφοριών και των ιδεών. Αυτού του είδους η ιδιοκτησία δεν υπάρχει στο συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Δεν μπορεί να ζυγιστεί ή να μετρηθεί. Και το μεγαλύτερο μέρος του κόστους για την παραγωγή της αφορά την ανακάλυψη της ή την κατασκευή του πρώτου αντίτυπου. Στη συνέχεια το κόστος παραγωγής είναι συχνά μηδενικό. Ωστόσο αυτές οι μορφές πνευματικής ιδιοκτησίας είναι το κομβικό δομικό στοιχείο της νέας οικονομίας[11]. Ενδεικτική περίπτωση είναι η πρακτική των πολυεθνικών στον τομέα των φαρμάκων. Κάνοντας μικρές ανασυνθέσεις των δραστικών ουσιών των φαρμάκων που κατέχουν την πατέντα τους οι πολυεθνικές, χωρίς καθόλου να αλλάζει η ουσία του φαρμάκου και τα θεραπευτικά αποτελέσματα του εμποδίζουν τις ανταγωνίστριες εταιρείες να παράγουν φθηνότερα γενόσημα φάρμακα. Φυσικά τα κέρδη τους είναι τεράστια. Η κατά κεφαλήν φαρμακευτική δαπάνη στις Ηνωμένες πολιτείες είναι πολύ μεγαλύτερη από ότι στις άλλες αναπτυγμένες χώρες, παρόλο που τα συνταγογραφούμενα φάρμακα που χορηγούνται στον αμερικανό πολίτη είναι λιγότερα από εκείνα που χορηγούνται στον μέσο πολίτη οποιουδήποτε άλλου προηγμένου έθνους… Ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο οι τιμές των φαρμάκων είναι τόσο υψηλές στις Ηνωμένες πολιτείες είναι τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας για τα φάρμακα, ενώ αυτά τα προσωρινά μονοπώλια επεκτείνονται συχνά και μετά από την θεωρητική διάρκεια των διπλωματών ευρεσιτεχνίας που σήμερα είναι 20 χρόνια[12]. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν χιλιάδες σε όλους τους τομείς της οικονομίας και σε όλες τις χώρες και με τραγικά αποτελέσματα σε πολλές περιπτώσεις, όπως στην υγεία των ανθρώπων.

Ενδεχομένως όμως μεγαλύτερες από τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία είναι αυτές στην ανάπτυξη της επιστήμης και γενικότερα στην πρόοδο.

Οι μεγάλες εταιρείες επιδιώκουν να συγκεντρώσουν ένα στρατηγικό απόθεμα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, προκειμένου να εμποδίσουν τη δραστηριοποίηση των ανταγωνιστών τους σε κρίσιμους για αυτές τομείς. Επίσης για τις εταιρείες που παράγουν προϊόντα όπως το λογισμικό, φάρμακα ή ταινίες κινηματογράφου, τα οποία θα μπορούσαν σήμερα να αναπαραχθούν από τον οποιονδήποτε με αρκετά χαμηλό κόστος, η κατοχύρωση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας είναι εξαιρετικής σημασίας για την απόκτηση μονοπωλιακής θέσης στην αγορά[13].

Μια ορισμένη εφεύρεση, νέα πατέντα ή τεχνολογία που αναπτύσσει κάποιο εργαστήριο η ερευνητής αξιοποιεί την επιστημονική γνώση που δημιούργησαν άλλοι ερευνητές πριν και μάλιστα μπορεί να προέρχεται από την προσπάθεια πολλών γενεών. Είναι αποτέλεσμα της συνολικής δράσης των λαών και της εξέλιξης που συντελέστηκε. Ουσιαστικά οι κάτοχοι διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ιδιοποιούνται την έρευνα μεγάλων χρονικών περιόδων και το μόχθο χιλιάδων ανθρώπων που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της επιστήμης. Η ιδιωτικοποίηση των κατακτήσεων της επιστήμης και της τεχνικής δυσχεραίνει σοβαρά την εξέλιξη της και βάζει εμπόδια στην πρόοδο. Με δύο λόγια με τη διαδικασία των πνευματικών δικαιωμάτων αφαιρείται η δυνατότητα πρόσβασης στον καθένα σε αυτά τα αγαθά και διαφυλάσσονται προς όφελος των κατόχων τους, κυρίως μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων. Και από τη στιγμή που η ελεύθερη πρόσβαση όλων σε όλο τον πλούτο της γνώσης και η ανοιχτή ανταλλαγή ιδεών και σκέψεων αφαιρείται, παύει να υπάρχει ένας από τους πιο σημαντικούς όρους ανάπτυξης της επιστήμης και των κοινωνιών.

Το ζήτημα είναι πως ορίζει το κράτος τα πνευματικά δικαιώματα, αναρωτιέται ο Reich, διατυπώνοντας την άποψη ότι αφού το κράτος ορίζει τα πνευματικά δικαιώματα αρκεί να ελέγξει κανείς το κράτος για να επιβάλει στο θέμα αυτό λύση υπέρ των λαϊκών συμφερόντων. Το πραγματικό πρόβλημα όμως είναι τινός τα συμφέροντα εξυπηρετεί το κράτος και αν στα πλαίσια της εξουσίας των μονοπωλίων μπορεί να λειτουργήσει διαφορετικά το κράτος. Οι εξελίξεις λένε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει, απαιτείται άλλο κράτος που θα εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού, κράτος σοσιαλιστικό.

Ως συμπέρασμα σημειώνουμε ότι η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή και γενικότερα στην κοινωνική ζωή οδηγεί σε μια εμβάθυνση όλων των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του καπιταλισμού στο σημερινό ώριμο ιμπεριαλιστικό στάδιο του. Οι νέες τεχνολογίες οδηγούν στην όλο και μεγαλύτερη συγκέντρωση και συγκεντρoποίηση κεφαλαίου, στη διαμόρφωση τεράστιων μονοπωλιακών επιχειρήσεων σε όλους τους κλάδους της οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο και ακόμη περισσότερο σε αυτούς των νέων τεχνολογιών, της πληροφορικής, της επικοινωνίας, της βιοτεχνολογίας κ.λπ. Οδηγεί σταθερά σε μείωση του μέσου ποσοστού κέρδους και κατ’ επέκταση σε αύξηση της παραγωγικότητας και μείωση του ποσοστού της εργασίας που ενσωματώνεται στα προϊόντα και τις υπηρεσίες. Μεγαλώνει η ανισομετρία μεταξύ των διαφόρων χωρών και εντός των χωρών. Οδηγεί με ένταση των ανισοτήτων. Στον έναν πόλο, στο μονοπωλιακό κεφάλαιο, συγκεντρώνεται τεράστιος πλούτος και στο άλλο, στον εργαζόμενο λαό αυξάνεται η φτώχεια και η περιθωριοποίηση. Η ανεργία, η μερική και η περιστασιακή απασχόληση μεγαλώνει με γρήγορους ρυθμούς, το ποσοστό του πληθυσμού που ενώ βρίσκεται σε ηλικία για να είναι στην παραγωγή για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν εργάζεται.

Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών οδηγεί τμήματα της οικονομίας να εντάσσουν πολύ προωθημένες τεχνολογίες στην παραγωγή και κατ’ επέκταση σε μεγάλη διαφοροποίηση της εργασίας μειώνοντας τη χειρωνακτική εργασία, παράλληλα όμως διατηρούν ευρύτατα τμήματα της οικονομίας και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες που η χειρωνακτική εργασία ανθεί μαζί με την ανεργία, την ελαστική απασχόληση, τους χαμηλούς μισθούς και την υπερεκμετάλλευση. Η γνώση και η εκπαίδευση εμπορευματοποιούνται με γρήγορους ρυθμούς και η παραγωγή γνώσης και τεχνολογίας μαζί με τα ιδρύματα εκπαίδευσης και έρευνας αλώνονται όλο και περισσότερο από το μονοπωλιακό κεφαλαίο. Η διαπλοκή του κράτους με τις κορυφές των μονοπωλίων παίρνει πολύ μεγάλες διαστάσεις, γίνεται σύνηθες και αποδεκτό φαινόμενο, κράτος και πολιτικό σύστημα οδηγούνται στον εξοβελισμό ακόμη και τυπικών λειτουργιών που το κεφάλαιο και ο καπιταλισμός έδωσαν.

Στην εποχή που διανύουμε όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού παραμένουν και δυναμώνουν, το ανώτερο και τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, προθάλαμος της κομμουνιστικής κοινωνίας φαίνεται πλέον να έχει ωριμάσει.

 


[1] Καρλ Μαρξ Βασικές γραμμές της κριτικής της πολιτικής οικονομίας τόμος Β σ. 308

[2] Erik BrynjolfssonAndrew McAfee, η θαυμαστή εποχή της νέας τεχνολογίας σ. 413

[3] J. Rifkin Το   τέλος της εργασίας και το μέλλον της σ. 199

[4] Στο ίδιο σ. 65

[5] L Thurow Το μέλλον του καπιταλισμού , σ. 426 – 427

[6] στο ίδιο σ. 50

[7] Στο ίδιο σ.   439

[8] R Reich Όπως προηγουμένως   σ 49

[9] Στο ίδιο σ 59-60

[10] στο ίδιο σ. 51

[11] στο ίδιο σ. 47

[12] στο ίδιο σ. 52

[13] Π. Παυλίδη Η γνώση στη διαλεκτική της κοινωνικής εξέλιξης σ 159

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας