Εργατικός Αγώνας

Εκτιμήσεις γύρω από τις εκλογές αιρετών στην Εκπαίδευση

Γράφει ο Στρατής Σαρρής

Πραγματοποιήθηκαν στις 5 Νοέμβρη οι εκλογές για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια στο χώρο της εκπαίδευσης. Οι εκλογές διεξήχθησαν και στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πάνω από 130 χιλιάδες εκπαιδευτικοί προσήλθαν στις κάλπες για ν’ αναδείξουν τους αιρετούς εκπροσώπους τους στα Υπηρεσιακά Συμβούλια των τοπικών Διευθύνσεων, των περιφερειών και για τα κεντρικά ΚΥΣΠΕ και ΚΥΣΔΕ.

Οι εκλογές έγιναν σε μια περίοδο που στο χώρο της εκπαίδευσης επικρατεί ένας σχετικός αναβρασμός κάτω από την επίδραση της υλοποίησης της πολιτικής της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Ο αναβρασμός δεν αφορά μόνο στους εκπαιδευτικούς αλλά και στους μαθητές και κατ’ επέκταση και στους γονείς. Η αποκτηθείσα εμπειρία του νέου Λυκείου και η τράπεζα θεμάτων, η έλλειψη εκπαιδευτικών στα σχολεία, η πορεία ανατροπής των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, η εφαρμογή με αυταρχικό τρόπο της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας και η προώθηση από φέτος της αξιολόγησης των στελεχών και στη συνέχεια τη χρονιά που έρχεται όλων των εκπαιδευτικών έχει δημιουργήσει βαρύ κλίμα σε όλα τα σχολεία και μια τεράστια αβεβαιότητα σε όλους για το μέλλον. Και ενώ όλα αυτά απασχολούν το χώρο της εκπαίδευσης οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν και στο φόντο του να συνεχίζεται και να εντείνεται η επίθεση συνολικά στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων και όλου του λαού προς όφελος των συμφερόντων των μονοπωλιακών ομίλων, ξένων και ντόπιων, με τις εντολές της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η περιγραφόμενη κατάσταση όμως δεν έχει οδηγήσει ακόμη σε μαζική αγωνιστική δράση όλων των τμημάτων στην εκπαίδευση, εκτός από κάποιες μεμονωμένες και υποτονικές δράσεις, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλους τους κλάδους και τους χώρους των εργαζομένων, ωστόσο συνολικά ο χώρος της παιδείας παραμένει πιο εύκολος για την ανάπτυξη αγώνων αν και δεν αξιοποιείται ανάλογα από τις δυνάμεις εκείνες που επικαλούνται τους αγώνες και την πάλη για ανατροπές. Σ’ αυτό το πλαίσιο πραγματοποιήθηκαν και οι φετινές εκλογές.

Ένα βασικό χαρακτηριστικό των φετινών εκλογών ήταν ο μειωμένος αριθμός των ψηφισάντων από τη μια (αυτό οφείλεται στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση που είχε 12.500 περίπου λιγότερους εγγεγραμμένους, αλλά μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές από τις αντίστοιχες του 2012) και από την άλλη η συνολική ενίσχυση των δυνάμεων της ευρύτερης Αριστεράς με ταυτόχρονη συμπίεση των δυνάμεων ΔΑΚΕ και ΔΗΣΥ – ΠΕΚ (ΠΑΣΚ) σε ποσοστά που είναι ίσως τα μικρότερα των τελευταίων δεκαετιών.

Συνιστά ειρωνεία της Ιστορίας το γεγονός ότι στους εκπαιδευτικούς και μάλιστα σε περίοδο που οι κινηματικές διαδικασίες είναι υποτονικές παρατηρείται το φαινόμενο τα αποτελέσματα των ευρύτερων αριστερών παρατάξεων στις κάλπες να είναι τόσο υψηλά. Αυτό μάλλον δείχνει τη λογική ανάθεσης και αναμονής που επικρατεί στη σκέψη των περισσότερων εκπαιδευτικών, με συνέπεια από τη μια τη μη συμμετοχή σε αγώνες και στο κίνημα και από την άλλη μια αβέβαιη, όμως, ελπίδα κάτι ν’ αλλάξει με τις επερχόμενες εκλογές και με μια «αριστερή» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που πιθανόν θα αναδείξουν. Ωστόσο μια από τις αιτίες του παραπάνω φαινομένου είναι και το γεγονός της πρωτοκαθεδρίας, που ξαφνικά και αναπάντεχα απέκτησε ο ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της αριστεράς, για όσους ακόμα έχουν την αυταπάτη να τον θεωρούν αριστερή δύναμη, και των ψεύτικων ελπίδων που καλλιεργεί προσπαθώντας να εγκλωβίσει το κίνημα σε ένα προσανατολισμό κυβερνητικής εναλλαγής, που θα οδηγήσει και σε ευρύτερες αλλαγές προς το συμφέρον των εργαζομένων κρατώντας όμως τη λαϊκή πάλη σε διαχειρήσιμα επίπεδα από μια ενδεχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Παρατηρώντας, λοιπόν, συνολικά τα αποτελέσματα και την έκφρασή τους στις κεντρικές πανελλαδικές κάλπες για ΚΥΣΠΕ και ΚΥΣΔΕ μπορούμε να δούμε ορισμένα στοιχεία. Πριν όμως ας παραθέσουμε πίνακες από τις δυο κάλπες με συγκρίσιμα αποτελέσματα από προηγούμενες εκλογές.

Από τον παραπάνω πίνακα μπορούμε να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα για περαιτέρω συζήτηση. Στις εκλογές πήραν μέρος 9 ψηφοδέλτια. Η συμμετοχή των καθηγητών κινήθηκε σε υψηλά επίπεδα αν και μειωμένη σε ψήφους μετά από τις απολύσεις που έγιναν. Πρώτη δύναμη με καθαρή διαφορά η ΣΥΝΕΚ του ΣΥΡΙΖΑ. Σημαντική πτώση για τη ΔΑΚΕ και τεράστια πτώση της ΠΕΚ πρώην ΠΑΣΚ και αυτά σε σχέση με τις εκλογές του 2012. Σε σχέση με το 2010 οι πτώση για ΔΑΚΕ και ΠΑΣΚ ήταν παρά πολύ μεγάλη, ενώ η ΠΑΣΚ από 1η βρέθηκε στην 5η θέση του πίνακα κατάταξης.

Κερδισμένες και οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ με το ΠΑΜΕ, με σημαντικότερη την επιτυχία των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ που παρουσιάζονται ενισχυμένες τόσο σε ψήφους όσο και σε ποσοστά σε σχέση με το 2010 με μια σημαντικότατη αύξηση της τάξης του 5,5% δηλαδή αύξησε τη δύναμή της κατά 50% και από 5η δύναμη είναι τώρα καθαρά 3η. Φαίνεται να κερδίζουν στην αντιπαράθεση με το ΠΑΜΕ στη συσπείρωση δυνάμεων, πράγμα όχι και τόσο ενθαρρυντικό όμως για το μέλλον του κινήματος δεδομένου του τυχοδιωκτισμού των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ και της χωρίς όρους και προϋποθέσεις συνεργασίας με το ΣΥΡΙΖΑ σε πρωτοβάθμια σωματεία και στα ΠΥΣΔΕ, όπου κατέβηκαν μαζί σε 24 δίνοντας τη δυνατότητα στη ΣΥΝΕΚ να εκλέξει ακόμα περισσότερους αιρετούς στα ΠΥΣΔΕ ενισχύοντας το ρόλο του στο νέο πυλώνα του κυβερνητικού συνδικαλισμού.

Αντίθετα το ΠΑΜΕ αν και εμφανίζεται ενισχυμένο ποσοστιαία υπολείπεται σε ψήφους σε σχέση με το 2010, κάτι που δεν συμβαίνει με τις άλλες 2 παρατάξεις του ευρύτερου αριστερού χώρου, οι οποίες κερδίζουν σημαντικά και σε ψήφους. Το ΠΑΜΕ, όσο και να κομπάζει στην ανακοίνωσή του για ενίσχυση η πραγματικότητα δεν το βοηθά, αφού σταθεροποιείται πλέον στον πιο αδύναμο πόλο συσπείρωσης των εκπαιδευτικών που εγκαταλείπουν σήμερα τον κυβερνητικό συνδικαλισμό, ενώ το ριζοσπαστικό τους κομμάτι φαίνεται να το κερδίζουν κυρίως οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ.

Στις εκλογές πήραν μέρος 10 ψηφοδέλτια. Εδώ δεν έχουμε τις μεγάλες ανατροπές της δευτεροβάθμιας. Οι δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού παραμένουν στις 2 πρώτες θέσεις της κατάταξης όμως με πολύ μικρότερες δυνάμεις και ίσως τις μικρότερες των τελευταίων δεκαετιών. Επειδή δεν έχουν ακόμα βγει συγκεντρωτικά αποτελέσματα αναλυτικά από όλες τις περιοχές, όπως έκανε παλιότερα η ΔΟΕ, δεν μπορούμε να έχουμε μια καλύτερη εικόνα, αφού η περιφέρεια ήταν αυτή που διατηρούσε την πρωτιά στον κυβερνητικό συνδικαλισμό μέχρι και αυτές τις εκλογές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περιφέρεια της Αττικής οι 2 παρατάξεις των κομμάτων της συγκυβέρνησης είναι κάτω από τις ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ και το ΠΑΜΕ και δεν εξέλεξαν αιρετό. Επειδή δεν έχουν ανακοινωθεί αποτελέσματα δεν έχουμε ακριβή πληροφόρηση όλων των δεδομένων, ωστόσο μπορούμε να προβούμε σε κάποια συμπεράσματα.

Οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ την τελευταία τετραετία φαίνεται να είναι οι κερδισμένες στον κλάδο ενώ ακολουθούν η ΕΡΑ, παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ που έχει πια εκπροσώπηση στο ΔΣ της ΔΟΕ, και το ΠΑΜΕ το οποίο σταθεροποιείται στην 4η θέση χάνοντας καθαρά πια από τις ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ την 3η που κατείχε για μια 15ετία ως κύριος πόλος συσπείρωσης (το 2008 την είχε ξαναχάσει από τις ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ επιστρέφοντας το 2010 και έπειτα είχε σημαντική πτώση το 2012 με τα ανεκδιήγητα εκείνων των χρόνων που έκανε το ΚΚΕ και συνεπώς και το ΠΑΜΕ με τις δυνάμεις του στο συνδικαλιστικό κίνημα).

Οι δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς (ΝΑΡ, ΜΛ ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κλπ) που στηρίζουν τις ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, αναδεικνύονται σε έναν από τους βασικούς πόλους συσπείρωσης στον κλάδο των εκπαιδευτικών μαζί με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, με τις οποίες σε πολλούς συλλόγους και ΕΛΜΕ συνεργάζονται. Είναι ενδεικτικό ότι κατέβηκαν μαζί σε 68 ΠΥΣΠΕ και ΠΥΣΔΕ.

Η ιδιαίτερα μεγάλη αύξηση και συνεχής από εκλογές σε εκλογές, που παρουσιάζουν στο χώρο των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, τους καθιστά κυρίαρχους στο αγωνιστικό μπλοκ των εκπαιδευτικών και σε συνδυασμό με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει ισχυρή παρουσία στο χώρο της Δευτεροβάθμιας, αποτελούν σήμερα τον καθοριστικό παράγοντα για τον προσανατολισμό του εκπαιδευτικού συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και για το γεγονός της υποτονικής δράσης του κινήματος, αφού ούτε αγωνιστική ανάτασή του υπήρξε τα τελευταία 2 χρόνια ούτε αναδείχτηκαν νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά ως αποτέλεσμα της αλλαγής των συσχετισμών. Ενδεχομένως και αυτή η αλλαγή, όπως αποτυπώθηκε και στα συνέδρια της ΟΛΜΕ κυρίως αλλά και της ΔΟΕ (σ’ αυτή όμως κυρίως στους συλλόγους αφού η πρώην ΠΑΣΚ διατηρεί ακόμη ισχυρή παρουσία), να έχει συμβάλει αποφασιστικά και στο κλίμα αναμονής και ανάθεσης που κυριαρχεί κυρίως από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ.

Ωστόσο και οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ έχουν μεγάλες ευθύνες γι’ αυτή την εξέλιξη, αφού με τη στάση τους και τη συνεργασία με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, κατάφεραν να αναστείλουν την όποια πορεία ριζοσπαστικοποίησης και ανάπτυξης των αγώνων σε ταξική κατεύθυνση υπήρξε, αλλά και να ενισχύσουν τον κίνδυνο ενσωμάτωσης του εκπαιδευτικού κινήματος στις κυβερνητικές διαχειριστικές λογικές του ΣΥΡΙΖΑ. Μ’ αυτή την κατάσταση, η οποία και με μεγάλη ευθύνη των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ έχει διαμορφωθεί, η ενδεχόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις επερχόμενες εκλογές και η σχεδόν βέβαιη διάψευση των ελπίδων, που τεχνηέντως καλλιεργούνται, από την εφαρμογή της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, θα οδηγήσει σε απογοήτευση και ακόμα μεγαλύτερη αποστασιοποίηση από τη ζωή και τη δράση των συλλόγων και των ΕΛΜΕ.

Αυτό θα είναι το αποτέλεσμα του καιροσκοπισμού των Παρεμβάσεων που, αν δεν ανατραπεί στην πράξη από τις ζωντανές ριζοσπαστικές δυνάμεις του κινήματος, θα συνεχίσει να οδηγεί τη συνείδηση των εκπαιδευτικών στο συμβιβασμό και την αποστράτευση.

Όσον αφορά στα αποτελέσματα του ΠΑΜΕ μπορούμε να σημειώσουμε ότι η εκτίμηση που καταθέτει στην ανακοίνωσή του δεν αντανακλά την πραγματικότητα, αλλά αυτό που θα ήθελε να συμβαίνει πραγματικά. Γράφει: «Στις εκλογές της 5ης Νοέμβρη 2014, για τα υπηρεσιακά συμβούλια, το ψηφοδέλτιο που στήριξε το ΠΑΜΕ βγήκε ενισχυμένο.» Σε σχέση με ποιες εκλογές; Εννοεί φυσικά του 2012. Δεν παίρνει υπόψη τις προηγούμενες, την πορεία που διαγράφεται στο διάστημα γενικότερων ανατροπών στους συσχετισμούς από τις οποίες ελάχιστο όφελος έχει το ΠΑΜΕ μέσα από σκαμπανεβάσματα. Ας δούμε καλύτερα την πορεία των αριθμών που τα λένε καθαρά. Το ΠΑΜΕ και στις δύο κάλπες το 2010 πήρε 16.211 ψήφους ποσοστό 12,57%. Το 2012 πήρε 14.629 και ποσοστό 12,04%. Στις φετινές πήρε 16.936 και ποσοστό 14,52%. Τι λένε λοιπόν οι αριθμοί; Ότι το ΠΑΜΕ όλη αυτή την 4ετία με τη δράση του κατάφερε να χάσει ψήφους και να τους ξανακερδίσει μετά μένοντας σχεδόν στους ίδιους ψήφους και βελτιώνοντας συγκυριακά τα ποσοστά. Αυτά τα αποτελέσματα δεν συνιστούν τάση ενίσχυσης παρά μια σταθεροποίηση της παρουσίας όταν τριγύρω γίνεται χαμός. Δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί μετακινήθηκαν από τις δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού κι απ’ αυτές ελάχιστες πήγαν προς το ΠΑΜΕ. Και το ερώτημα είναι γιατί; Αν όχι και τώρα τότε πότε θα αλλάξουν οι συσχετισμοί προς όφελος των πραγματικών ταξικών δυνάμεων που ακόμα εκπροσωπεί το ΠΑΜΕ;

Αυτό που νομίζουμε βγαίνει ως συμπέρασμα είναι μια ανησυχία για το μέλλον του κινήματος. Η συρρίκνωση των δυνάμεων του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ αποτελεί πρόσθετο παράγοντα για απαισιόδοξες εκτιμήσεις. Γιατί με την τακτική που ακολουθεί το ΠΑΜΕ τα τελευταία χρόνια ουσιαστικά έχει επιτρέψει σε κάθε είδους καιροσκόπους να διαχειρίζονται την οργή και την αγανάκτηση των εκπαιδευτικών στρέφοντάς τη σε ανώδυνα κανάλια για το σύστημα κι όχι σε ριζοσπαστική κατεύθυνση.

Η τακτική του ΠΑΜΕ στην εκπαίδευση δεν διαφέρει καθόλου από την τακτική σε όλο το υπόλοιπο συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα. Η ειδοποιός διαφορά όμως είναι ότι εδώ φαίνονται και μπορούν να εκτιμηθούν τα αποτελέσματά της σε σχέση με το στόχο που διακηρύττει ότι επιδιώκει. Η τακτική αυτή διαμορφώνεται στην πράξη και χαρακτηρίζεται από μια αντιφατική λογική με κινήσεις και δράσεις που δε εντάσσονται σε κάποιο ενιαίο και σταθερό σχεδιασμό με βήματα, στόχους κλπ. και ταυτόχρονα από μια άρνηση για κοινή δράση όλων των εκπαιδευτικών για τα προβλήματά τους ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται μια αδιαφορία, υποτίμηση ακόμη και χλευασμός των ιδιαίτερων προβλημάτων που απασχολούν τους εκπαιδευτικούς, την ώρα μάλιστα που συνεχώς διακηρύσσεται η ανάγκη της ανασύνταξης του κινήματος και της αλλαγής των συσχετισμών. Το ερώτημα είναι όμως πως αυτό θα γίνει όταν εγκαταλείπονται πάγια αιτήματα των εκπαιδευτικών και υπάρχει άρνηση για αιτήματα πάλης που συσπειρώνουν ευρύτερες δυνάμεις, ενισχύουν και αναπτύσσουν τη αγωνιστική δράση του κινήματος ανοίγοντας το δρόμο για ευρύτερες αλλαγές και ανατροπές τόσο στο επίπεδο της πολιτικής όσο και συνολικότερα της εξουσίας. Αν δε κατανοηθεί έγκαιρα η αιτία της αδυναμίας του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ να συσπειρώνουν σε τέτοιες ευνοϊκές περιόδους τους εργαζόμενους, τότε τα πράγματα θα γίνουν πολύ χειρότερα και για το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ αλλά κυρίως για το λαό και την πατρίδα μας.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας