Εργατικός Αγώνας

Ο χαρακτήρας του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και οι ιδεολογικές ανάγκες της ηγεσίας του ΚΚΕ

Γράφει ο Δ.   Δημητριάδης

Έχουν γίνει σύνηθες φαινόμενο τα τελευταία χρόνια οι συνεχείς παρεμβάσεις του ΚΚΕ με άρθρα, ομιλίες, εκδηλώσεις και εκδόσεις που σχετίζονται με την ιστορία του κινήματος και ιδιαίτερα του ΚΚΕ. Κυρίως οι παρεμβάσεις αυτές αφορούν τη δεκαετία του 1940-1950, δεν περιορίστηκαν όμως εκεί. Η ιστορία του κόμματος και του κομμουνιστικού κινήματος σ’ ολόκληρο τον 20ο αιώνα έχει μπει στο στόχαστρο. Απ’ ό,τι φαίνεται, θα ακολουθήσουν και άλλες παρεμβάσεις και θα φτάσουν ως τις μέρες μας. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι θα εκδοθεί και ο τρίτος τόμος της ιστορίας του ΚΚΕ, ο οποίος θα περιλαμβάνει την περίοδο μετά τη μεταπολίτευση.

Τελευταία έχουμε μια νέα έκδοση από την κεντρική επιτροπή του ΚΚΕ που ασχολείται με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο και τη στάση του κόμματος σ’ αυτόν. Αυτές οι συνεχείς παρεμβάσεις στόχο έχουν την αναθεώρηση της ιστορίας του ΚΚΕ. Το ξαναγράψιμό της σε ριζικά διαφορετική βάση αναθεωρεί τις αντιλήψεις που επεκράτησαν στον κομμουνιστικό κίνημα και δικαιώνει ρεύματα που αποσχίστηκαν απ’ αυτό και το πολέμησαν με όλες τους τις δυνάμεις. Δεν μιλούμε φυσικά εδώ για κριτική εξέταση των αποφάσεων και της ιστορίας που είναι απόλυτα αναγκαία και ορθή.

Πολλοί αγωνιστές και εργαζόμενοι δεν αντιλαμβάνονται τη σκοπιμότητα αυτής της δραστηριότητας και θέτουν το ερώτημα.: “Γιατί όλη αυτή η προσπάθεια για ένα γεγονός, όπως ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, από τον οποίο μας χωρίζουν εβδομήντα πέντε χρόνια και δεν συγκεντρώνει την προσοχή του το κόμμα στη μελέτη της τρέχουσας πραγματικότητας για την απαλλαγή του λαού από την επίθεση που δέχεται;”. Φυσικά ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, ιδιαίτερα ο χαρακτήρας του και η στάση της κομμουνιστικής αριστεράς, είναι πολύ σημαντικό ζήτημα και αξίζει η ενασχόληση ξανά. Όμως, αλλά η σημασία του αυτή δεν μπορεί να εξηγήσει αυτό τον ορυμαγδό και το ξεθεμελίωμα της ιστορικής πορείας του ΚΚΕ.

Η εξήγηση δεν σχετίζεται με την προσπάθεια ανεύρεσης της ιστορικής αλήθειας, εξάλλου, η αλήθεια κυριολεκτικά κατακρεουργείται μέσω αυτών των προσπαθειών. Η ηγεσία του ΚΚΕ επιδιώκει να τεκμηριώσει και να στηρίξει ιδεολογικά τις σημερινές θέσεις και την πολιτική της που είναι στον αντίποδα της ιστορικής πορείας του κόμματος. Προσπαθεί, βγάζοντας λανθασμένη ολόκληρη την Ιστορία, να τη συνδέσει με την πράξη και τα αποτελέσματα της, με τις εξελίξεις και την αδυναμία του κόμματος να δώσει διέξοδο στη χώρα προς το σοσιαλισμό. Αλλιώς οι σημερινές θέσεις, η σημερινή πορεία του κόμματος και τα εξαιρετικά αρνητικά αποτελέσματα που σημειώνει είναι κυριολεκτικά στον αέρα. Από το ΚΚΕ που γνωρίσαμε δεν πρόκειται να μείνει τίποτε όρθιο. Το νέο βιβλίο για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο ουσιαστικά προωθεί τα εξής:

Αναφέρει πλέον ξεκάθαρα ότι ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος σε κάθε περίπτωση και σε κάθε εκδοχή του, για όλες τις χώρες και σε ολόκληρη την εξαετή διάρκεια του ήταν πόλεμος ιμπεριαλιστικός από κάθε πλευρά. Όλα όσα το ΚΚΕ είπε από τότε και μέχρι σήμερα ήταν λάθος. Δεν υπήρξε πόλεμος αμυντικός και δίκαιος της χώρας απέναντι στην επιτιθέμενη ιμπεριαλιστική Ιταλία. Δεν υπήρξε αγώνας απελευθερωτικός στη συνέχεια. Αγωνίζονταν δύο χώρες, η Ελλάδα και Ιταλία και ο αγώνας αυτός δεν είχε καμιά σχέση με τα συμφέροντα των λαών των δύο χωρών, αναφέρει το κείμενο.

Δεν διστάζει να δυσφημήσει, χαρακτηρίζοντας λάθος το ιστορικό γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη, που κάλεσε τους κομμουνιστές και το λαό σε αντίσταση στον ιταλικό ιμπεριαλισμό.

Δεν διστάζει να θεωρεί σωστή τη θέση που πήρε η Παλιά Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ για ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη διεξαγωγή αγώνα όχι για την απελευθέρωση της χώρας αλλά για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Εδώ αναφερόμαστε μόνο στις θέσεις της παλιάς κεντρικής επιτροπής και όχι στους κομμουνιστές που την απάρτιζαν, καθ’ όλα ηρωικούς και τίμιους αγωνιστές, στελέχη του ΚΚΕ, οι οποίοι στην πορεία συμμετείχαν στον αγώνα από ηγετικές θέσεις του Κόμματος.

Ο σωστός ή όχι χαρακτηρισμός ενός πολέμου έχει φυσικά πολύ μεγάλη σημασία για τους κομμουνιστές, διότι αυτός θα είναι η βάση για την τακτική που το κομμουνιστικό κόμμα θα χαράξει. Κατά την εκδοχή που παρουσιάζει το προαναφερθέν βιβλίο, ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός και από την πλευρά της Ιταλίας και από την πλευρά της Ελλάδας. «Και οι δύο αστικές τάξεις και οι κυβερνήσεις τους συγκρούονταν, όχι όμως για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης της Ελλάδας και της Ιταλίας». Πολεμούσαν για λογαριασμό των αστικών τάξεών τους, για εδαφικές διεκδικήσεις, για μεγαλύτερη επιρροή, για καταλήστευση λαών, για κέρδη και παράλληλα υποταγή των εργατικών τάξεων τους. Λογική συνέπεια των προηγούμενων είναι τα εξής:

Ο αγώνας της εργατικής τάξης και του ελληνικού λαού έπρεπε να είναι αγώνας αντικαπιταλιστικός, επαναστατικός. Να επιδιώξει όχι αντίσταση στην ιταλική επίθεση, αλλά την ανατροπή της κυβέρνησης και τη σοσιαλιστική επανάσταση στην πορεία. Ως συνέπεια και παρεπόμενο αυτού του αγώνα θα προκύψει η απελευθέρωση της χώρας.

Οι κινητήριες δυνάμεις αυτής της δράσης δεν μπορούσε να είναι διαφορετικές από την εργατική τάξη και τα πιο φτωχά μικροαστικά στρώματα, πάνω όμως στη βάση του αντικαπιταλιστικού αγώνα, στη βάση της ανατροπής του καπιταλισμού.

Τις μορφές δράσης που ταιριάζουν σε αυτή την πολιτική τις αναφέρει η παλιά κεντρική επιτροπή του ΚΚΕ και τις αποδέχεται απόλυτα η ιδεολογική επιτροπή του, σήμερα. «Βλέπουμε πως η πιο επείγουσα εθνική ανάγκη σήμερα είναι το γκρέμισμα της βασιλομεταξικής δικτατορίας που σαν όργανο των υποκινητών του πολέμου αγγλογάλλων, προκαλεί τη μεταφορά του πολέμου στη χώρα μας. Οι πολεμιστές μας να υποβάλουν στους αντιπάλους απέναντί τους προτάσεις ειρήνης δίχως προσάρτηση και αποζημιώσεις. Να παρουσιαστούν ομαδικά και ένοπλα τους ανωτέρους τους, ζητώντας συμμετοχή στις προσπάθειες τους. Να στείλουν τελεσίγραφο στην πουλημένη ιμπεριαλιστική κυβέρνηση, ζητώντας την ειρήνη…., να διενεργούν σαμποτάζ στην πρώτη γραμμή και στα μετόπισθεν». Το ίδιο το βιβλίο αναφέρει ότι ενώ «δεν ήταν ρεαλιστικό να τεθεί ως άμεσος στόχος για ανατροπή τώρα της κυβέρνησης Μεταξά, ήταν ρεαλιστικό και αναγκαίο να τεθεί ως κατεύθυνση και σύνθημα ζύμωσης στο λαό και στο στρατό, σύνθημα οργάνωσης της πάλης των πρωτοπόρων εργατών των στρατευμένων, που στις συνθήκες της πάλης κατά του ιμπεριαλιστική εισβολέα μπορούσε να προετοιμάζει τον προσανατολισμό των μαζών για συνθήκες αποδυνάμωσης της εγχώριας και ξένης καπιταλιστικής εξουσίας». Φυσικά όλα αυτά δεν ήταν δυνατόν να πάνε παράλληλα και μαζί με τον αγώνα για την απόκρουση της ιταλικής επίθεσης. Ήταν σε πλήρη σύγκρουση με την τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί. Δεν θεωρούμε ότι υπήρχαν και άλλες επιλογές και άλλες μορφές δράσης για τους κομμουνιστές μετά την καταγγελία του πολέμου ως ιμπεριαλιστικού, πέρα από το σαμποτάζ στο στρατό κ.λπ. Μέσα στο κλίμα που θα είχε διαμορφωθεί, κλίμα απόλυτης απόσπασης και σύγκρουσης των κομμουνιστών από την πλατιά πλειοψηφία του λαού, οι κομμουνιστές όσοι θα παρέμεναν ελεύθεροι, θα μπορούσαν να κυκλοφορούν κάποια προκήρυξη, να κάνουν κάποιο σαμποτάζ, ή να προσπαθούν να κάνουν ζύμωση με θέσεις που όμως δεν θα είχαν καμία απήχηση στο λαό.

Η εξουσία που θα προέκυπτε από αυτόν τον αγώνα και με αυτή την πολιτική σε περίπτωση νίκης θα ήταν δικτατορία του προλεταριάτου και της φτωχής αγροτιάς για να οικοδομήσει το σοσιαλισμό. Τίποτε διαφορετικό, γιατί ως γνωστόν το ΚΚΕ δεν δέχεται την ύπαρξη καμιάς άλλης μεταβατικής εξουσίας μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού. Ή δικτατορία των μονοπωλίων ή δικτατορία του προλεταριάτου.

Η πολιτική βάση του γράμματος του Νίκου Ζαχαριάδη είναι η εξής:

Η επίθεση της Ιταλίας στην Ελλάδα συνιστά ιμπεριαλιστική επίθεση σε μια μικρή χώρα, εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό με στόχο την κατάληψη της και τη χρησιμοποίηση της για τις πολεμικές επιδιώξεις και τους σχεδιασμούς της επιτιθέμενης χώρας. Ο πόλεμος από την πλευρά της Ελλάδας και του ελληνικού λαού είναι πόλεμος αμυντικός και δίκαιος, για την υπεράσπιση της ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας της. Η πολιτική γραμμή που χαράσσει το γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη ήταν αντίσταση και η άμυνα γιατί να αποκρουστεί η επίθεση και η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας με στόχο «μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε σε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, με ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό». Αυτό είναι ο σοσιαλισμός. Με απλό, κατανοητό και συνάμα απόλυτα μαρξιστικό τρόπο συνέδεσε τον αγώνα της ανεξαρτησίας της χώρας με το σοσιαλισμό.

Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση για τους δικούς του σκοπούς επέλεξε την αντίσταση στην ιταλική εισβολή, το λαϊκό κίνημα ήταν στην ίδια πλευρά μαζί της. Φυσικά οι κομμουνιστές τότε δεν αγνοούσαν, αντίθετα γνώριζαν πολύ καλά την ελληνική ολιγαρχία και την δικτατορική κυβέρνηση που την εκπροσωπούσε. Αντιλαμβανόταν τους κινδύνους από αυτή την εξ αντικειμένου και γι’ αυτό το σκοπό συμπόρευση μαζί της. Γι’ αυτό το λόγο πήρε τα μέτρα του το ΚΚΕ και το εργατικό κίνημα ώστε να διατηρήσουν την ιδεολογική καταρχήν και οργανωτική ανεξαρτησία τους και στην πορεία να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο το κύρος και την επιρροή στο λαό που θα αποκτούσαν από τους αγώνες τους και τη στάση τους στην κατοχή, για την επόμενη ημέρα, τότε που θα έμπαινε ανοιχτά πλέον στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της εξουσίας.

Η οπτική αυτή προϋπέθετε μια εθνικοαπελευθερωτική συμμαχία της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, πλην των πλουσιότερων στρωμάτων της, των μικροαστικών στρωμάτων των πόλεων και φυσικά των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων. Επιπλέον από τη στιγμή που η αστική τάξη και το πολιτικό προσωπικό της παρέδωσαν τον ελληνικό λαό στους κατακτητές και αναχώρησαν για το Κάιρο στη θαλπωρή και την ασφάλεια της Μεγάλης Βρετανίας, τα αστικά κόμματα διαλύθηκαν και ο λαός τους γύρισε την πλάτη, δημιουργήθηκαν σημαντικές προϋποθέσεις να τραβηχτεί μεγάλο τμήμα των οπαδών τους στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, ακόμα και στελέχη, όπως και έγινε.

Ο αγώνας της κατοχής για τους κομμουνιστές έπρεπε να έχει διπλή υπόσταση: εθνικοαπελευθερωτικός και συνάμα ταξικός, επαναστατικός. Έπρεπε μέσα από τον αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας και τη νίκη εναντίον του φασισμού να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την κοινωνική απελευθέρωση, για το σοσιαλισμό. Το γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη το περιλάμβανε αυτό με κρυστάλλινο τρόπο. Τα μέσα που ενδεικνυόταν για τον αγώνα αυτό, ήταν: αντάρτικο κίνημα στην ύπαιθρο και λαϊκό κίνημα στα χωριά, ισχυρό εργατικό και λαϊκό κίνημα κατά βάση παράνομο ή μισοπαράνομο στις απελευθερωμένες πόλεις και συνοικίες. Ο αγώνας αυτός θα κατάτεινε σε μια λαϊκοδημοκρατική εξουσία, εξουσία επαναστατική της εργατικής τάξης και των αγροτών η οποία παίρνοντας ορισμένα αναγκαία αστικοδημοκρατικά μέτρα στην απελευθέρωση, γρήγορα θα μετατρεπόταν σε δικτατορία του προλεταριάτου.

Από τις δύο εκδοχές διαχείρισης της επίθεσης που δέχθηκε η χώρα και τις οποίες παρουσιάσαμε, τη σεχταριστική – δογματική και τη μαρξιστική, εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ποια τακτική έπαιρνε υπόψη της τη συγκυρία και τις συγκεκριμένες συνθήκες. Η πρώτη δεν χάρασσε καμιά τακτική με βάση τις διαμορφωμένες συνθήκες, τις αγνοούσε, συνιστά ουσιαστικά αποχή από την πολιτική, δεν αναπτύσσει κίνημα του ελληνικού λαού για την παρέμβαση στο γίγνεσθαι. Με άμεσο στόχο το σοσιαλισμό προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τη φασιστική κατοχή. Η δεύτερη εκδοχή αξιολογεί τα δεδομένα, προσδιορίζει σωστά τις αντιθέσεις στη φάση εκείνη, αντιλαμβάνεται ότι κρίκος για τις εξελίξεις είναι η αντίθεση που κυριαρχεί -αντίσταση και ανεξαρτησία της χώρας ή κατοχή και πολλαπλή καταπίεση του λαού. Η μια συγκινεί το λαό, τον συσπειρώνει, τον κινητοποιεί και με αυτή δημιουργείται το μεγάλο κίνημα της κατοχής. Η άλλη οδηγεί, το ΚΚΕ και το εργατικό κίνημα στην απομόνωση από το λαό, στην καταστροφή. Δεν χρειάζεται να ψάξει κανείς μακριά για να δει τι θα ήταν το ΚΚΕ μετά την κατοχή αν ακολουθούσε τις θέσεις που η σημερινή Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ διατυπώνει σήμερα. Και μόνο η προκοπή της πλειοψηφίας των τροτσκιστικών ομάδων που διαλύθηκαν ή έφθασαν στην προδοσία είναι ενδεικτική. Η προοπτική της σεχταριστικής γραμμής ήταν να διατηρήσει, αν τα καταφέρει, το ΚΚΕ μικρές ως ελάχιστες δυνάμεις, απομονωμένες από το λαό οι οποίες θα περίμεναν την απελευθέρωση από άλλους. Με τις ελάχιστες αυτές δυνάμεις, αν διαμορφώνονταν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, θα επεδίωκε να πάρει την εξουσία με μια εξέγερση, ουσιαστικά με πραξικόπημα μια και δεν θα είχε μαζί του την εργατική και λαϊκή πλειοψηφία. Ακριβώς αυτή ήταν η προοπτική. Με μια έννοια και τηρουμένων των αναλογιών, όπως προκύπτουν από τις συνθήκες και τη διαφορετική εποχή, τότε και σήμερα η στρατηγική του ΚΚΕ είναι παρόμοια.

Τίθεται το ερώτημα: “ήταν όλα καλά με την πολιτική που ακολούθησε το ΚΚΕ και το κίνημα; Η πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς την οποία ενοχοποιεί σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ ήταν πράγματι λάθος και υπεύθυνη για τις εξελίξεις;”. Θεωρούμε ότι στις βασικές της κατευθύνσεις ήταν σωστή. Στην εφαρμογή της, όμως, συνάντησε μεγάλες δυσκολίες. Υπήρξαν κινήματα που οδηγήθηκαν στο συμβιβασμό και στην υποταγή στην αστική τάξη. Άλλα μεγάλα κινήματα δεν έφτασαν την επαναστατική διαδικασία μέχρι το τέλος, ταλαντεύθηκαν, συμβιβάστηκαν και πολεμήθηκαν αλύπητα από τον ιμπεριαλισμό. Υπήρχαν όμως και κινήματα που παλεύοντας με την ίδια στρατηγική είχαν απόλυτη επιτυχία. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε το ελληνικό κίνημα, το ιταλικό, το γαλλικό. Στη δεύτερη είναι το κίνημα του Γιουγκοσλαβίας, της Αλβανίας, της Τσεχοσλοβακίας. Ιδιαίτερα η γιουγκοσλαβική επανάσταση δεν ακολούθησε καθόλου διαφορετικό δρόμο από αυτόν του ελληνικού κινήματος. Ο χαρακτήρας που έδωσαν στον αγώνα τους οι Γιουγκοσλάβοι ήταν εθνικοαπελευθερωτικός, αστικοδημοκρατικός. Είχαν όμως ξεκαθαρίσει, ως όφειλαν, ότι δημιουργούσαν λαϊκοδημοκρατική εξουσία στις απελευθερωμένες περιοχές, η οποία θα κυβερνούσε την απελευθερωμένη χώρα και θα μετασχηματιζόταν σε δικτατορία του προλεταριάτου. Κατά αντιστοιχία και η Τσεχοσλοβακία. Δημιουργήθηκε μεταβατική κυβέρνηση με συμμετοχή των κομμουνιστών, οι κομμουνιστές είχαν ξεκαθαρισμένους στόχους και την προοπτική που έπρεπε να δώσουν, είχαν όλες τις πολιτικές προϋποθέσεις ώστε να κερδίσουν ολοκληρωτικά την εξουσία, πράγμα που έπραξαν.

Οι αγωνιστές του ΚΚΕ και οι κομμουνιστές σ’ όλο τον κόσμο είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουν ότι ο σεχταρισμός είναι το ίδιο καταστρεπτικός με το δεξιό οπορτουνισμό και να ανοίξουν ισχυρό μέτωπο εναντίον του.

Η θεώρηση αυτή της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ σήμερα αδυνατεί να συλλάβει ότι ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος αγκάλιασε σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο (μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες, εξαρτημένες χώρες, μισοαποικίες και αποικίες, χώρες που ζούσαν την κατοχή, τη Σοβιετική Ένωση που υπερασπίζονταν την ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό που οικοδομούσε) ήταν ένας πόλεμος που σε πολλές περιπτώσεις στην πορεία άλλαξε ο χαρακτήρας του δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο με τη λέξη “ιμπεριαλιστικός”. Ο χαρακτήρας του πολέμου Σοβιετικής Ένωσης – Γερμανίας σε καμιά περίπτωση δεν καλύπτεται από αυτό τον όρο. Απελευθερωτικό πόλεμο και πόλεμο υπεράσπισης του σοσιαλισμού έκανε η Σοβιετική Ένωση, κατακτητικό η Γερμανία. Ο πόλεμος Γερμανίας – Αγγλίας, παρότι δεν παραγνωρίζουμε τον κίνδυνο του φασισμού, ξεκίνησε ως ιμπεριαλιστικός και τελείωσε ως τέτοιος. Το ΕΑΜ και τα άλλα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα έκαναν εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο, ενώ η Γερμανία και η Ιταλία στις χώρες που κατέκτησαν κατακτητικό πόλεμο. Αν όλα αυτά τα στοιχεία ένα κομμουνιστικό κόμμα δεν μπορεί να τα διακρίνει, τότε είναι αδύνατο να διαμορφώσει σωστή πολιτική.

Η τωρινή θέση της σημερινής κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ είναι ίσως η πιο ακραία και λανθασμένη που έχει δει το φως της δημοσιότητας. Ακόμη και στελέχη του τροτσκισμού (που είναι γνωστή η θέση του περί ιμπεριαλιστικού πολέμου) πήραν πολύ πιο ισορροπημένη θέση.

Γράφει ο Μαντέλ, γνωστό στέλεχος του τροτσκισμού στο βιβλίο του «Το νόημα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου»:

«Μέχρι το τέλος του 1945 ο πόλεμος είχε γίνει όχι απλά μια διηπειρωτική αλλά και μια πολυεπίπεδη υπόθεση που περιελάμβανε: επαναστατικό ταξικό αγώνα από τα κάτω, επανάσταση από τα πάνω, εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα κάτω από αστικές και εργατικές ηγεσίες, μεταρρύθμιση της παλιάς τάξης και βίαιη αντεπανάσταση. Η ακριβής έκβαση εξαρτιόταν σε κάθε περίπτωση από την ισχύ και την ωριμότητα των ταξικών ηγεσιών, το βαθμό σημασίας που οι νικητές προσέδιδαν σε κάθε περιοχή ή χώρα και στην ικανότητά τους να επιβάλλουν έναν πολιτικό διακανονισμό.

Έχοντας αυτά υπόψη, πρέπει να αντιληφθούμε το συνολικό χαρακτήρα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου σαν ένα συνδυασμό πέντε συγκρούσεων:

1. Ενός ενδοϊμπεριαλιστικού πολέμου που έγινε για την παγκόσμια ηγεμονία και κερδήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες (αν και η επέκταση του μη καπιταλιστικού τομέα στην Ευρώπη και την Ασία θα παριέκοπτε εδαφικά την εξουσία τους).

2. Ενός δίκαιου πολέμου αυτοάμυνας της Σοβιετικής Ένωσης ενάντια στην απόπειρα του ιμπεριαλισμού να μετατρέψει τη χώρα σε αποικία του και να καταστρέψει τα επιτεύγματα της Επανάστασης του 1917.

3. Ενός δίκαιου πολέμου του κινέζικου λαού ενάντια στον ιμπεριαλισμό που θα εξελισσόταν σε μια σοσιαλιστική επανάσταση.

4. Ενός δίκαιου πολέμου των ασιατικών λαών των αποικιών ενάντια στις διάφορες στρατιωτικές δυνάμεις και για εθνική απελευθέρωση και κυριαρχία, που σε μερικές περιπτώσεις (π.χ. στην Ινδοκίνα) μετατράπηκε σε σοσιαλιστική επανάσταση.

5. Ενός δίκαιου πολέμου εθνικής απελευθέρωσης που έγινε από τους πληθυσμούς των κατεχόμενων χωρών της Ευρώπης και που θα εξελισσόταν σε σοσιαλιστική επανάσταση (Γιουγκοσλαβία και Αλβανία) ή σε ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο (Ελλάδα, Βόρεια Ιταλία). Στην Ευρωπαϊκή Ανατολή, η παλιά τάξη κατέρρευσε κάτω από τη διπλή, άνιση πίεση των λαϊκών φιλοδοξιών και της σοβιετικής στρατιωτικογραφειοκρατικής δράσης, ενώ στη Δύση και το Βορρά η αστική τάξη αποκαταστάθηκε- συχνά ενάντια στη θέληση των μαζών- από τα στρατεύματα της Δυτικής Συμμαχίας».

Είναι επίσης γνωστό ότι ο ίδιος ο Τρότσκι προς το τέλος της ζωής του, επεσήμαινε στους οπαδούς του ότι ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος δεν ταυτίζεται όσον αφορά το χαρακτήρα του με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, έχουν διαφορές, οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη.

Η στάση του ΚΚΕ στον ελληνοϊταλικό πόλεμο παρά τις αδυναμίες της, όπως επίσης και στον αγώνα της κατοχής, που επίσης είχε σημαντικές αδυναμίες και οι οποίες διαμόρφωσαν ως ένα βαθμό την κατάληξη του, είναι η ηρωικότερη και πιο μεστή σελίδα της δράσης του κόμματος. Οι κομμουνιστές πρέπει να την κρατήσουν ως κόρη οφθαλμού και να την προστατεύσουν από κάθε απόπειρα αμαύρωσης της από εχθρούς και «φίλους».

Τελευταία διαβάζουμε στον τύπο ότι το ΚΚΕ, ενόψει του τέλους του 2ου ιμπεριαλιστικού πολέμου, αποφάσισε να γιορτάσει την αντιφασιστική νίκη των λαών. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος είτε θα τελειώσει με νίκη μιας από τους ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που αντιμάχονται, οπότε θα έχουμε την ιμπεριαλιστική νίκη, είτε με νίκη της εργατικής τάξης, οπότε θα έχουμε σοσιαλιστική επανάσταση. Αντιφασιστική νίκη σε ιμπεριαλιστικό πόλεμο δεν μπορεί να υπάρξει. Φαίνεται ότι είτε η προσαρμογή της Ιστορίας βρίσκεται στην εξέλιξη της ακόμη και θα δούμε σε λίγο την αντιφασιστική νίκη να φεύγει από τη μέση, είτε επικρατεί τρικυμία εν κρανίω.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας